Η Ελλάδα είναι γεγονός ότι δεν είναι υπερδύναμη. Είναι ένα σχετικά μικρό κράτος σε πληθυσμό, που τα τελευταία χρόνια μαστίζεται από μια πρωτοφανή οικονομική κρίση. Ωστόσο ο γράφων πάντοτε πίστευε στην εσωτερική δύναμη αυτού του κράτους, αλλά και στα αντικειμενικά του πλεονεκτήματά του, σε σχέση με τις υπόλοιπα κράτη στην περιοχή μας. Η Ελλάδα έχει μια γεωπολιτική θέση που μπορεί να την καταστήσει ισχυρό περιφερειακό «παίχτη», έχει πληθώρα πλουτοπαραγωγικών πηγών και (ακόμα) ισχυρότατες Ένοπλες Δυνάμεις, που παρόλο που έχουν απαξιωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω ελλείμματος υποστήριξης και εκσυγχρονισμού (με τεράστια ευθύνη των μνημονικών κυβερνήσεων και της σημερινής) παραμένουν ισχυρές.
Δυστυχώς στην δύναμη της Ελλάδας, ουδέποτε πίστεψαν σοβαρά οι πολιτικοί της από την μεταπολίτευση και μετά. Πάντοτε εφαρμόζονταν μια φοβική πολιτική κατευνασμού των πάντων, χωρίς κεντρικό σχεδιασμό. Φοβικός κατευνασμός τόσο κατά των μεγάλων δυνάμεων, όσο και κατά της Τουρκίας αλλά και των μικρότερων γειτόνων μας. Πάντοτε οι πολιτικοί μας επέλεγαν να βάζουν τα προβλήματα «κάτω από το χαλί», καθώς η προσωπική ανικανότητά τους, σε πλήρη συνδυασμό με την έλλειψη συναισθήματος του καθήκοντος απέναντι στην πατρίδα, οδηγούσαν πάντοτε σε συνεχή, ασυντόνιστη, άκρα διπλωματική και εθνική υποχωρητικότητα έναντι των πάντων. Αυτή η υποχωρητικότητα, ποτέ δεν έλυσε κανένα εθνικό πρόβλημα, αντιθέτως τα διόγκωσε όλα με γεωμετρική πρόοδο.
Όλοι θυμούνται πως για δεκαετίες ολόκληρες την κρατική τηλεόραση της Γιουγκοσλαβίας να εκπέμπει το γνωστό σήμα «Μακεδονία» από την περιοχή των Σκοπίων, και αυτό να μεταδίδεται σε όλη την δυτική Μακεδονία. Αυτό φυσικά ήταν μόνο ένα δείγμα της Τιτοϊκής προπαγάνδας περί «μακεδονικού έθνους» από τον εμφύλιο και για δεκαετίες ολόκληρες, που συνέχισε και η σύγχρονη Γιουγκοσλαβία μέχρι την διάλυσή της. Στην πολιτική κατευνασμού της «φίλης» Γιουγκοσλαβίας, ουδέποτε καμιά ελληνική κυβέρνηση αντέδρασε. Μέχρι που ξαφνικά «έσκασε» το πρόβλημα με την ίδρυση των Σκοπίων και ξαφνικά το ελληνικό πολιτικό σύστημα «θυμήθηκε» ότι υπάρχει και η ψευδομακεδονία. Με εξαίρεση το εμπάργκο των λίγων μηνών και τα συλλαλητήρια στις αρχές της δεκαετίας του 1990 που οργάνωσε το ελληνικό πολιτικό σύστημα για ψηφοθηρικούς λόγους, καμιά ουσιαστική αντίδραση αντιμετώπισης του προβλήματος δεν έγινε ποτέ. Και σήμερα, σχεδόν 30 χρόνια μετά, ολόκληρος ο πλανήτης αποκαλεί το γειτονικό κρατίδιο με το όνομα «Μακεδονία» και το πρόβλημα δεν έχει λυθεί επ’ ουδενί.
Η ίδια ακριβώς ιστορία με τις συνεχείς διεκδικήσεις από την Τουρκία. Συνεχής υποχωρητικότητα σε βαθμό δουλικότητας. Και μετά από δεκαετίες υποχωρητικότητας και μη-αντίδρασης, σήμερα όλα όσα μας χώριζαν πριν δεκαετίες έχουν διογκωθεί στον υπερθετικό βαθμό εις βάρος της Ελλάδας. Με την Τουρκία να διεκδικεί ανοιχτά εθνικό έδαφος, ενώ (με την ενεργό συμπαράσταση του ελληνικού κράτους) έχει δημιουργήσει μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση «συνδιοίκησης» στην Θράκη.
Ακριβώς το ίδιο βλέπουμε να συμβαίνει και την περίπτωση των «Τσάμηδων», με τα γεγονότα που συνέβησαν προ ολίγων ημερών. Η εθνικιστική αλβανική ηγεσία, βλέποντας την ελληνική ανυπαρξία σε όλα τα επίπεδα – και κυρίως βλέποντας μια ενεργή άρνηση υπεράσπισης των εθνικών συμφερόντων– προσπαθεί να δημιουργήσει διπλωματικά τετελεσμένα επάνω στα οποία θα «χτίσει» στην συνέχεια, διεκδικώντας από την Ελλάδα.
Με λύπη παρακολούθησα τον (παντελώς ανεπαρκή κατά την προσωπική μου άποψη) Υπ. Εξωτερικών Ν. Κοτζιά να αναφέρει πως «διπλωματικοί κύκλοι θέλουν να εμποδίσουν την ελληνοαλβανική προσέγγιση», με αφορμή το εμετικό πανό των Αλβανών στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, που αναφερόταν στην «ελληνική γενοκτονία 100 χιλιάδων τσάμηδων». Ενώ συνειδητά αρνείται να παραδεχτεί δημοσίως πως οι «διπλωματικοί κύκλοι» στους οποίους αναφέρεται δεν είναι άλλοι από την ίδια την Αλβανική Κυβέρνηση με την οποία συναλλάσσεται, επισκέπτεται και «χασκογελάει» μπροστά στις κάμερες (μάλλον αυτό το κόλλησε από τον πρωθυπουργό του…). Προσωπικά ο γράφων δεν περίμενε κάτι περισσότερο από έναν άνθρωπο που υπάρχει καταγγελία στην Βουλή ότι έχει πλαστό βιογραφικό. Ολόκληρη η «παρέα» του Τσίπρα τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά προσωπικής αναξιοσύνης και ανεπάρκειας έχουν.
Για να μη παρεξηγηθώ, ποτέ δεν υποστήριξα πως πρέπει να κάνουμε «πόλεμο», για να υπερασπιστούμε τα εθνικά συμφέροντά μας. Από την «πόλεμο» μέχρι την πλήρη δουλικότητα όμως υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα ενεργειών που θα μπορούσαν να λάβουν χώρα. Για παράδειγμα, ο γράφων δεν θα προχωρούσε ποτέ σε φιλική επίσκεψη σε μια χώρα, για την οποία υπάρχουν διαπιστωμένες πληροφορίες ότι θέλει να τορπιλίσει την συνάντηση και να εκθέσει την Ελλάδα. Και ο οποιοσδήποτε πολιτικός που σέβεται την πατρίδα και τον εαυτό του, δεν θα το έκανε. Αντίθετα, ο κ. Κοτζιάς παρέβλεψε τις (παντελώς υποκινούμενες) αντιδράσεις των Τσάμηδων κατά την επίσκεψή του στην Αλβανία, και όλο «χαμόγελα» βγήκε να μας πει πόσο καλά πάνε οι ελληνοαλβανικές σχέσεις. Μόλις μερικές μέρες αργότερα, βγήκε και το πανό στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Γνωστό ρητό αναφέρει πως «κανένας δεν πρόκειται να σε σεβαστεί, αν εσύ δεν σέβεσαι τον εαυτό σου». Στην περίπτωση της διαχρονικής ελληνικής διπλωματίας και την σημερινής κυβέρνησης, αυτό δείχνει να ταιριάζει «γάντι»…
Παύλος Κιλίντζης
Μέλος της Ένωσης Κεντρώων