Αφορμή για να γράψω το παρόν σήμερα, είναι η μνήμη του ιερομάρτυρος αγίου Κοσμά του Αιτωλού. Μιας μορφής της Ελλάδας του 18ου αιώνα, η οποία άφησε την προσωπική ευκολία, για να στηρίξει, διδάσκοντας τον χειμαζόμενο Ελληνισμό της Ηπείρου και ειδικά της Βορείου. Μαρτύρησε με τα λόγια του, αλλά εν τέλει και με την ίδια του την ζωή, στις 24 Αυγούστου του 1779. Ποιος δάσκαλος σήμερα θα μας μιλήσει για την ένδοξη ιστορία της Ηπείρου και ειδικά της Βορείου Ηπείρου; Από το ξεπούλημα της περιοχής από τον Βενιζέλο, μετά το 1912-13, την εγκαθίδρυση ενός προτεκτοράτου ουσιαστικά δυνάμεων όπως η Ιταλία και η Αυστρία, η μαρτυρική Ήπειρος και ειδικά η Βόρειος Ήπειρος, πέρασε πολλά. Ειδικά με τον τρισάθλιο Εμβέρ Χότζα, του οποίου τα σκηνώματα προσκυνούσαν με ευλάβεια αλληλέγγυοι, ενώ τύποι που σήμερα είναι υπουργοί, πρωτοστατούσαν με τα τάγματα εφόδου, στο να σπάνε στο ξύλο τις συγκεντρώσεις στήριξης του εκεί Ελληνισμού. Με αφορμή τα παραπάνω και την μνήμη του ηπειρωτικού Ελληνισμού, θα αναφερθούμε σήμερα σε μια άλλη μεγάλη μορφή, αρχαία αυτή τη φορά, η οποία συνδέθηκε με τον ηπειρωτικό Ελληνισμό, με προεκτάσεις οι οποίες φθάνουν έως τον Μέγα Αλέξανδρο.
Ο Έλενος, ήταν απολλώνιος οιωνοσκόπος, σε μια τέχνη η οποία χαρακτήριζε την Φρυγία και σε μια πόλη, η οποία είχε ως μυστική λατρεία την καβείρια. Ήταν υιός του Πριάμου και αδελφός της Κασσάνδρας (Όμηρος, Ιλιάς, Ζ΄, 76). Ήταν ο μάντης τον οποίο εξανάγκασε ο Οδυσσέας να χρησμοδοτήσει για το εάν και πως θα πέσει η Τροία. Ο Έλενος αποκάλυψε στον Οδυσσέα, πως η Άλωση της Τροίας για να συντελεσθεί, θα έπρεπε να κληθεί και να μετάσχει απόγονος του Αιακού (Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκης Επιτομή, Ε΄, 9-11). Εκεί ονοματίσθηκε ο Νεοπτόλεμος ως ο ευλογημένος του χρησμού. Η παράδοση αυτή των ευλογημένων απογόνων του Αιακού, συνεχίστηκε με τον νικητή των Περσών Μιλτιάδη και ολοκληρώθηκε στον μέγιστο Αλέξανδρο τον Γ΄.
Ο Έλενος επέζησε της σφαγής η οποία επακολούθησε της Αλώσεως της Τροίας και κυρίως του ξεκληρίσματος της βασιλικής οικογένειας του Πριάμου. Ο Αινείας τον συνάντησε στο Βουθρωτό της Ηπείρου, πόλη την οποία οίκησε ο ίδιος ο Έλενος (Vergilius, Aeneas, III, 291-297). Εκεί συνάντησε την Ανδρομάχη, η οποία στο μεταξύ είχε γίνει σύζυγος του Νεοπτολέμου, ο οποίος είχε καταστεί βασιλέας εκεί και ο οποίος στην συνέχεια παρέδωσε την σύζυγό του στον Έλενο. Ο Νεοπτόλεμος είναι ο πρόγονος της Ολυμπιάδος, μητρός του Μεγάλου Αλεξάνδρου, δια της οποίας συνδέθηκε ο Οίκος της, με τον γενάρχη Αιακό. Λέγονταν και Πύρρος και εξ αυτού προέκυψε το κατεξοχήν ηπειρωτικό όνομα (Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, «Παρεκβολαί εις την Ομήρου Οδύσσειαν», στο Eustathii Archiepiscopi Thessalonicensis: Commentarii and Homeri Odysseam, I, 1463 (Lipsiae: J. A. Weigel, 1825), 121). Με τον θάνατο του Νεοπτόλεμου, ο Έλενος λαμβάνοντας την Ανδρομάχη ως σύζυγο, κληρονόμησε το βασίλειο του Νεοπτολέμου (Vergilius, Aeneas, L, 333-334). Απέκτησαν και ένα γιό μαζί, τον Κεστρίνο (Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, Β΄, «Κορινθιακά» 23, 6). Με αυτόν τον ιδιότυπο Γάμο, η βασιλική οικογένεια της Μακεδονίας, μπορούσε να επικαλεστεί συγγένεια και κληρονομικά δικαιώματα στην Τροία και την Φρυγία, ίσως και την καβείρια λατρεία. Η δυναστεία, πλέον, μπορούσε να επικαλείται άρρηκτους δεσμούς με την τρωική βασιλική οικογένεια και τον Δάρδανο οικιστή της Σαμοθράκης. Βέβαια δεν έπαψε η παρουσία των απογόνων του εξ Αιακού Νεοπτολέμου, οι οποίοι κυριάρχησαν στην Ήπειρο, αλλά και στο ιερό της Δωδώνης (Πίνδαρος, Νεμεονίκαις, Δ΄, 52-54. Βλ. και Υπερείδης, Υπέρ Ευξενίππου εισαγγελίας απολογία προς Πολύευκτον, 25). Αυτό συνέβη συν τοις άλλοις, αφού ο Έλενος όρισε διάδοχό του όχι τον υιό του, αλλά τον υιό του Νεοπτολέμου Μολοσσό.
Αν αυτά φαίνονται παράλογα, ας ανατρέξουμε στο γεγονός πως για τα ανομήματα και τις ασέβειες του Νεοπτόλεμου (Vergilius, Aeneas, II, 547-553), ο Αλέξανδρος επιζήτησε τον εξευμενισμό του Πριάμου, θυσιάζοντας στην Τροία και τον περίφημο βωμό του Ερκείου Διός, όπου εκτυλίχθηκαν οι εκτελέσεις του Νεοπτόλεμου (Αρριανός, Ανάβασις Αλεξάνδρου, Α΄, 11. Βλ. και Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, Ι΄, «Φωκικά», 27, 2). Εξάλλου ο Νεοπτόλεμος μυθολογούνταν, ως εμπρηστής ναού του Απόλλωνος και η Αμφίπολη, όπως και η Τροία, αλλά και οι Τημενίδες, είχαν τον Απόλλωνα ως δεσπόζουσα λατρεία (Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, Β΄, «Κορινθιακά» 5, 5). Η σύνδεση αυτή του μάντη Ελένου με τους απογόνους του Αιακού, αλλά και το βασίλειο των Μολοσσών, θα αποβεί, ίσως, σημαντική στην μελέτη του ιερού μνημείου της Αμφιπόλεως, αλλά αυτό σε επόμενη μεγάλη δημοσίευση.