Στην έναρξη καθεμιάς από τις συναντήσεις που κάνει ο Μουσουρούλης με τους
θεσμικούς φορείς, είθισται να του ” την πέφτουν” για τη ΔΕΗ, και την
επιδιωκόμενη παράταση στη λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων. Ο συντονιστής
απαντάει τελείως ψυχρά και κυνικά, πως ο ρόλος του δεν είναι να αποφασίσει την
ενεργειακή πολιτική της χώρας, και δεν είναι στα μέρη μας για το λόγο αυτό. Ο
Μουσουρούλης υποστηρίζει πως είναι εδώ για να συζητήσει εκ μέρους της
κυβέρνησης με την κοινωνία μας, για το πως θα επενδυθούν τα χρήματα από το
Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, και ζητάει προτάσεις για επενδύσεις. Και μέχρι τώρα,
έχει λάβει ελάχιστα εισερχόμενα σε επίπεδο προτάσεων.
Δυστυχώς η κρισιμότητα της στιγμής δεν έχει γίνει κατανοητή από πολλούς εκ των
θεσμικών παραγόντων της περιοχής. Υπάρχουν πολλοί που είναι κολλημένοι στο
λιγνίτη, και αυτό δεν είναι κακό. Είναι όμως κακό, όταν σου μιλάνε για την
επόμενη μέρα, εσύ να μιλάς στείρα για το λιγνίτη και μόνο για το λιγνίτη. Χωρίς
καμία άλλη πρόταση χωρίς καμία άλλη προοπτική. Επίσης είναι θεσμικά απαράδεκτο,
να μιλάς με απαξιωτικό τρόπο για το ότι “οι ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΣ θα τα δώσουν όλα
όσο-όσο στους Γερμανούς”, και άλλα ασυνάρτητα επιχειρήματα ρητορικής
βγαλμένης από το αντιμνημονιακο χρονοντούλαπο.
Καλή και χρήσιμη η κριτική στα δημοκρατικά πολιτεύματα. Αλλά πρέπει να είναι παραγωγική, να συνοδεύεται με αντιπροτάσεις, και να είναι ωφέλιμη. Όπως επίσης να περιέχει αιτήματα που να μπορείς να διεκδικήσεις από την Πολιτεία, και όχι αιτήματα των οποίων η αποδοχή εξαρτώνται από την παγκόσμια ενεργειακή κοινότητα. Κυρίως, η κριτική μπορεί και πρέπει να μας οδηγήσει στη νέα εποχή. Αν είμαστε συνολικά απέναντι στη νέα εποχή, θα φτάσει η ώρα που το υδρογόνο θα αντικαταστήσει “βίαια” το φυσικό αέριο κι εμείς σαν γραφικοί θα απαιτούμε το λιγνίτη.