Το Σύστημα Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας (BANCAPP) ενεργοποιεί το προσεχές διάστημα η ΑΑΔΕ. Πρόκειται για το νέο ψηφιακό “όπλο” που έχει στα χέρια της η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων για τον εντοπισμό περιπτώσεων αδικαιολόγητης προσαύξησης περιουσίας που υποκρύπτουν τη διάπραξη αδικημάτων εκτεταμένης και μεγάλης φοροδιαφυγής.
H νέα ηλεκτρονική εφαρμογή θα δώσει τη δυνατότητα στις ελεγκτικές αρχές να λαμβάνουν με εξπρές διαδικασίες και να επεξεργάζονται στοιχεία και πληροφορίες από τα πιστωτικά ιδρύματα για το ύψος των καταθέσεων τους επενδυτικούς λογαριασμούς, τις πιστωτικές και προπληρωμένες κάρτες, τις τραπεζικές θυρίδες, τους λογαριασμούς αλλά και τα ηλεκτρονικά πορτοφόλια για τα ελεγχόμενα πρόσωπα.
Τα στοιχεία αυτά θα τα αντιπαραβάλλονται με τις φορολογικές δηλώσεις προκειμένου να διαπιστωθεί αν το ύψος της κινητής περιουσίας και οι δαπάνες διαβίωσης δικαιολογούνται από τα εισοδήματα που εμφανίζουν στην εφορία. Σε περίπτωση που δεν καλύπτονται θα θεωρείται αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας και το υπερβάλλον ποσό θα φορολογείται με συντελεστή 33%.
Ήδη τα μεγάλα πιστωτικά ιδρύματα αποστέλουν στοιχεία στον ελεγκτικό μηχανισμό αν και ακόμα το νέο σύστημα δεν έχει ενεργοποιηθεί στο σύνολο του. Και αυτό καθώς γίνονται τα απαραίτητα τεστ για να επιλυθούν όποια προβλήματα ανακύπτουν. Κάποιες από τις μικρότερες τράπεζες θα ενταχθούν σε δεύτερο χρόνο αναφέρουν από τη φορολογική διοίκηση.
Τα στοιχεία που θα δίνουν οι τράπεζες
Τα στοιχεία που θα αποστέλλουν τραπεζικά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα προσδιορίζονται αναλυτικά στην απόφαση και αφορούν:
1. Καταθέσεις πρώτης ζήτησης και προθεσμιακές
2. Χορηγήσεις
3. Επενδυτικούς λογαριασμούς με παντός είδους χαρτοφυλάκια επενδυτικών προϊόντων και αξιογράφων, όπως αμοιβαία κεφάλαια, ομόλογα, μετοχές, τραπεζοασφάλιστρα, παράγωγα, Repos κ.λπ.
4. Πιστωτικές κάρτες
5. Τραπεζικές θυρίδες
6. Λογαριασμούς Πληρωμών
7. Προπληρωμένες Κάρτες
8. Ηλεκτρονικά πορτοφόλια
Τα στοιχεία και οι πληροφορίες που διαβιβάζονται, δύναται να ανατρέχουν στην τελευταία δεκαετία από την ημερομηνία υποβολής κάθε αιτήματος παροχής πληροφοριών ενώ κάθε αίτημα πρέπει να απαντηθεί το αργότερο εντός δύο εργάσιμων ημερών.
Η διαδικασία
-Με την έκδοση εντολής ελέγχου, το αίτημα προωθείται αυτόματα, από την ΑΑΔΕ μέσω του κόμβου ηλεκτρονικής διασύνδεσης και επικοινωνίας στα πιστωτικά ιδρύματα και σε όλα τα υπόχρεα πρόσωπα.
-Υποχρεούνται σε απάντηση και αποστολή των αρχείων εντός δύο εργάσιμων ημερών, με εξαίρεση στις περιπτώσεις που το αίτημα καταλαμβάνει ελεγχόμενο διάστημα μεγαλύτερο των πέντε ετών οπότε και η αποστολή των αρχείων θα γίνεται εντός πέντε εργάσιμων ημερών.
– Η επικοινωνία των αιτημάτων μεταξύ της ΑΑΔΕ και των υπόχρεων προσώπων θα πραγματοποιείται μέσω των υποδομών της ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ. Η πληροφορία που ανταλλάσσεται μέσω των καναλιών διαβίβασης της ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ αφορά στα στοιχεία των ελεγχόμενων .
– Για την άρση απορρήτου, μέσω του συστήματος , προϋπόθεση είναι η γνώση και συμπλήρωση του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) του φυσικού ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας για το οποίο πραγματοποιείται η άρση του τραπεζικού απορρήτου ενώ για την υποβολή αιτήματος άρσης πρέπει να έχουν προηγηθεί όλες οι απαραίτητες διαδικασίες έγκρισης της άρσης του τραπεζικού απορρήτου που προβλέπονται για τις ελεγκτικές υπηρεσίες.
Πηγή: https://www.capital.gr