Τι είναι οι έφηβοι λόγοι; Είναι οι σκέψεις και τα όνειρα των εφήβων του σήμερα, όσα τους πληγώνουν κι όσα τους γεμίζουν ελπίδα. Είναι οι στίχοι, τα πεζά κείμενα και τα σκίτσα τους. Σ’ αυτήν εδώ τη στήλη, λοιπόν, οι μαθητές του 1ου Γυμνασίου Πτολεμαΐδας τολμούν και τα παρουσιάζουν.
Σε κάθε παραμύθι, τραγούδι ή κείμενο που ακούω ή διαβάζω, από πολύ παλιά, υπάρχει μέσα η λέξη «αγάπη». Αυτό όμως που δεν μπορούσα να καταλάβω ήταν η σημασία αυτής της λέξης. Μήπως είναι κάτι πολύ δυνατό ή είναι κάτι που έχουν θεοποιήσει οι άνθρωποι; Όσο περνούσαν τα χρόνια συνειδητοποιούσα σιγά σιγά τη σημασία της, είτε μέσα από την οικογένεια, είτε μέσα από το φιλικό μου περιβάλλον. Πολλές φορές με τρόμαζε ο τρόπος που με έκανε να νιώθω, επειδή έκανε τα συναισθήματά μου να εκρήγνυνται μέσα σε ένα λεπτό.
Απ’ όσο θυμάμαι το πραγματικό πρόσωπο της αγάπης το γνώρισα όταν ήμουν στην εφηβεία. Δεν ήταν όμως μια συνηθισμένη αγάπη για εκείνη την ηλικία, δεν ήταν απλή, δεν ήταν ακόμη ένα πρόσωπο που θα χανόταν στο πέρασμα του χρόνου. Το σίγουρο είναι ότι αν κάτσω και σκεφτώ, θα έρθουν στο μυαλό μου αμέτρητα επίθετα που μπορώ να χαρακτηρίσω αυτή την αγάπη. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, ήταν Ιούλιος του 2001, όταν γνώρισα -όπως έλεγε και η γιαγιά μου- την παντοτινή αγάπη. Ήρθε στον κόσμο η αδερφή μου. Ήμουν τόσο χαρούμενη. Όσο περνούσαν τα χρόνια, την έβλεπα να μεγαλώνει, να ομορφαίνει, να μαθαίνει καινούργια πράγματα, να κάνει φίλους και φίλες, χωρίς όμως να σκεφτεί αν αυτοί οι φίλοι ήταν καλοί, κάτι που της στοίχησε τη ζωή.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά, ήταν μια μέρα του Φλεβάρη, που η αδερφή μου είχε πάει σε ένα πάρτι μιας φίλης της για τα δέκατα έβδομα γενέθλιά της. Είχε στολιστεί, είχε μακιγιαριστεί και ήταν πιο όμορφη από ποτέ. Συγκεκριμένα, έχει χαραχθεί στο μυαλό μου η στιγμή που της είπα να προσέχει και έκλεισα την πόρτα του σπιτιού. Την πήρα τηλέφωνο όσο ήταν στο πάρτι να την ρωτήσω πώς περνάει και πότε θα επιστρέψει. Μου είχε πει ότι ήταν καλά και ότι μπορεί να κοιμόταν στη φίλη της. Την είχα ακούσει καλά και την εμπιστευόμουν, ήξερα ότι δε θα συνέβαινε κάτι. Σκέφτηκα ότι «έτσι κι αλλιώς, δεν πίνει ποτέ».
Σχεδόν μετά από δύο ώρες έπεσα για ύπνο και ξαφνικά χτύπησε το τηλέφωνο. Κοίταξα το ρολόι και έδειχνε 4. Το σήκωσα και άκουσα μια φωνή να κραυγάζει και να λέει, «βοήθεια, βοήθεια, έλα να με πάρεις από εδώ, φοβάμαι, δεν ξέρω τι κάνω». Τινάχτηκα από το κρεβάτι και έτρεξα στην αδερφή μου. Μόλις έφτασα στο σπίτι της φίλης της, είδα ένα πλήθος κόσμου μαζεμένο γύρω από ένα διαλυμένο αυτοκίνητο. Με είδε η φίλη της αδερφής μου από μακριά και έτρεξε να μου πει τι είχε συμβεί. Κατάλαβα ότι κάτι πολύ άσχημο είχε γίνει και σκούντηξα τους ανθρώπους που ήταν μπροστά μου για να δω το αυτοκίνητο. Το βλέμμα μου πήγε αμέσως στο κολιέ που υπήρχε πεταμένο δίπλα από την πόρτα του αυτοκινήτου. Σοκαρισμένη ύψωσα το βλέμμα μου στη φίλη της, πρόσεξα τα δακρυσμένα μάτια της και μου εξήγησε με μια φράση: «Αγώνες δρόμου».
Στέλλα Τσαχουρίδου
μαθήτρια της Γ΄ τάξης
του 1ου Γυμνασίου Πτολεμαΐδας