Η Δυτική Μακεδονία υπήρξε επί δεκαετίες το ενεργειακό κέντρο της Ελλάδας, πληρώνοντας όμως βαρύ υγειονομικό και περιβαλλοντικό τίμημα. Νέα μελέτη από το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, την Ιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το Γενικό Νοσοκομείο Πτολεμαΐδας αναλύει για πρώτη φορά, με συστηματικό τρόπο, τη σχέση ανάμεσα στη ρύπανση από τη λιγνιτική δραστηριότητα και τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Atmosphere στις 11 Δεκεμβρίου 2025 και στηρίζεται σε δεδομένα δέκα ετών, από το 2011 έως το 2021.
Το επίκεντρο αφορά το μεγαλύτερο λιγνιτικό σύμπλεγμα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, που ανήκε στη ΔΕΗ και λειτουργούσε στις περιοχές Κοζάνης, Πτολεμαΐδας, Αμυνταίου και Φλώρινας. Το εργοστάσιο Αμυνταίου–Φιλώτα, καθώς και οι μονάδες σε Πτολεμαΐδα και Φλώρινα, αποτελούσαν κύρια πηγή εκπομπών αιωρούμενων σωματιδίων PM10, διοξειδίου του θείου (SO2) και οξειδίων του αζώτου (NO, NO2, NOx). Η μελέτη αξιοποίησε δεδομένα από επτά σταθμούς παρακολούθησης ποιότητας αέρα και τα αντιστοίχισε με τις ημερήσιες εισαγωγές στα νοσοκομεία Κοζάνης, Πτολεμαΐδας, Φλώρινας και Γρεβενών.
Οι ασθένειες που εξετάστηκαν αφορούσαν οξέα στεφανιαία σύνδρομα, καρδιακή ανεπάρκεια, αρρυθμίες, υπερτασική καρδιοπάθεια και πνευμονική καρδιοπάθεια. Πρόκειται για παθήσεις με αποδεδειγμένη ευαισθησία στη ρύπανση, καθώς ακόμη και βραχυπρόθεσμη αύξηση σωματιδίων ή αερίων ρύπων μπορεί να επιβαρύνει καρδιαγγειακά ευάλωτους πληθυσμούς.
Τα στοιχεία της δεκαετίας δείχνουν καθαρή πτωτική πορεία των ρύπων. Στη Φλώρινα τα PM10 μειώθηκαν από περίπου 75 μg/m3 το 2011 σε περίπου 30 μg/m3 το 2021, ενώ στην Πτολεμαΐδα από 53 σε μόλις 11 μg/m3. Το SO2 σχεδόν μηδενίστηκε, με πάνω από 90% μείωση. Παράλληλα μειώθηκαν και τα NO2 και NOx, αν και με λιγότερο δραστικές μεταβολές. Η πτώση αυτή συμβαδίζει χρονικά με τη σταδιακή απολιγνιτοποίηση και την απόσυρση παλαιών μονάδων. Η βελτίωση μετά το 2016–2017 ήταν εμφανής σε όλες τις μετρήσεις.
Ταυτόχρονα, σημειώθηκε σημαντική μείωση στις εισαγωγές για καρδιαγγειακά περιστατικά. Στην Πτολεμαΐδα οι εισαγωγές τον χειμώνα μειώθηκαν από 171 το 2011 σε 132 το 2021. Στην Κοζάνη από 146 σε 98. Στη Φλώρινα από 99 σε 58. Μόνο τα Γρεβενά έμειναν σταθερά, όπως ήταν αναμενόμενο καθώς είναι η λιγότερο επιβαρυμένη περιοχή. Η μείωση κυμαίνεται από 20% έως 40% στις πιο επιβαρυμένες ζώνες.
Στις στατιστικές αναλύσεις προέκυψαν καθαρά σήματα συσχέτισης ανάμεσα στη ρύπανση και τις εισαγωγές. Στη Φλώρινα βρέθηκε θετική σχέση ανάμεσα στα PM10 και τις ημερήσιες εισαγωγές. Στην Πτολεμαΐδα, το SO2 – δείκτης της καύσης λιγνίτη – εμφάνισε σημαντική θετική συσχέτιση. Στην Κοζάνη, το NO2 των αστικών και βιομηχανικών πηγών σχετίστηκε με αύξηση καρδιολογικών περιστατικών. Παρότι οι συσχετίσεις είναι μέτριας έντασης, δείχνουν ότι ακόμη και ήπιες αυξήσεις ρύπων οδηγούν σε μετρήσιμη αύξηση συμβάντων.
Το άρθρο υπογραμμίζει ότι η μείωση της ρύπανσης συνοδεύτηκε από παράλληλη πτώση καρδιαγγειακών συμβάντων, ένα εύρημα που συναντάται διεθνώς όταν περιορίζεται η καύση ορυκτών καυσίμων. Η δημοσιευμένη ανάλυση τονίζει πως ο πληθυσμός των περιοχών κοντά στις μονάδες λιγνίτη είχε επί χρόνια αυξημένα καρδιαγγειακά νοσήματα, αλλά η κατάσταση βελτιώθηκε όσο οι μονάδες έκλειναν και οι εκπομπές μειώνονταν. Συμπερασματικά η ρύπανση από λιγνίτη άφησε έντονο αποτύπωμα στην υγεία της Δυτικής Μακεδονίας. Η απολιγνιτοποίηση ήδη αποδίδει υγειονομικά οφέλη, όμως απαιτείται συνεχής παρακολούθηση της ποιότητας του αέρα και στοχευμένη πρόληψη, ώστε οι καρδιαγγειακοί κίνδυνοι να μειωθούν ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια.
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση https://www.mdpi.com/2073-4433/16/12/1397
Αναφορά: Βασιλακόπουλος, Βασίλειος, Ιωάννης Κανονίδης, Γιώργος Φραγκούλης, Χριστίνα-Ιωάννα Παπαδοπούλου και Στέργιος Γκανάτσιος. 2025. “Καρδιαγγειακές Επιπτώσεις της Ατμοσφαιρικής Ρύπανσης σε μια Περιοχή Καύσης Άνθρακα: Μια Δεκαετία Δεδομένων Νοσοκομείων από τη Δυτική Μακεδονία, Ελλάδα”
Atmosphere 16, αρ. 12: 1397. https://doi.org/10.3390/atmos16121397
Πηγή: cibum.gr


































