Η νόσος είναι αποτέλεσμα χρονιάς μόλυνσης του βλεννογόνου του μέσου αυτιού η οποία λαμβάνει χώρα σε έδαφος τοπικά ελαττωμένης ανοσολογικής αμυντικής ικανότητας.
Η μειωμένη ανοσολογική άμυνα συμβαίνει στα πρώτα χρόνια της ζωής υπό την επίδραση γενετικών ή επίκτητων αιτιών. Απ’αυτά τη μεγαλύτερη σημασία έχει η διαταραχή της λειτουργιάς της ευσταχιανής σάλπιγγας κατά την βρεφική και παιδική ηλικία.
Η αυξημένη λοιμογόνος δύναμη των μικροβίων, οι συχνές ρινοφαρυγγικές λοιμώξεις, η υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων, η σκολίωση ρινικού διαφράγματος, η μη έγκαιρη θεραπεία ή η πρόωρη διακοπή της θεραπείας της οξείας μέσης ωτίτιδας είναι επιπλέον παράγοντες οι οποίοι ευνοούν την εγκατάσταση της χρόνιας μέσης ωτίτιδας.
Σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη χρόνιας μέσης ωτίτιδας παίζουν και οι ανατομικές ιδιαιτερότητες του κάθε ωτός. Είναι μάλιστα δυνατόν η χρόνια μέση ωτίτιδα να εκδηλωθεί χωρίς να έχουν προηγηθεί τα θορυβώδη συμπτώματα της οξείας μέσης ωτίτιδας.
Χαρακτηριστικό κλινικό γνώρισμα της χρόνιας μέσης ωτίτιδας είναι η μόνιμη τυμπανική διάτρηση και η βαρηκοΐα αγωγιμότητας.
Άλλα συμπτώματα της πάθησης είναι η υποτροπιάζουσα ωτόρροια(τρέχει υγρό από το αυτί), οι εμβοές και, συνήθως, η απουσία πόνου. Ενίοτε μπορεί να υπάρχουν κάποια από αυτά τα συμπτώματα ή και όλα μαζί. Σε περίπτωση χολοστεατώματος(συσσώρευση κεράτινων στοιχείων της επιδερμίδας στο μέσο ους), τα επεισόδια ωτόρροιας είναι πιο συχνά, το υγρό μπορεί να είναι δύσοσμο, η βαρηκοΐα συνήθως πιο σοβαρή και σε παραμελημένες ή αδιάγνωστες περιπτώσεις έχουμε και επιπλοκές, ενίοτε πολύ σοβαρές.
Σε περίπτωση απλής διάτρησης της τυμπανικής μεμβράνης χωρίς επεισόδια ωτόρροιας, χωρίς ιδιαίτερη βαρηκοΐα-εμβοές ή εάν δεν ασχολείστε με θαλασσιά σπορ, μπορείτε απλά να παρακολουθείτε τακτικά το αυτί σας στον ωτορινολαρυγγολόγο, και να προσέχετε να μην εισέρχεται νερό στον έξω ακουστικό πόρο. Το ίδιο ισχύει και σε ηλικιωμένους ασθενείς με συνοδά προβλήματα υγείας. Σε νεαρούς και υγιείς ασθενείς που δεν επιθυμούν τέτοιου είδους δέσμευση ή ασχολούνται με θαλάσσιες δραστηριότητες, μπορεί να γίνει τυνπανοπλαστική και αποκατάσταση της διάτρησης με μόσχευμα, υπό γενική αναισθησία. Το ποσοστό επιτυχίας του χειρουργείου σε απλές και στεγνές διατρήσεις είναι πολύ υψηλό. Στα παιδιά, σε ανεπίπλεκτες και χωρίς ωτόρροια περιπτώσεις, υπάρχει περιθώριο να περιμένουμε μέχρι την εφηβεία για το χειρουργείο.
Τα συχνά επεισόδια ωτόρροιας είναι ένδειξη για χειρουργική αποκατάσταση. Χρειάζεται καλή προεγχειρητική αξιολόγηση για την αύξηση της πιθανότητας επιτυχίας του χειρουργείου. Είναι σημαντικό να μην έχει υπάρξει επεισόδιο ωτόρροιας τους τελευταίους μήνες.
Σε περίπτωση χολοστεατώματος (συμπεριφέρεται σαν όγκος) πρέπει να επέμβουμε το συντομότερο δυνατόν. Οι περιπτώσεις αυτές είναι πολύ δύσκολες και απαιτούν άριστη γνώση της ανατομίας και εμπειρία από τον θεράποντα ιατρό.
Όπως ήδη αναφέραμε το χειρουργείο της χρόνιας μέσης ωτίτιδας απαιτεί γενική αναισθησία. Ανάλογα τι κάθε περίπτωση επιλέγεται η προσπέλαση(οπισθοωτιαία, ενδοωτιαία τομή) . Σε επιλεγμένα περιστατικά εφαρμόζεται η ενδοσκοπική μέθοδος. Ο στόχος του χειρουργείου είναι η απομάκρυνση της νόσου, η στεγανοποίηση του αυτιού και αν είναι δυνατόν η αποκατάσταση της ακοής. Η νοσηλεία στην κλινική είναι βραχείας διάρκειας.
Η μετεγχειρητική περίοδος απαιτεί μεγάλη προσοχή. Εκτός από την λήψη αντιβίωσης, αναλγητικών σκευασμάτων και ωτικών σταγόνων συνιστάται αποφυγή σωματικής άσκησης, καπνίσματος, πρόληψη κρυολογήματος, αποφυγή εισόδου νερού στο χειρουργηθέν αυτί για όσες ημέρες οριστεί από τον χειρουργό. Μερικά γαζάκια και φύλλα σιλικόνης που τοποθετούνται στον έξω ακουστικό πόρο κατά την διάρκεια του χειρουργείου αφαιρούνται συνήθως εντός δέκα-δεκατεσσάρων ημερών.
Σε κάθε περίπτωση ιστορικού ωτίτιδας, βάρους στο αυτί, πτώσης ακοής, εμβοών, ζάλης συνιστάται προληπτικός έλεγχος σε Ωτορινολαρυγγολόγο για αποφυγή σοβαρών επιπλοκών.