‘- Παει χαθηκε η ντροπή.
– Που πήγε;
– Δεν ξέρω.
– Μήπως υπερβάλλεις;
– Κοίτα, φώναξε, “ντροπήηηη”.
– Ε, τι;
– Τι τι; Απάντησε κανείς; Όχι. Άρα πήγε χάθηκε.
– Μωρέ, τα παραλές.
– Κοίτα. Πάει ας πούμε Ένας και λέει “Έτσι”. Μετά από λίγο πάει πάλι ο Ένας και λέει.”Αλλιώς”. Λίγο πιο μετά, πάει ξανά μανά ο Ένας και λέει, “Ούτε έτσι ούτε αλλιώς, αλλά στη χαραμάδα”.
– Σώπα τώρα, γίνεται αυτό
– Γίνεται. Άμα χάνεται η ντροπή!
– Πως χάνεται;
– Δεν ξέρω.
– Που πάει;
– Δεν ξέρω.
– Γιατί;
– Γιατί χάνεται. Να σου πω τώρα τ’ άλλο.
– Έχει κι άλλο;
– Αμέ. Λέει τώρα ο Άλλος, “Εγώ ήρθα και θα μείνω”.
– Του λες, “Αφού δε σε θέλουν”.
– Σου λέει, “Ποιος το λέει”;
– Του λες, “Πάνε ρώτα:.
– Σου λέει, να ρωτήσω. Ρωτάει, “Με θες εσύ”;
– Όχι!
– Εσύ, μήπως;
– Ούτε καν!
– Εσύ τότε. Ναι ρε εσύ που κρύβεσαι πίσω απ’ τον άλλο. Δε μπορεί. Εσύ θα με θες.
– Ούτε και ποτέ!
– Με θέτε δε με θέτε εγώ θα μείνω!
– Λέω εγώ γιατί; Γιατί χάθηκε η ντροπή! Λeει τότε ένας Τρίτος.
– Εγώ όμως έχω ντροπή.
– Εσύ πάλι ποιος είσαι;
– Λέει, “Εγώ είμαι οοοο……”
– Ποιος είσαι βρε;
– Εγώ είμαι που έρχομαι…
– Αααα. Ε και τι;
– Εγώ έχω ντροπή.
– Που τη βρήκες;
– Την έχω από παλιά.
– Μήπως είν’ ληγμένη;
– Λήγει η ντροπή;
– Γιατί όχι, πως πάει χάνεται.;
– Να ψάξουμε βρε παιδί μου μήπως τη βρούμε.
– Ψάξε εσύ. Εγώ θα κάτσω καραούλι να φυλάω τη δική μου. Ξες τι γίνεται;