Σήμερα, ενενήντα περίπου χρόνια μετά τη μικρασιατική καταστροφή και τον ξεριζωμό και πέντε χρόνια μετά την οικονομική καταστροφή της χώρας μας, επιβάλλεται να αναζητήσουμε τα αίτια της τότε οικονομικής ανάπτυξης και της τωρινής κατάρρευσης της πατρίδας μας.
Το 1922 ήταν αδύνατο να προβλέψει κάποιος ,ότι οι πένητες πρόσφυγες θα αποτελούσαν την αιτία για την μεγαλύτερη οικονομική και παραγωγική ανάπτυξη της χώρας.
Οι πρόσφυγες, ως σμήνη εργατικών μελισσών, επιστράτευσαν όλες τις δημιουργικές τους δυνάμεις και μέσα από το απόλυτο χάος και την καταστροφή έκαναν την άγονη γη γόνιμη και ταυτόχρονα ανέπτυξαν το εμπόριο και τη βιομηχανία.
Με το δημιουργικό τους πνεύμα ανέπτυξαν ιδιαίτερα τη γεωργία δίνοντάς την δυνατότητες αντίστοιχες με αυτές των ανεπτυγμένων χωρών της εποχής.
Είναι χαρακτηριστικό αυτό, που ομολόγησε ο Αλέξανδρος Διομήδης, διοικητής της εθνικής τράπεζας το 1933:
“Ουδέποτε η Ελλάς παρουσίασε τέτοια ένταση καλλιεργητικής δράσεως, κύριος παράγον της οποίας υπήρξαν οι πρόσφυγες.. Οι εξαγωγές της Ελλάδος από οχτώ εκατομμύρια στερλίνες το 1923 ανήλθαν σε είκοσι εκατομμύρια το 1929″.
Αργότερα, το 1972, ο διευθυντής του οικονομικού ταχυδρόμου, Γιάννης Μαρίνος, ομολόγησε:
” Ευτυχώς ήρθαν οι πολυμήχανοι εγκέφαλοι της Ανατολής για να διευρύνει το εμπόριο τα όριά του,
και να μας μάθουν, πώς ο βιοτέχνης εξελίσσεται σε βιομήχανο και με ποιον τρόπο κερδίζει την εμπιστοσύνη των αγορών …”.
Αυτή η εξελεγκτική και δημιουργική πορεία συνεχίστηκε μέχρι, που οι δομές του σύγχρονου ελλαδικού κράτους άρχισαν να χτίζονται πάνω σε κομματικές, τοπικιστικές και συντεχνιακές λογικές, που εισήγαγε και επέβαλε το αθηνοκεντικό κράτος. Ένα κράτος, που εναντιώθηκε στις προσφυγικές παραγωγικές δυνάμεις, που μέχρι το τέλος της δικτατορίας εξελίσσονταν και βρίσκονταν σε μία προοδευτική άνοδο.
Οι μεταπολιτευτικές πολιτικές συγκροτήσεις, στηριγμένες απόλυτα στους αθηνοκεντρικούς κομματικούς μηχανισμούς, ανέπτυξαν και διόγκωσαν το υδροκέφαλο αντιπαραγωγικό κράτος της δαιδαλώδους γραφειοκρατίας και του υπαλληλισμού.
Η προσφυγική παραγωγική μηχανή άρχισε να περιθωριοποιείται από την πελοποννησιακή υπαλληλία και να χάνει σταδιακά τα παραδοσιακά πολιτιστικά της χαρακτηριστικά.
Η αθηναϊκή γραφειοκρατία άρχισε να διευρύνεται ως λερναία ύδρα σ’ όλη την προσφυγική περιφέρεια και ιδιαίτερα την Μακεδονία μετά την ένταξή μας στην ευρωπαϊκή κοινότητα.
Η υπαλληλική ελληνολαγνεία απέκτησε τέτοιες διαστάσεις, που προκαθόριζε τις ερωτικές και κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων.
Η ελληνική παιδεία με τις διαχρονικές της αξίες μετατράπηκε σ’ ένα πανεθνικό εκκολαπτήριο δημοσιοϋπαλληλίσκων .Οι εισαγωγικές εξετάσεις στα πανεπιστήμια προκαθορίζονταν από τις υπαλληλικές αμοιβές και την πρόωρη συνταξιοδότηση των επαγγελματικών συντεχνιών .
Οι παραδοσιακές οικογενειακές εμπειρίες και ενασχολήσεις περιφρονήθηκαν και ατόνησαν μπροστά στην υπαλληλική καριέρα, που ταυτίστηκε με την επιτυχία και την καταξίωση.
Η μεγάλη αστυφιλία, με τη διόγκωση της γραφειοκρατίας, δημιούργησε το μεγάλο οικοδομικό γιγαντισμό και την δημιουργία μη παραγωγικών δραστηριοτήτων.
Γεγονός, που παραγκώνισε αναγκαίες και απαραίτητες οικονομικές πρωτοβουλίες, με αποτέλεσμα να απέλθει η οικονομική μας κατάρρευση.
Η ελληνική αστική ολοκλήρωση είναι ίσως το μοναδικό παράδειγμα στον κόσμο, γιατί δε στηρίχθηκε σε αναπτυξιακές παραγωγικές δραστηριότητες αλλά σε παρασιτικές πρωτοβουλίες και δράσεις.
Τεκμήριο αυτής της στρεβλής ανάπτυξης αποτελεί σήμερα η πόλη των Αθηνών, που μόνο ο επισιτισμός της προκαλεί σενάρια τρόμου μπροστά στο ενδεχόμενο μιας ασύντακτης χρεοκοπίας της χώρας μας.
Μπροστά στα απόλυτα αδιέξοδα, που θα επέφερε μια ενδεχόμενη χρεοκοπία, το πολιτικό σύστημα της χώρας επέλεξε την μακρόσυρτη και αργή χρεοκοπία αρνούμενο να αναλάβει της μεταρυθμιστικές του ευθύνες.
Ακολούθησε την τακτική του “έχει ο Θεός” μεταθέτοντας τις δικές του αρμοδιότητες και πρωτοβουλίες, στις πλάτες των ετέρων και δανειστών του!
Αν οι πρόσφυγες της Ανατολής έχτισαν το οικονομικό θαύμα της ελληνικού κράτους ,οι διαχειριστές του πελοποννησιακού κατεστημένου προκάλεσαν την κατάρρευσή του.
Η ελληνική επαρχία, απογυμνωμένη και ερημωμένη από τα πληθυσμιακά της ερείσματα, διερωτάται, πώς θα ανταποκριθεί στις διατροφικές απαιτήσεις της μεγάλης ανθρώπινης πλημμυρίδας, που θα ακολουθήσει μια απευκταία και μοιραία οικονομική μας κατάρρευση…
Όσο οι πολιτικοί θα διαπληκτίζονται στα παράθυρα των εξαγορασμένων τηλεοπτικών “νταβαντζήδων” τόσο θα συντομεύει ο χρόνος αυτής της κατάρρευσης..
Το μεγάλο ερώτημα, που καλείται να απαντήσει ο μελλοντολόγος ή ο προφήτης της ιστορίας, παραμένει εύλογο και επίκαιρο :
Ποιες δυνάμεις θα κληθούν και πάλι να επιφορτωθούν και να πληρώσουν το τίμημα της νέας ελληνικής ανασυγκρότησης….
Μήπως το παραγωγικό υστέρημα της ελληνικής προσφυγικής επαρχίας, θα υπερφορολογηθεί και πάλι για τις ανάγκες του αθηναϊκού μινώταυρου ;…..