Τα τελευταία χρόνια η πολιτική ατζέντα στην Ελλάδα έχει μονοπωληθεί από συζητήσεις για την οικονομία. Ιδίως μετά την ψήφιση του πρώτου μνημονίου η συζήτηση περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ψήφιση και στην εφαρμογή μέτρων, που είναι απαραίτητα για το κλείσιμο μιας αξιολόγησης και την είσπραξη μιας δόσης. Όταν κάποιο άλλο ζήτημα, που δεν εντάσσεται στην αξιολόγηση εμφανίζεται στην επικαιρότητα, πολύ συχνά αντιμετωπίζεται με το απαξιωτικό ερώτημα: “μα αυτό είναι το πρόβλημα της χώρας”;
Είτε πάει να συζητήσει κανείς για τα ανθρώπινα δικαιώματα, για τα θέματα αισθητικής του δημοσίου χώρου ή για το φυσικό περιβάλλον είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα δεχθεί αυτό το ερώτημα. Μάλιστα κάποια εξ αυτών των ζητημάτων είναι χαρακτηρισμένα ως “πονηρά” μιας και τα περιβαλλοντικά θέματα εμφανίζονται στον δημόσιο διάλογο, όταν είναι να καθυστερήσουν κάποια επένδυση ή κάποιο έργο. Οποτεδήποτε ένα θέμα εκτός μνημονιακής ατζέντας τίθεται από κυβερνητικό στέλεχος παραπέμπει σε κίνηση αποπροσανατολισμού, προκειμένου να ψηφιστεί ή να εφαρμοστεί κάποιο επώδυνο μέτρο.
Από την πλευρά των Κυβερνήσεων, ο “ζουρλομανδύας” των μνημονίων αποτελεί, άλλωστε την αιτιολογία μη ικανοποίησης αιτημάτων διαφόρων κοινωνικών ομάδων, ακόμη και όταν εκφράζονται από συμπολιτευόμενους βουλευτές. Οι τρεις τελευταίες κυβερνήσεις (Παπαδήμου, Σαμαρά, Τσίπρα) διατήρησαν άλλωστε, την πλειοψηφία τους στο κοινοβούλιο, στηριζόμενες σε αυτή την πραγματικότητα. Ιδίως, όμως, η σημερινή Κυβέρνηση ανήγαγε την διαπραγμάτευση με τους θεσμούς σε ιερό δισκοπότηρο της πολιτικής της.
Αυτή η πραγματικότητα των τελευταίων ετών έχει απομακρύνει τους πολίτες ακόμη περισσότερο από την πολιτική, καθώς πιστεύουν ότι μικρή σημασία έχει τι συμβαίνει στην Αθήνα, καθώς οι αποφάσεις λαμβάνονται στο Βέλγιο, στη Γερμανία και στις ΗΠΑ.Για να επιστρέψουν στην πολιτική πρέπει πρώτα από όλα να βρουν απαντήσεις στα ερωτήματα της καθημερινότητάς τους.
Πως θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας; Πως και με ποια σειρά θα μειωθούν οι φόροι; Πως το Δημόσιο θα μπορεί να εξυπηρετεί τον πολίτη χωρίς να φέρει προσκόμματα; Πως θα βελτιωθεί η κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία και σχολεία και η ασφάλεια σε κάθε γειτονιά;Η απάντηση είναι, ότι η πολιτική που δημιούργησε το πρόβλημα στη χώρα, είναι αυτή που μπορεί να το λύσει. Αρκεί να ξανακερδίσει το ενδιαφέρον και την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Η πολιτική οφείλει να δίνει απαντήσεις, που έχουν κόστος για κάποιους, αλλά όφελος για πολύ περισσότερους και μάλιστα σε χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει μια κυβερνητική θητεία. Και μάλιστα χωρίς να αρκείται στα τρέχοντα, τα άμεσα προβλήματα, αλλά απαντώντας στα κρίσιμα μακροπρόθεσμα ζητήματα: στη θέση της χώρας σε μια Ευρώπη που αλλάζει,στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, στο τεράστιο πρόβλημα υπογεννητικότητας που αντιμετωπίζουμε. Γιατί η πολιτική πρέπει να κοιτά μπροστά.
Όλα αυτά μπορεί να μην σχετίζονται με το κλείσιμο της επόμενης αξιολόγησης και να βρίσκονται αυτή τη στιγμή έξω από τα θέματα της δημόσιας συζήτησης. Και ναι, αυτό είναι το πρόβλημα της Ελλάδας, το οποίο καλούμαστε να επιλύσουμε.
* Ο κ. Δημήτρης Σ. Παπαγγελόπουλος είναι Σύμβουλος Στρατηγικής & Επικοινωνίας και μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας.
Μπορείτε να τον ακολουθήσετε στο twitter: @dpapangel