Του Σταύρου Π. Καπλάνογλου – Προέδρου του ΕΒΕ ΚΟΖΑΝΗΣ την περίοδο 1983-1988
Το Επιμελητήριο Κοζάνης σε συνεργασία με το Εκθεσιακό Κέντρο Κοζάνης,
διοργανώνουν την 32η «Έμπορο-Βιοτεχνική & Γεωργική Έκθεση Δυτικής Μακεδονίας», από 21 έως 26 Σεπτεμβρίου 2016, στις σύγχρονες εγκαταστάσεις τους στο Δ.Δ. Κοίλων Κοζάνης. Η Έκθεση, είναι το κορυφαίο οικονομικό και κοινωνικό γεγονός της Περιφέρειας μας. Ήταν και είναι ένας δοκιμασμένος και ανθεκτικός θεσμός, ένα σημείο αναφοράς για επαγγελματίες και κοινό.
Πέρασαν 33 χρόνια από τότε που το ΕΒΕ Κοζάνης πήρε την απόφαση να δημιουργήσει μια έκθεση, με συγκεκριμένο σκοπό· την προώθηση της οικονομίας και των προϊόντων που παράγονται, κυρίως, στον Νομό Κοζάνης. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, τα σημάδια ήταν ξεκάθαρα, ότι κάτι δεν λειτουργούσε σωστά, στο Νομό. Οι ηλεκτρογεννητικοί σταθμοί, που εκμεταλλεύονταν το λιγνίτη της περιοχής, δούλευαν στο φουλ. Το εργατικό δυναμικό της περιοχής, βλέποντας τις ικανοποιητικές οικονομικές απολαβές των εργαζομένων της ΔΕΗ, τόσο στους σταθμούς, όσο και στα ορυχεία και παρά τις αντίξοες συνθήκες που επικρατούσαν εκεί, επιθυμούσε διακαώς να βρει τρόπο να εργασθεί στη ΔΕΗ και κατ’ επέκταση στο Ελληνικό Δημόσιο. Έτσι, εγκατέλειπαν τις εργασίες τους και πολλοί από αυτούς γινόταν μόνιμοι υπάλληλοί της.
Από την άλλη το βασικό εργαλείο των γεωργών, που λέγεται αγροτική γη, συρρικνωνόταν, σε σημείο που, το 1/4 της καλλιεργούμενης έκτασης του Νομού Κοζάνης, εκείνη τη δεκαετία, είχε περιέλθει στην ιδιοκτησία της ΔΕΗ( 90.000 περίπου στρέμματα, στη λίμνη Πολυφύτου, είχαν κατακλεισθεί από τα νερά και άλλα 160.000 είχαν απαλλοτριωθεί για την εξόρυξη του λιγνίτη, σε σύνολο 950.000 στρμ., στο Νομό).
Η διοίκηση του Επιμελητηρίου βλέποντας αυτήν την εικόνα αντελήφθη την μετέπειτα πορεία της οικονομίας στην περιοχή και την εποχή, όπου τα κοιτάσματα θα τελείωναν( Τότε, οι μελέτες έδειχναν ότι τα κοιτάσματα του λιγνίτη θα τελείωναν, γύρω στο 2010). Βλέποντας την καταστροφή και τη διάλυση των βιοτεχνικών επιχειρήσεων, αλλά και τη συνεχή μείωση της αγροτικής απασχόλησης, η τότε διοίκηση του τόπου υποστήριξε ότι: “Οικονομία, χωρίς βιοτεχνία και αγροτικό τομέα δεν υπάρχει-το 2010 θα έλθει η καταστροφή”
Στήνοντας την έκθεση, στηρίζαμε τις τοπικές επιχειρήσεις, για να προβάλλουν τα προϊόντα τους και δίναμε βήμα ενημέρωσης, για τους αγρότες, με την προβολή μηχανημάτων και την δραστηριοποίηση, στο χώρο της έκθεσης, όλων των σχετικών υπηρεσιών. Σε καμιά περίπτωση δεν το βλέπαμε ως ανταγωνισμό με άλλες πόλεις, αλλά, ουσιαστικά, αποτελούσε ενίσχυση της οικονομία της περιοχής της Κοζάνης. Δεν ήταν, άλλωστε, τυχαία η επιλογή του κτηνοτροφικού σταθμού, ούτε ο σχετικά, ίσος χρόνος, που χρειάζεται κάποιος για να φτάσει στο χώρο της έκθεσης, από τις 2 μεγάλες πόλεις του Νομού.
Δυστυχώς, τη μοίρα του νομού Κοζάνης, με τις συνέπειες από τη συνεχή αφαίρεση γεωργικής γης και καταστροφή επιχειρήσεων, ακολούθησε και ο Νομός Φλωρίνης, με την εκμετάλλευση των εκεί λιγνιτικών κοιτασμάτων, όσο και αν εμφανίσθηκαν, προσωρινά, θετικά πλεονεκτήματα. Τα δυσμενή αποτελέσματα από τη διάλυση της οικονομίας( χαρακτηριστικό σε όλη την Ελλάδα) και όχι τελικά από την εξάντληση των κοιτασμάτων, εμφανίστηκαν, δυστυχώς, ως συνέπειες της εγκληματικής πολιτικής των κυβερνήσεων, που πέρασαν, καθώς και της ένταξης στην Ε.Ε. και την Παγκοσμιοποίηση.
Η ζωή είναι ένας κύκλος και στόχος μας είναι να περιορίσουμε τις άσχημες καταστάσεις και να ενισχύσουμε τις καλές, πράγμα που πρέπει να ισχύει και στην οικονομία. Η προσπάθεια αυτή δεν πρέπει να μένει στα λόγια, αλλά να γίνεται πράξη και μάλιστα, αέναη. Η έκθεση στήθηκε, με σκοπό να βοηθήσει τον τόπο και σε καταστάσεις σαν τις σημερινές, μπορεί να αποτελέσει ένα πολύτιμο εργαλείο για την ανάπτυξη της περιοχής. Δεν πρέπει να υπάρξει διάσπαση δυνάμεων· Η ΙΣΧΥΣ ΕΝ ΤΗ ΕΝΩΣΕΙ.
Γι’ αυτό, θα πρέπει να προσπαθήσουμε:
1) Να στηρίξουμε τα τοπικά και όλα τα ελληνικά προϊόντα, με τη συνεχή προβολή τους.
2) Να στηρίξουμε όλες τις επιχειρήσεις της Δυτ. Μακεδονίας, εμπράκτως, επιλέγοντας αυτές, για τις αγορές μας.
3) Άς αποτρέψουμε εμφανίσεις νοσηρών φαινομένων, τοπικιστικού χαρακτήρα.
4) Άς φροντίσουμε να μην κατασπαταλώνται οι ελάχιστοι οικονομικοί πόροι των επιχειρήσεων, αλλά και των φορέων, μέσω της διάσπασής, και ας ενισχύσουμε τη συμμετοχή σε μια ενιαία έκθεση της Δυτ. Μακεδονίας.
5) Διοργάνωση παρόμοιων εκδηλώσεων θέλει μελέτη και ψυχρή λογική. Οι συναισθηματικοί παράγοντες, πολλές φορές, αποτρέπουν την παρουσία επιχειρήσεων σε μια οργανωμένη έκθεση, όπως αυτήν των Κοίλων.
Οι συνθήκες είναι πολύ δύσκολες και η σωστή οργάνωση και προβολή μιας έκθεσης, θέλει ενιαίες τις δυνάμεις, τόσο στο κόστος συμμετοχής για τον επιχειρηματία, όσο και σε οποιαδήποτε βοήθεια δίνεται από φορείς, η οποία πρέπει να παρέχεται με φειδώ. Η συμμετοχή των επιχειρηματιών σε περισσότερων από μιας έκθεσης, το χρόνο, είναι, εκ των πραγμάτων, απαγορευτική.
Εννοείται, ότι η μαζική παρουσία του κόσμου είναι απαραίτητη. Πρέπει να τη στηρίξουμε όλοι μαζί: οι επιχειρηματίες, με τη συμμετοχή τους, οι καταναλωτές με την επίσκεψή τους, οι φορείς με κινήσεις προβολής και όχι μόνο, αλλά και τα Μ.Μ.Ε., με την κατά το δυνατόν, δωρεάν προβολή της.
Η διοίκηση του Εκθεσιακού κέντρου θα πρέπει να φροντίσει την μείωση του κόστους συμμετοχής και, ταυτόχρονα, να αναζητηθούν καινοτόμες επιχειρήσεις, στις οποίες να παραχωρηθεί ο χώρος δωρεάν. Γενικότερα, θα πρέπει να περιορισθούν οι δαπάνες και να δημιουργηθούν μόνιμα, φθηνά περίπτερα, καλαίσθητα που να έρχονται ως φυσική συνέχεια του κτηρίου, του παλαιού Κτηνοτροφικού Σταθμού, που αποπνέει τον αέρα μιας άλλης εποχής, έστω και αν έρχεται σε αντίθεση με τον καινούργιο οίκημα.
Επιπλέον, θα πρέπει η διοίκηση του Εκθεσιακού να φροντίσει για την τροποποίηση του καταστατικού και να εντάξει όλα τα επιμελητήρια της Δυτ. Μακεδονία, απομακρύνοντας άλλους φορείς, ενεργούς ή μη, που δεν σχετίζονται με τους επιμελητηριακούς θεσμούς, πλην της Περιφέρειας. Η Έκθεση είναι και πρέπει να γίνει ένα εργαλείο, που μπορεί να βοηθήσει ολόκληρη τη Δυτ. Μακεδονία. Τα προβλήματα της οικονομίας είναι ίδια τόσο στην Κοζάνη, όσο και στη Φλώρινα, στην Καστοριά και στα Γρεβενά- Ανεργία, έλλειψη επενδύσεων, κλείσιμο χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, υψηλό κόστος θέρμανσης, υψηλό κόστος λειτουργίας των βιοτεχνιών και των μικρών εμπορικών επιχειρήσεων, καθώς και υπερφορολόγηση.
Η Έκθεση μπορεί να βοηθήσει, ώστε να προβληθούν καλύτερα τα προβλήματα και να αυξηθεί η κατανάλωση των τοπικών προϊόντων, όπως και να αυξηθεί η απασχόληση. Όλοι μαζί μπορούμε να το καταφέρουμε, ώστε η έκθεση μας να μην έχει την τύχη άλλων ομοειδών εκθέσεων, ανά την Ελλάδα, που οδηγήθηκαν σε αναβολή της λειτουργίας τους και με τη στήριξη μας να περάσει από τον “κάβο” της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας.