Βελτίωση στην κατάσταση των επιχειρήσεων σε σχέση με προηγούμενες περιόδους εντός της πανδημίας καταγράφεται σε έρευνα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης, η οποία πραγματοποιήθηκε μεταξύ 26 Αυγούστου και 1 Σεπτεμβρίου 2021 σε δείγμα 287 επιχειρήσεων.
Ωστόσο, από την έρευνα αναδεικνύεται ότι τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν εδώ και περισσότερο από 1,5 χρόνο λόγω του κορωνοϊού εξακολουθούν να ταλαιπωρούν σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων.
Μάλιστα από την στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων φαίνεται ότι οι μικρότερες επιχειρήσεις και δη αυτές του κλάδου του εμπορίου είναι που αντιμετωπίζουν τα μεγαλύτερα προβλήματα από τις συνέπειες της πανδημίας.
Η έρευνα διενεργήθηκε από την εταιρεία Palmos Analysis με ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο και με την μέθοδο της αυτοσυμπλήρωσης μέσω διαδικτύου από τις επιχειρήσεις-μέλη του ΕΒΕΘ.
Πιο συγκεκριμένα, 3 στις 4 επιχειρήσεις (75%) δηλώνουν ότι έχουν επηρεαστεί «Πολύ» (37%) ή «Αρκετά» (38%) από την κρίση της πανδημίας. Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων φαίνεται ότι έχουν επηρεαστεί σε μεγαλύτερο βαθμό οι επιχειρήσεις στον κλάδο του εμπορίου (82%) και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις (84% μεταξύ όσων έχουν από 1 έως 5 απασχολούμενους, έναντι 63% σε όσους έχουν από 6 μέχρι και 20 απασχολούμενους και 52% μεταξύ όσων έχουν πάνω από 20 απασχολούμενους). Επιπλέον, η μεγαλύτερη επίδραση της πανδημίας αφορά επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο μέχρι 250.000 ευρώ (86-87%) ενώ σημαντικά χαμηλότερο εμφανίζεται το ποσοστό όσων επηρεάστηκαν «Πολύ» ή «Αρκετά» στις επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο άνω του 1.000.000 ευρώ (46%).
Αντίστοιχα, 7 στις 10 επιχειρήσεις (71%) δηλώνουν ότι έχει μειωθεί ο τζίρος τους εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού, ενώ και στην περίπτωση αυτή μεγαλύτερο πλήγμα έχουν υποστεί οι επιχειρήσεις του κλάδου του εμπορίου (80%), οι πολύ μικρές επιχειρήσεις (μέχρι 5 απασχολουμένων, 82%) και με τζίρους κάτω των 250.000 ευρώ (από 81% έως 89% ανάλογα με την κατηγορία τζίρου).
Μείωση κύκλου εργασιών αλλά σε πολύ μικρότερα ποσοστά αναφέρονται και από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις (39% σε όσες έχουν αριθμό απασχολουμένων άνω των 20 ατόμων και τζίρο άνω του 1.000.000 ευρώ).
Πρέπει να σημειωθεί ότι το ποσοστό των επιχειρήσεων που αναφέρουν ότι ο τζίρος τους έχει μειωθεί λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού εξακολουθεί να βρίσκεται σε υψηλό επίπεδο (71% σήμερα έναντι 73% τον Μάρτιο του 2021 και 81% τον Ιανουάριο του 2021). Ωστόσο, έχει μειωθεί το μέσο ποσοστό μείωσης του κύκλου εργασιών που αναφέρουν οι επιχειρήσεις – μέλη του ΕΒΕΘ (στο 37% σήμερα έναντι 43% την ίδια περίοδο πέρυσι και 71% τον Απρίλιο του 2020 κατά την έναρξη της πανδημίας).
Επιμένουν τα προβλήματα ρευστότητας
Η πανδημία του κορωνοϊού έχει δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα ρευστότητας στις επιχειρήσεις-μέλη του ΕΒΕΘ.
Ειδικότερα, το 55% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει σήμερα προβλήματα ρευστότητας, ποσοστό ωστόσο μειωμένο σημαντικά σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι (74%) και με την έναρξη της πανδημίας τον Απριλίου του 2020 (85%). Και στην περίπτωση αυτή τα προβλήματα ρευστότητας εμφανίζονται εντονότερα στις πολύ μικρές επιχειρήσεις (με μέχρι 5 απασχολούμενους 62% και τζίρο κάτω από 250.000 ευρώ 68 – 74%) σε σχέση με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις με πάνω από 20 εργαζόμενους (30%) και τζίρο άνω των 500.000 ευρώ (32 – 37%). Η βελτίωση όμως και στον τομέα αυτό είναι αισθητή: το αντίστοιχο ποσοστό των επιχειρήσεων που δήλωναν ότι αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας ήταν 74% την ίδια περίοδο του 2020 και 85% κατά την έναρξη της πανδημίας τον Απρίλιο του 2020.
1 στις 6 επιχειρήσεις (17%) δηλώνουν ότι έχουν επιστρέψει ήδη σε επίπεδο κανονικής λειτουργίας μετά την έλευση της πανδημίας, η πλειοψηφία, ωστόσο, περιμένει αυτό να συμβεί κάποια στιγμή μέσα στο 2022 (37%) και το 26% από το 2023 και μετά.
1 στις 3 επιχειρήσεις (34%) κρίνουν ως επαρκή και αποτελεσματικά τα μέτρα που έχει λάβει η πολιτεία για την στήριξη των επιχειρήσεων, ενώ το 42% τα θεωρεί ανεπαρκή και αναποτελεσματικά. Το μεγαλύτερο ποσοστό αρνητικών κρίσεων καταγράφεται μεταξύ των επιχειρήσεων στον κλάδο του εμπορίου (51%) και μεταξύ των πολύ μικρών επιχειρήσεων με μέχρι 5 απασχολούμενους (49%) ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό θετικών κρίσεων καταγράφεται στις επιχειρήσεις του κλάδου των υπηρεσιών και των κατασκευών (50%) και στις επιχειρήσεις με τζίρο άνω του 1.000.000 ευρώ (49%).
Σωστό ή μάλλον σωστό θεωρεί η πλειοψηφία (48%) των επιχειρήσεων το σχέδιο επανεκκίνησης αγοράς και οικονομίας που εφαρμόστηκε, ποσοστό που εμφανίζεται σημαντικά αυξημένο μεταξύ των επιχειρήσεων στον κλάδο των υπηρεσιών (65%) και στις επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο άνω του 1.000.000 ευρώ και μειωμένο στις επιχειρήσεις του κλάδου του εμπορίου (41%), όπου μάλιστα πλειοψηφεί η άποψη ότι το σχέδιο που εφαρμόστηκε είναι λάθος ή μάλλον λάθος.
Διαδικτυακές πωλήσεις
Την ίδια στιγμή, σχεδόν στάσιμο εμφανίζεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνουν ότι πραγματοποιούν διαδικτυακές πωλήσεις, σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο: συνολικά το 29% δηλώνουν ότι πραγματοποιούν διαδικτυακές πωλήσεις έναντι 26% τον Αύγουστο του 2020.
Όπως είναι φυσιολογικό, καταγράφονται σημαντικές διαφορές ανάλογα με τον κλάδο δραστηριότητας της επιχείρησης: το ποσοστό όσων πραγματοποιούν διαδικτυακές πωλήσεις εμφανίζεται αυξημένο στον κλάδο του εμπορίου (37%) και μειωμένο στους άλλους κλάδους (22% στον κλάδο των υπηρεσιών, 15% στον κλάδο των κατασκευών και μόλις 9% στον κλάδο της μεταποίησης).
Σημαντικό εύρημα της έρευνας αποτελεί το μεγάλο ποσοστό (47%) των επιχειρήσεων που πραγματοποιούσαν διαδικτυακές πωλήσεις ήδη πριν από την έναρξη της πανδημίας που αναφέρουν αύξηση των διαδικτυακών πωλήσεων μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού. Το ποσοστό αυτό είναι σημαντικά αυξημένο, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020 (29%) κάτι που δείχνει ότι, αφενός οι επιχειρήσεις που ήταν πιο «ώριμες» και προετοιμασμένες για τις διαδικτυακές αγορές αποκόμισαν τα μεγαλύτερα οφέλη από την στροφή των καταναλωτών στο διαδίκτυο που καταγράφηκε μετά την έναρξη της πανδημίας, αφετέρου η στροφή των καταναλωτών στις διαδικτυακές αγορές είναι μια τάση που αποκτά πιο μόνιμα χαρακτηριστικά και ενδεχομένως θα παγιωθεί και μετά την λήξη του πανδημικού κύματος.
Οι σχέσεις με το τραπεζικό σύστημα
Το τελευταίο μέρος της έρευνας αφορούσε στις σχέσεις των επιχειρήσεων με το τραπεζικό σύστημα και την πρόσβαση τους στον τραπεζικό δανεισμό.
Μοιρασμένες εμφανίζονται οι επιχειρήσεις σχετικά με την ικανοποίηση από την αντιμετώπιση τους από τις τράπεζες: το 40% δηλώνουν ικανοποιημένες, έναντι του 44% που δηλώνουν μη ικανοποιημένες, με την εικόνα ωστόσο να παρουσιάζει σχετική βελτίωση σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2021. Οι διαφοροποιήσεις είναι και στην περίπτωση αυτή έντονες, με τα μεγαλύτερα ποσοστά ικανοποίησης να καταγράφονται μεταξύ των επιχειρήσεων του κλάδου της μεταποίησης (58%), στις επιχειρήσεις με πάνω από 20 απασχολούμενους (73%) και με ετήσιο τζίρο άνω του 1.000.000 ευρώ (75%) και τα χαμηλότερα μεταξύ των επιχειρήσεων του κλάδου του εμπορίου (35%), στις επιχειρήσεις με μέχρι 5 απασχολούμενους (30%) και στις επιχειρήσεις με χαμηλούς ετήσιους τζίρους, κάτω από 250.000 ευρώ (15 – 30%).
3 στις 10 επιχειρήσεις περίπου (31%) δηλώνουν ότι αναμένουν αύξηση των δανειακών τους αναγκών κατά το επόμενο τρίμηνο, ενώ το 18% δηλώνουν ότι οι σχέσεις της επιχείρησης με τις τράπεζες γενικά επιδεινώθηκαν το τελευταίο τρίμηνο (με την συντριπτική πλειοψηφία (69%) να δηλώνουν ότι οι σχέσεις με τις τράπεζες παρέμειναν αμετάβλητες).
Τέλος, έντονη ανησυχία καταγράφεται μεταξύ των επιχειρήσεων για τους όρους ικανοποίησης των δανειακών αναγκών τους, καθώς 1 στις 3 (32%) αναμένει δυσμενέστερους όρους κατά το επόμενο τρίμηνο.