Γεύθηκα χολὴ γιὰ σένα,
γιὰ νὰ θεραπεύσω τὴν πικρὴ ἡδονὴ
ἀπὸ τὴν βρῶσι τῆς γλυκειᾶς γεύσεως.
Γεύθηκα ξύδι, γιὰ νὰ καταργήσω τὴν σκληρότητα τοῦ θανάτου σου
καὶ τὸ παρὰ φύσιν ποτήριο.
Δέχθηκα σπόγγο, γιὰ νὰ σβύσω τὸ δεφθέρι τῶν ἁμαρτιῶν σου.
Δέχθηκα κάλαμο, πρὸς ὑπογραφὴν ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπινου γένους.
Ὕπνωσα ἐν Σταυρῷ καὶ δέχθηκα στὴν πλευρὰ πληγὴ λόγχης
γιὰ σένα ποὺ ὕπνωσες στὸν παράδεισο
κι ἀπ’ τὴν πλευρά σου ἔχτισα τὴν Εὔα.
Ἡ δική μου πλευρὰ γιάτρεψε τὸν πόνο τῆς πλευρᾶς σου.
Ὁ δικός μου θάνατος θὰ σὲ βγάλη ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ Ἅδη.
Ἡ δική μου ρομφαία ἔπαυσε τὴν στρεφομένη ἐναντίον σου ρομφαία.
Λοιπόν. Σήκω. Πᾶμε ἀπὸ ἐδῶ.
Ὁ ἐχθρὸς σὲ ἔβγαλε ἀπὸ τὴν γῆ τοῦ παραδείσου.
Ἐγὼ σὲ ἀποκαθιστῶ πιὰ ὄχι στὸν παράδεισο, ἀλλὰ σὲ θρόνο οὐράνιο.
Σὲ ἐμπόδισα ἀπὸ τυπικὸ δένδρο ζωῆς,
ἀλλά, νά, ἐγὼ ποὺ εἶμαι ἡ Ζωή, ἑνώθηκα μὲ σένα.
Πρόσταξα τὰ Χερουβεὶμ νὰ σὲ φυλάγουν σὰν δοῦλοι.
Τώρα τὰ προστάζω νὰ σὲ προσκυνοῦν θεοπρεπῶς.
Κρύφθηκες ἀπὸ τὸν Θεό, πὼς τάχα ἤσουν γυμνός.
Ἀλλά, νά, ἔκρυψες μέσα στὴν ἀνθρώπινη φύσι ἀληθινὸ Θεό!
Ἐνδύθηκες τὸν δερμάτινο χιτῶνα τῆς ντροπῆς.
Ἐγὼ ὅμως, ἐνῶ ἤμουν Θεός,
ἐνδύθηκα τὸν αἱμάτινο χιτῶνα τῆς σαρκός σου.
Γιαὐτὸ σηκωθῆτε. Ἂς φύγουμε ἀπὸ ἐδῶ. Ἀπὸ τὴν ὀδύνη στὴν εὐφροσύνη.
Ἀπὸ τὴν δουλεία στὴν ἐλευθερία. Ἀπὸ τὴν φυλακὴ στὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ.
Ἀπὸ τὰ δεσμὰ στὴν ἄνεσι. Ἀπὸ τὴν κατοχή, στοῦ παραδείσου τὴν τρυφή.
Ἀπὸ τὴν γῆ στὸν οὐρανό.
Γιαὐτον τὸν σκοπὸ πέθανα καὶ ἀναστήθηκα.
Γιὰ νὰ κυριεύσω καὶ νεκρῶν καὶ ζώντων.
Σηκωθῆτε. Πᾶμε ἀπὸ ἐδῶ.
Ὁ οὐράνιος Πατέρας μου ὑποδέχεται τὸ χαμένο πρόβατο!
Τὰ ἐνενῆντα ἐννέα πρόβατα τῶν Ἀγγέλων
ἀναμένουν τὸν σύνδουλο Ἀδάμ, πότε θὰ ἀναστηθῆ,
καὶ πότε θὰ ἀνέλθη καὶ θὰ ἐπανέλθη πρὸς τὸν Θεό.
Ἑτοιμάσθηκε θρόνος Χερουβικός.
Αὐτοὶ ποὺ θὰ ἀνεβάσουν εἶναι ταχεῖς καὶ ἕτοιμοι.
Ὁ νυμφώνας καὶ τὰ ἐδέσματα εἶναι ἕτοιμα.
Οἱ αἰώνιες σκηνὲς καὶ θέσεις εἶναι ἕτοιμες.
Οἱ θησαυροὶ τῶν ἀγαθῶν ἀνοίχθηκαν.
Ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἑτοιμάστηκε πρὶν ἀπὸ αἰῶνες.
Ὅσα δὲν εἶδε ὀφθαλμὸς καὶ δὲν ἄκουσε ἀκοή καὶ δὲν ἐπεθύμησε καρδία,
τὰ ἀγαθὰ ποὺ περιμένουν τὸν ἄνθρωπο!
26.5.2020
ἀρνιμα.