Η περιοχή της Εορδαίας ανήκε και ανήκει στην αρχαία Άνω Μακεδονία. Από αρχαιοτάτων χρόνων είχε αποτελέσει μέρος του Μακεδονικού Βασιλείου, με σημαντική προσφορά σε πρόσωπα και σε πλουτοπαραγωγικές πηγές στο Βασίλειο. Μετέπειτα αυτή βαδίζει τα ιστορικά μονοπάτια έως το σήμερα. Εδώ και πολλά χρόνια με απασχολεί το ερώτημα της ταυτότητας της πόλης κατά την Οθωμανοκρατία. Από τις επίσημες ελληνικές πηγές απουσιάζει μια συστηματική μελέτη του ιστορικού και πολεοδομικού ιστού της πόλης κατά την Οθωμανοκρατία παρ’ όλες τις πρόσφατες εκδοτικές προσπάθειες της τελευταίας δεκαετίας, οι οποίες καλύπτουν κυρίως την αρχαιότητα και τα νεότερα έτη από το 1912 έως το 2012.
Φέτος η πόλη έκλεισε την εκατονταετία της από την απελευθέρωση, έγιναν ιδιαίτερες εκδηλώσεις, όπως εκθέσεις ιστορικού υλικού, το πρώτο ιστορικό συνέδριο τοπικής ιστορίας, διαλέξεις κ.α. Τελικά τα ερωτήματα μου βρήκαν απάντηση από το έργο της κ.α. Neval Konuk. Αυτή έγραψε ένα δίτομο βιβλίο με τίτλο «Yunanistan’da Osmanli Mimarisi» ή στα ελληνικά «Η Οθωμανική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα», τόμος 1-2. Στο 1 τόμο, από την σελίδα 190 έως την 207: αναφέρετε αναλυτικά στις οθωμανικές πηγές για τα Καιλάρια, με πλήρη αρχειακή έρευνα, βιβλιογραφία, εικόνες. Έχω την άποψη ότι αποτελεί μια πολύτιμη πηγή για την τοπική ιστορία, άλλα άγνωστη για τους περισσότερους.
Το βιβλίο βρίσκετε στη Δημοτική βιβλιοθήκη της Κοζάνης και είναι διαθέσιμο για μελέτη. Σύμφωνα με την ερευνήτρια Neval Konuk: «η πόλη ήταν καζάς του Βιλαετίου του Μοναστηρίου και υπαγόταν στο σαντζάκι των Σερβίων, την χώριζε ένα ποτάμι σε Άνω και Κάτω Καιλάρια, το ποτάμι λεγόταν Σουλού Ντερέ. Κατά τον Εβλιγιά Τζελεμπή το Καιλάρι υπάγετε στα Τρίκαλα και ανήκει σε ηγεμονία. Τελεί υπό τη διοίκηση του τοποτηρητή, του αρχιδικαστή της Λάρισας. Έχει διοίκηση γενιτσάρων, θέση Επιμελητή και μερικούς προεστούς. Έχει ιδρυθεί σε μια ευρύχωρη πεδιάδα.
Είναι μικρή κωμόπολη που αποτελείται από 7 μαχαλάδες με περιβόλια και κήπους, έχει 7 τεμένη.
Αποτελούσε ελεύθερο ζεαμέτι δηλ τιμάριο που παραχωρούσε ο Σουλτάνος σε αξιωματούχους των Σπαχήδων. Η προσευχή της Παρασκευής εκτελείται στο Ομέρ Μπέη Τζαμί και στο Τζαμί Αλή Τσαούς, αυτό είχε στέγη μολυβδοσκέπαστη και είναι φωτεινό τέμενος, έχει 5 συνοικιακούς τεκκέδες, ένα μεντρεσέ, ένα χαμάμ, δυο σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης, τρεις μεγάλους τεκκέδες [hanikah],δυο χάνια εμπόρων και 20 καταστήματα». Σύμφωνα με την κ. Konuk: «στις αρχές του 20 ανέρχεται σε 7.190, ενώ το 1923 είχε 29.121 Οθωμανοί, 6.270 Έλληνες, 4.800 Βούλγαροι και Σλαβόφωνοι και 450 Βλάχοι κατά τον Βαλσαμίδη, [2003,256]. Με διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου της 17/07/1923 ένα μέρος μεταφερθήκαν στην Αμάσεια, το Τόκατ και το Σίβας και 7.000 στο Σαμσούν της Τουρκιάς». Ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι η ταυτοποίηση του τεμένους στα Άνω Καιλάρια, το οποίο μετέπειτα στέγασε τον Ι.Ν. Αγίου Ιωάννου Πρόδρομου ή «yukari Kayalar Mahallesi Camisi» και το τέμενος «Asagi Kayilar Mahallesi Camisi» αλλιώς ως Ι. Ν. Αγίου Στεφάνου.
Η Πτολεμαΐδα είναι μια πόλη, η οποία γεννήθηκε και αναπτύχτηκε στα οθωμανικά χρόνια. Αυτή διατέλεσε σημαντικό εμπορικό σταθμό για το δρόμο προς Μοναστήρι – Φλώρινα, άλλα η επίσημη Ελληνική ιστορία δεν έδειξε ενδιαφέρων για την πρώιμη ιστορική φάση της πόλης πάρα μόνο για τα χρόνια μετά το 1912 και Μέτα. Οφείλουμε ως λαός να καταγράφουμε την ιστορία χωρίς νοθεύσεις, αλλοιώσεις και παρεμβάσεις. Καταλαβαίνω ότι ο λαός μας πέρασε πολλά δεινά με την Τουρκιά, άλλα αυτός δεν είναι λόγος να απαξιώνουμε τα οθωμανικά χρόνια στη χώρα μας. Μπορεί τα μνημεία να εξαλείφτηκαν, άλλα οι μνήμες είναι παρόντες μέσα από τις αρχειακές πηγές. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας διασώζονται σπουδαία οθωμανικά μνημεία, όπως η Θεσσαλονίκη, η Λάρισα, τα Τρίκαλα και αλλού. Το κείμενο θέλει να ευαισθητοποιήσει το κόσμο της πόλης για την τοπική ιστορία.
Πολέμαχος Πασχαλίδης
Email: polemaxos@ gmail.com