Φίλες και φίλοι, είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς πολλές ομοιότητες στο λόγο, στα ήθη και έθιμα καθώς και στον πολιτισμό των Ποντίων και των Κρητών.
Πολλές λέξεις συναντιούνται στις δύο διαλέκτους, την κρητική και την ποντιακή .
Αν ανατρέξουμε στον Ερωτόκριτο θα βρούμε πλήθος λέξεις και εκφράσεις, που είναι ποντιακές και δεν τις βρίσκουμε πουθενά αλλού στον ελλαδικό χώρο. ( κομπώνω, καματερόν, κρούζω, ο ψέλον, ενέγκασα,γενέα,χοχλίδιν,οξύδιν,φανερούμαι,κιντέα,κούτσα,αρμεγάδι,πρωτογάλι,χάλκωμαν,
εξάζω, φουμιστάδες, ερέχκουμαι, )
Και βέβαια η σχέση μαντινάδας και ποντιακού δίστιχου όπως και κρητικής και ποντιακής λύρας μόνο τυχαία και συμπωματική δεν είναι.
Δεν είναι τυχαίο που ο Πόντιος θαυμάζει κάθε τι Κρητικό, αγαπά την κρητική μουσική, νιώθει μια άγνωστη και μύχια επαφή με τους Κρητικούς, γιατί έχει κοινά ψυχικά χαρίσματα και γνωρίσματα.
Και οι δύο λαοί αγαπούν τη ζωή, τον έρωτα, την ελευθερία, την πατρίδα, την οικογένεια. Είναι φιλικοί και ανοιχτόκαρδοι, εκφραστικοί και συναισθηματικοί ,φιλότιμοι και φιλόξενοι, εργατικοί και δημιουργικοί.
Διακρίνονται για την αγάπη στον πολιτισμό τους , διατηρούν με ευλάβεια τα ήθη και έθιμά τους και αντιστέκονται στην παγκοσμιοποιημένη αλλοτρίωση που τους απειλεί.
Οι Πόντιοι εξέφρασαν στην πλειοψηφία τους τη μεγάλη αγάπη τους προς τον φιλελευθερισμό και τον μεγάλο ηγέτη της Κρήτης, Ελευθέριο Βενιζέλο , τόσο με την ψήφο τους, όσο και με το τραγούδι, αφιερωμένο στο σωτήρα τους Βενιζέλο.
Ο μεγάλος κρητικός ηγέτης θέλησε να ελευθερώσει τις ιστορικές πατρίδες του ελληνισμού.. και γι αυτό το λόγο θα συναντηθεί το 1919 με τον ηγέτη του Πόντου, Χρύσανθο.
Δυστυχώς το όραμα για ίδρυση ανεξάρτητου ποντιακού κράτους θα απορριφθεί από τους συμμάχους μας.
Οι Πόντιοι όμως θα αγαπήσουν τον Βενιζέλο και θα τον τραγουδήσουν.
Ας έξερνα ποίον παπόρ θα φέρ ‘με ‘ς σην Ελλάδαν ,
απάν και ‘ς σο τιρέκν αθε ν’ άφτω χρυσόν λαμπάδαν.
Εμείς εγέμ’νες πρόσφυγες, έρθαμε ‘ς σην πατρίδαν,
‘ς σον Βενιζέλον, τον τρανόν ,έχουμ’ έναν ελπίδαν.
Το 1941 με τη γερμανική κατοχή Πόντιοι και Κρήτες, σαν ένας λαός, αντιστάθηκαν από την αρχή στα γερμανικά στρατεύματα κατοχής, δημιούργησαν αντάρτικα απελευθερωτικά σώματα και πολέμησαν τον κατακτητή. Έδωσαν εκατόμβες θυμάτων τόσο στην Κρήτη όσο και στα χωριά της Μακεδονίας, Μεσόβουνο και Πύργους.
Πόντιοι και Κρήτες τραγούδησαν με το ίδιο πάθος αντιστασιακά τραγούδια πάνω στο Βέρμιο και τον Ψηλορείτη.
Κρητικό.
Κρήτη μ’, η μεραρχία σου, αν ήτανε κοντά σου,
το Γερμανό θα έφταβες μέσα στα χώματά σου.
Τση Κρήτης τ’ άγια χώματα όπου και να τα σκάψεις,
αίμα παλικαριών θα βρεις ,κοκάλα θα ξεθάψεις.
Ποντιακό αντάρτικο
Αναθεμά τον Γερμανόν ,΄΄λελεύω ‘σε΄΄
πη χτίζ’ αεροπλάνα, ΄΄μω το νόμο σ’΄΄
και στείλ’ ατά ‘ς σον ουρανόν ΄΄λελεύω ‘σε΄΄
σκοτών’ τα παλικάρια. ΄΄πάτα -κιούτα΄΄
Και ν ,αντάρτε μ’, ‘ς σα ψηλά ρασιά ΄΄λελεύω σε΄΄
ποίος μαειρέύ και φάει ‘σε, ΄΄μώ το νόμο σ’΄΄
ποίος πλύν’ και τα λώματα σ’ ΄΄λελεύω ‘σε΄΄
και τη Σάββαν αλά’ει ‘σε ΄΄μώ το νόμο σ’΄΄
Οι κρητικοί γλεντζέδες και μερακλήδες είναι έτοιμοι κάθε στιγμή να στήσουν το γλεντοκόπι, φτάνει μόνο μια λύρα στη μέση .Το ίδιο και οι Πόντιοι , αγαπούν τη ζωή, το γλέντι και την όμορφη παρέα γι αυτό εξυμνούν τον γλεντζέ και τον μερακλή.
κρητικό
Το μερακλήδικο πουλί ποτέ φωλιά δεν κάνει
μον έτσι βασανίζεται ίσαμε να πεθάνει..
ποντιακό
Εγώ πεκιάρτς θα λάσκουμαι και ‘κι θα γυναικίζω,
εγώ κορτσόπα έμορφα θε να χαριαντερίζω.
Το τραγούδι είναι ένα μέσο έκφρασης των ερωτικών συναισθημάτων. Γράφεται πολλές φορές από τους σεβταλήδες με αποδέκτη κάποια ομορφονιά. Ο Μουντάκης, κρητικός λυράρης, έλεγε μια μαντινάδα σε μια όμορφη κοπελιά, μαζώχτρα της ελιάς.
Μα σεις θαρρείτ’ οι κοπελιές, πως είν οι άνδρες βούγια
και βάνετε στα μούτρα σας ,φούχτες φούχτες τη μπούδρα.
Και η κοπελιά ετοιμόλογη και μερακλού του απαντάει..
Ανήψιστους χοχλιούς να φας , να καταπιείς αχλάδια,
να πέσουνε τα δόντια σου, για δε ‘μιλείς καθάρια.
Ο Γώγος πόντιος λυράρης το ίδιο μερακλής τραγούδησε ερωτικά τραγούδια σε μια όμορφη μέχρι το πρωί …σ’ ένα από αυτά λέει:
Λελέυω ‘σε ,λελεύω ‘σε, νε κανατλίν εικόνα
το πόι σ’ λαμπαδόχτιστον και παλαλώντς τη χώραν.
Την απόγνωση του χωρισμού και το παράπονο του κρητικού τραγουδιστή, που τον χώρισαν από την αγαπημένη του ( απανωβαρτάδες : αυτοί που βάζουν λόγια.) εκφράζει η παλιά μαντινάδα με τον παρακάτω ειρωνικό τρόπο
Ήθελα και να κάτεχα, οι γι- απανωβαρτάδες,
απού σ’ απανωβάνανε , αν παίρναγ’ και παράδες.
Και ο πόντιος εκφράζει το ίδιο συναίσθημα αναθεματίζοντας τους υπαίτιους του χωρισμού..
Εμέν και ‘σεν π’ εχώριζαν, ψωμίν να μην χορτάζ’νε,
κάθαν βράδον ‘ς σ’ οσπίτια τουν λέίψανον να μονάζ’νε.
Αποτελεί ερευνητική πρόκληση , ο κάθε παραλληλισμός του λαϊκού στιχουργού, που χρησιμοποιεί ταυτόσημα εκφραστικά μέσα για την περιγραφή των συναισθημάτων του.
Ο Πόντος και η Κρήτη, δυο τόποι φυσικού κάλλους και ευτοπίας, διαγωνίζονται σ’ ένα ποιητικό απάνθισμα λογοτεχνικού μεγαλείου, που άλλοτε συγκλίνει και άλλοτε αποκλίνει χορεύοντας αρμονικά στη μαγεία των λέξεων.
Οι δυο τόποι μπορούν να ερωτοτροπούν στο χώρο ,το χρόνο και τα χνάρια ενός έντονου , ένλογου και ενδογαμικού πολιτισμού….