Εξαγωγές κατά 16,5 δισ. ευρώ περισσότερες ετησίως θα μπορούσε να κάνει η Ελλάδα εάν είχε προχωρήσει εγκαίρως σε όλες εκείνες τις μεταρρυθμίσεις που διευκολύνουν την εξαγωγική διαδικασία. Δυνητικά, λοιπόν, οι ελληνικές εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών που το 2013 ανήλθαν συνολικά σε 50,3 δισ. ευρώ θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τα 66 δισ. ευρώ, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ταχύτερη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Μελέτη της ECFIN Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει μελέτη της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων (ECFIN) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπό τον τίτλο «Ο γρίφος των χαμένων ελληνικών εξαγωγών». Ακριβώς τα δομικά προβλήματα των ελληνικών εξαγωγών που ανάγονται στη δεκαετία του ’90 είναι αυτά που εμπόδισαν τη σημαντική ανάκαμψή τους, παρά τη μείωση του ονομαστικού μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά 13,3% την περίοδο 2009-2013. Η τελευταία διαπίστωση γίνεται πιο εμφανής εάν συγκριθούν οι επιδόσεις της Ελλάδας στις εξαγωγές την περίοδο 2008-2013 με αυτές των άλλων ευρωπαϊκών χωρών που εφάρμοσαν προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής. Οι εξαγωγές της Ελλάδας σε σύγκριση με αυτές της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και της Λεττονίας ανέκαμψαν πολύ λίγο από το 2009 κι έπειτα. Σύμφωνα με τη μελέτη, η προοπτική των ελληνικών εξαγωγών είναι τεράστια, καθώς η Ελλάδα ελέγχει το 16% του διεθνούς εμπορικού στόλου, βρίσκεται κοντά σε μία από τις πιο πολυσύχναστες εμπορικές διαδρομές για τα πλοία, τη διώρυγα του Σουέζ και τη Μεσόγειο, και αποτελεί σταυροδρόμι τριών ηπείρων, γεγονός που την καθιστά εκ των πραγμάτων φυσική δίοδο για το εμπόριο μεταξύ της Ασίας και της Κεντρικής Ευρώπης. Στα συγκριτικά πλεονεκτήματα περιλαμβάνεται το γεγονός ότι αποτελεί μέλος της Ε.Ε., της πλουσιότερης ελεύθερης για το εμπόριο περιοχής στον κόσμο. Ωστόσο, πραγματοποιεί εξαγωγές κατά 1/3 λιγότερες σε σύγκριση με αυτές που θα μπορούσε να κάνει λαμβάνοντας υπόψη το ελληνικό ΑΕΠ, τη γεωγραφική της θέση και τους εμπορικούς εταίρους της και κατά συνέπεια κατατάσσεται μόλις στην 31η θέση μεταξύ 39 χωρών-μελών της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ που εξετάζονται στη μελέτη. Εμπορικό ισοζύγιο Η υστέρηση των ελληνικών εξαγωγών δεν αποτελεί πρόσφατο ή συγκυριακό φαινόμενο, καθώς η χώρα έχει μια μακρά «παράδοση» σε ελλείμματα του εμπορικού ισοζυγίου. Μεταξύ του 1995 και των τελών της δεκαετίας του 2000 το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου κυμαινόταν στο 10% του ΑΕΠ, φτάνοντας στο υψηλότερο σημείο του, 14,5% του ΑΕΠ, το 2008. Από τότε μειώνεται, όμως η εξέλιξη αυτή είναι περισσότερο αποτέλεσμα της δραστικής συρρίκνωσης των εισαγωγών και λιγότερο της αύξησης των εξαγωγών. Στην έκθεση τίθεται το ερώτημα εάν οι πολιτικές ενίσχυσης των εξαγωγών πρέπει να επικεντρωθούν στους κλάδους που η Ελλάδα έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα (ναυτιλία, τουρισμός και γεωργία) ή σε αυτούς που υστερεί, όπως η μεταποίηση. Επιπλέον, η πολιτεία πρέπει να εντοπίσει τους θεσμούς που πρέπει να ενισχυθούν και τις μεταρρυθμίσεις που μένει ακόμη να γίνουν. Βεβαίως, η έκθεση αναγνωρίζει ότι οι αλλαγές και οι θετικές επιδράσεις τους θα γίνουν πιο ορατές όταν η οικονομία σταθεροποιηθεί και η πρόσβαση των επιχειρήσεων στη χρηματοδότηση γίνει ευκολότερη. Πηγή: kathimerini.gr