Μελέτη
από το Σίσκο Παναγιώτη,
Δικηγόρο παρά Πρωτοδίκαις
Β΄) Περιπτώσεις παύσης ισχύος των δελτίων ποινικού μητρώου
Σύμφωνα με το άρ. 578 παρ. 1 ΚΠΔ, τα δελτία ποινικού μητρώου παύουν να ισχύουν και αποκλείεται η χρησιμοποίησή τους για οποιοδήποτε σκοπό στις ακόλουθες μόνο περιπτώσεις:
α) όταν το πρόσωπο το οποίο αφορά η εγγραφή πεθάνει ή συμπληρώσει το 8Οό έτος της ηλικίας του.
β) Στις περιπτώσεις δελτίων που αφορούν σωφρονιστικά ή αναμορφωτικά μέτρα, όταν ο ανήλικος συμπληρώσει το 17ο έτος της ηλικίας του (η εν λόγω πρόβλεψη περί καταστροφής των δελτίων περιορίζεται μόνο στα σωφρονιστικά ή αναμορφωτικά μέτρα και όχι σε άλλου είδους ποινές κατά ανηλίκων).
γ) Όταν η απόφαση, για την οποία έχει συνταχθεί δελτίο ποινικού μητρώου, ακυρωθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση (αυτό μπορεί να συμβεί επί παραδείγματι σε περίπτωση επανάληψης της διαδικασίας κατ’ άρ. 525 ΚΠΔ) ή η πράξη αμνηστευθεί (ως περίπτωση αμνηστίας λογίζεται και η περίπτωση που με ημεδαπό ή αλλοδαπό νόμο χορηγείται αμνηστία για πράξη που τελέστηκε από ημεδαπό στο εξωτερικό) ή απονεμηθεί χάρη με ολική άρση των συνεπειών κατ` άρθρο 47 παρ. 2 του Συντάγματος ή με ρητή διάταξη μεταγενέστερου νόμου, η πράξη παύει να είναι αξιόποινη (έστω και αν η τέλεση της πράξης επισύρει διοικητική ποινή).
δ) Αν με την καταδικαστική απόφαση για την οποία έχει συνταχθεί δελτίο ποινικού μητρώου χορηγήθηκε αναστολή εκτέλεσης της ποινής, σύμφωνα με το άρθρο 99 του ποινικού κώδικα, μετά την πάροδο πέντε ετών από τη λήξη του χρονικού διαστήματος της αναστολής, εφ όσον η αναστολή δεν έχει αρθεί ή ανακληθεί.
[α) Η εν λόγω διάταξη αναφέρεται μόνο στο άρ. 99 ΠΚ, δεδομένου ότι κατά το χρόνο θέσπισής της η αναστολή εκτέλεσης της ποινής χορηγούνταν μόνο με βάση το άρ. 99 ΠΚ (σε συνδυασμό με το άρ. 100 ΠΚ που τότε περιείχε πρόσθετες προϋποθέσεις). Κατόπιν όμως τροποποίησης του ΠΚ, εισήχθη διά του ν. 1941/1991 το άρ. 100Α ΠΚ που προέβλεπε το θεσμό της αναστολής υπό επιτήρηση. Κατόπιν, με το ν. 2207/1994 η αναστολή κατέληξε να διακρίνεται α) στην υποχρεωτική αναστολή υπό όρο (99 ΠΚ), β) στη δυνητική αναστολή υπό όρο (100 ΠΚ) και γ) στην αναστολή υπό επιτήρηση (100Α ΠΚ). Σήμερα, τα σχετικά άρθρα έχουν υποστεί νέα τροποποίηση με το ν. 3904/2010 και η αναστολή διακρίνεται σε υποχρεωτική αναστολή υπό όρον (99 ΠΚ) και αναστολή υπό επιτήρηση (100 ΠΚ). Καθίσταται φανερό ότι για την διασφάλιση της ενότητας των ρυθμίσεων, το 578 παρ. 1 περ. δ΄ τυγχάνει εφαρμογής σήμερα σε οποιοδήποτε άρθρο (99, 100, 100Α ΠΚ είτε υπό τις προϊσχύσασες μορφές είτε υπό τη σημερινή μορφή τους) στηρίζεται η χορήγηση της αναστολής η οποία σε κάθε περίπτωση οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα, το προβλεπόμενο από το 102 παρ. 2 ΠΚ (Αν η αναστολή δεν αρθεί σύμφωνα με τα ανωτέρω ή δεν ανακληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 101, η ποινή που είχε ανασταλεί θεωρείται σαν να μην είχε επιβληθεί).
β) Το νόημα της διάταξης είναι ότι η επιβληθείσα ποινή για την οποία είχε χορηγηθεί αναστολή, διαγράφεται εφόσον παρήλθαν πέντε έτη από τη λήξη του χρονικού διαστήματος της αναστολής (το οποίο τόσο κατά τις προϊσχύσασες ρυθμίσεις όσο και κατά τις ισχύουσες κυμαίνεται από 3 έως 5 έτη). Επομένως, ο συνολικός χρόνος από την έναρξη της αναστολής μέχρι την διαγραφή της ανασταλείσας εκτέλεσης της ποινής κυμαίνεται μεταξύ 8 (3+5) και 10 (5+5) ετών. Προϋπόθεση βεβαίως για τη διαγραφή αποτελεί η μη άρση ή η μη ανάκληση της αναστολής.
ε) Αν το δελτίο έχει συνταχθεί μετά από απόφαση που επιβάλλει σε ανήλικο ποινή περιορισμού σε σωφρονιστικό κατάστημα, πέντε έτη μετά την απότιση της ποινής (για την έννοια της απότισης ήδη έγινε παραπάνω λόγος) με οποιοδήποτε τρόπο, εφ` όσον ο ελάχιστος χρόνο περιορισμού που έχει επιβληθεί δεν υπερβαίνει το έτος, και οκτώ έτη αν υπερβαίνει το έτος, εκτός αν στο διάστημα αυτό επέλθει νέα καταδίκη. Σε περίπτωση απόλυσης υπό όρους από το σωφρονιστικό κατάστημα, η πιο πάνω πενταετία ή οκταετία αρχίζει από τη συμπλήρωση του χρόνου δοκιμασίας.
στ) Αν με την καταδικαστική απόφαση επιβλήθηκε χρηματική ποινή ή ποινή φυλάκισης μέχρις ένα μήνα, για αδίκημα εκ δόλου ή δύο μήνες για αδίκημα εξ αμελείας, μετά την πάροδο δέκα ετών από την απότιση της ποινής με οποιοδήποτε τρόπο, εφ όσον ο υπαίτιος δεν έχει καταδικαστεί πάλι για κακούργημα ή πλημμέλημα. (Αν επακολούθησε νέα καταδίκη, δεν υφίσταται περίπτωση καταστροφής των δελτίων, ούτε και μετά την πάροδο της δεκαετίας).
Μάλιστα, ο νόμος προβλέπει την καταστροφή των προαναφερόμενων δελτίων, με επιμέλεια των υπηρεσιών που τηρούν το Ποινικό Μητρώο.
Οι υπηρεσίες που τηρούν ποινικό μητρώο, προβαίνουν κάθε έξι μήνες σε εκκαθάρισή του από τα δελτία που παύουν να ισχύουν σύμφωνα με τις (προαναφερόμενες) διατάξεις του 578 παρ. 1 ΚΠΔ. Μετά την εξάμηνη περιοδική εκκαθάριση είτε καταστρέφονται τα ανίσχυρα δελτία είτε, στην περίπτωση εφαρμογής μηχανογραφικού συστήματος σύμφωνα με το άρθρο 573 παρ. 1 εδ. ε (σημειωτέον ότι το μηχανογραφικό σύστημα δεν έχει ακόμα εφαρμοστεί), διαγράφεται από τη μνήμη του ηλεκτρονικού υπολογιστή η ανίσχυρη εγγραφή.
Στις περιπτώσεις των εδαφίων α` έως και γ` της παραγράφου 1 του άρ. 578 τα δελτία ποινικού μητρώου καταστρέφονται αμέσως μόλις διαπιστωθεί η συνδρομή του σχετικού λόγου. Στις περιπτώσεις των εδαφίων δ` έως και στ` της ίδιας παραγράφου, τα δελτία ποινικού μητρώου καταστρέφονται κατά την πρώτη περιοδική εκκαθάριση μετά τη διαπίστωση της συνδρομής του σχετικού λόγου. Η καταστροφή διατάσσεται με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα.
Στην επόμενη δημοσίευση θα δούμε ποιοι δικαιούνται να πάρουν αντίγραφο δικαστικής χρήσης, στο οποίο φαίνονται πιο πολλές ποινές, και ποιοι αντίγραφο γενικής χρήσης, στο οποίο κάποιες ποινές δεν εμφανίζονται. Επίσης θα δούμε τι ισχύει ως προς την αναζήτηση του ποινικού μητρώου σε περίπτωση που κάνουμε αίτηση διορισμού σε κάποια υπηρεσία.
(συνεχίζεται)
Σίσκος Παναγιώτης
δικηγόρος παρά Πρωτοδίκαις
μεταπτυχιακές
σπουδές Ποινικού Δικαίου