Η ιστορία επαναλαμβάνεται, με τη Νέα Δημοκρατία να εξακολουθεί να κάνει τα ίδια λάθη. Ακολουθεί και εφαρμόζει την ίδια δοκιμασμένη συνταγή που αλάνθαστα πλέον, την οδηγεί σε αποτυχία και όχι μόνο.
Ο λόγος για το Δήμο της Κοζάνης και τη δυστοκία που εμφανίζει η Νέα Δημοκρατία, στο «παρά 5’» να μην έχει καταλήξει στην επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου που θα τύχει της υποστήριξής της στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Η λογική, ή αν θέλετε, η καλώς εννοούμενη σκοπιμότητα των κομμάτων να «χρίζουν», τουτέστιν να στηρίζουν και να υποστηρίζουν την υποψηφιότητα ενός υποψηφίου, κυρίως στοχεύει να αποθαρρύνει τις περισσότερες της μιας υποψηφιότητας, ώστε η παράταξη να δώσει τη μάχη των εκλογών ενωμένη και ισχυρή με προοπτική νίκης. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς την ανάγκη, η απόφαση αυτή να προκύψει έγκυρα και έγκαιρα.
Έγκυρα, με διαφανείς, ανοιχτές, συμμετοχικές διαδικασίες και όχι με ίντριγκες, συμβιβασμούς και ιδιοτέλειες ή σκοπιμότητες των παραγόντων. Από αυτά χορτάσαμε, καιρός είναι να αντιληφθούν οι «υπεύθυνοι» πως δεν μπορούν πλέον να μας εγκλωβίζουν σε επιλογές που μόνο αυτούς βολεύουν.
Έγκαιρα, διότι διαφορετικά παύει να ισχύει ο λόγος απόδοσης του και ακυρώνεται κάθε προσδοκία για κοινή συλλογική προσπάθεια, καθώς η παρατεταμένη δυστοκία, οδηγεί τους ενδιαφερόμενους υποψηφίους να δηλώσουν την κάθοδό τους στις εκλογές και να οικοδομήσουν τη δυναμική του συνδυασμού τους.
Η χείριστη επιλογή όμως είναι να αποφασίζει το κόμμα καθυστερημένα και κατόπιν εορτής, να αποδώσει χρίσμα.
Τόσο η λογική, όσο και η εμπειρία έδειξε ότι μια τέτοια πολιτικά ανόητη ενέργεια όχι μόνο δεν ενισχύει την προοπτική νίκης, αλλά δυστυχώς δημιουργεί ρήξεις και πικρίες στον κόλπο του κόμματος. Οι ρήξεις αυτές δεν γεφυρώνονται εύκολα, πολλές φορές λειτουργούν εκδικητικά και άρα αρνητικά τη δεύτερη Κυριακή.
Η Νέα Δημοκρατία επιτέλους θα πρέπει να πράξει το αυτονόητο, να αποφασίσει να στηρίξει τον καταλληλότερο. Αν δεν μπορεί να το κάνει λόγω αδυναμίας ή ανικανότητας των υπευθύνων, τότε ας επιλέξει το δρόμο της σιωπής και ας αφήσει τα στελέχη της ελεύθερα να δώσουν τη μάχη των εκλογών, χωρίς παιδιά και αποπαίδια. Με αυτό τον τρόπο, αυτός που θα επικρατήσει θα συσπειρώσει τους υπόλοιπους ευκολότερα στον αγώνα της δεύτερης Κυριακής.
Όσο απλά και αυτονόητα αν ακούγονται τα παραπάνω, οι επαγγελματίες του χώρου τα καθιστούν δύσκολα, ώστε με την παρέμβαση τους (που μόνο τους ίδιους συμφέρει) να εμφανιστούν ως σωτήρες της κατάστασης.
Θα πρέπει όλοι να αντιληφθούν ότι το χρίσμα δεν αποτελεί αντίδωρο και ότι ο ρόλος των κομμάτων δεν είναι για να κάνουν χατίρια. Το ποιος και με ποιους θα κερδίσει, μα προπαντός θα διοικήσει το Δήμο μας, δεν μπορεί να αποτελεί μόνο υπόθεση κομματικού ενδιαφέροντος, είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση που αφορά τη ζωή μας, αλλά π’αμω από όλα τη ζωή των παιδιών μας.
Όλοι εμείς οι παροικούντες στην Ιερουσαλήμ αντιλαμβανόμαστε ότι τα πράγματα είναι εξαιρετικά ευανάγνωστα. Είναι άραγε δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι η Νέα Δημοκρατία οφείλει να αφήσει πίσω της τους ξεπερασμένους, τους αποτυχημένους, τους ανώριμους και προπαντός τους διαπλεκόμενους και να βγει μπροστά με νέο ήθος και ανθρώπους άφθαρτους, ικανούς, εργατικούς και καταξιωμένους στον εργασιακό και τον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο;
Πριν είναι αργά η Νέα Δημοκρατία οφείλει να προλάβει! Η σωστή επιλογή θα δώσει το στίγμα της νέας αντίληψης για τα κοινά και την προοπτική επικράτησης της.
Κωνσταντίνος
Πουτακίδης
Διευθυντής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Π. Πρόεδρος ΝΟΔΕ)
































