Η λέξη ποίηση στην αρχή σήμαινε «κατασκευή», «δημιουργία». Αργότερα ό,τι και σήμερα δηλαδή την τέχνη της ποίησης.
Η ποίηση αποτελεί την ανώτερη μορφή της λογοτεχνίας, την κατεξοχήν λογοτεχνία. Χρησιμοποιεί τον ρυθμικό και μετρικό λόγο, αν και η σύγχρονη ποίηση κατάργησε και το μέτρο και το ρυθμό αρκετές φορές.
Στην αρχαία Ελλάδα η ποίηση ήταν συνυφασμένη με το τραγούδι, με τη μουσική. Γι’ αυτό η έννοια της «αοιδού» προηγήθηκε από την έννοια του ποιητή, που εμφανίσθηκε αργότερα.
Η ποίηση είναι ένα από τα λογοτεχνικά είδη, αλλά μέσα στην ποίηση αναπτύχθηκαν είδη και μορφές της ποίησης. Τα είδη αυτά είναι προϊόντα της εξέλιξης της λογοτεχνίας ή δημιουργήθηκαν κάτω από ορισμένες κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες, κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές.
Γενικά οι ποιητές εκφράζουν συναισθήματα και ιδέες σε μια γλώσσα που την διακρίνει η ανώτερη αισθητική ποιότητα, η ρυθμικότητα, η μουσικότητα, η προσεκτική επιλογή των λέξεων και η πρωτότυπη και δυναμική σύνθεσή τους. Το πόσο αξιόλογες είναι οι ιδέες που συναντά κανείς στην ποίηση, αυτό είναι κάτι που κρίνεται διαφορετικά από τους θεωρητικούς της λογοτεχνίας.
Ποίηση είναι η ποιητική τέχνη, η ποιητική σύνθεση το ποίημα ο έμμετρος λόγος, σε αντίθεση με τον πεζό λόγο.
Ο ποιητικός λόγος έχει ρυθμό και μέτρο και χρησιμοποιεί τη φαντασία και μπορούμε να πούμε ότι η ποίηση είναι ο έμμετρος καλλιτεχνικός λόγος του οποίου δημιούργημα είναι το ποίημα.
Η ποίηση πηγάζει από τη φαντασία και εφόσον απευθύνεται προς τη φαντασία και το συναίσθημα, δεν είναι διδακτέες, γι’ αυτόν το λόγο λέμε ότι ο ποιητής δε γίνεται αλλά γεννιέται.
Η ποιητική φαντασία είναι δημιουργική. Απαραίτητη προϋπόθεση της είναι η ευαίσθητη ιδιοσυγκρασία η κατάλληλη να δεχτεί όχι μόνο τους εξωτερικούς ερεθισμούς, αλλά και τους εσωτερικούς τους ψυχικούς ερεθισμούς.
Μια τέτοια ψυχική κατάσταση όταν έτσι διαμορφώνεται από τη φαντασία βρίσκει διέξοδο στην ενέργεια και στην όσο το δυνατό πιο καλλιτεχνική έκφραση και εκδήλωση της συναισθηματικής κατάστασης του ποιητή.
Και η ψυχική αυτή κατάσταση του ποιητή τον ωθεί συνέχεια να αναζητεί την τέλεια ομορφιά. Επομένως η ευαίσθητη ιδιοσυγκρασία η ποιητική φαντασία και η όσο το δυνατό πιο καλλιτεχνική έκφραση είναι το στοιχείο που συνιστούν την ποιητική ιδιοφυία.
Στους αρχαίους χρόνους η ποίηση εμφανίζεται κατά το περιεχόμενο της με μορφή γαμήλιων και πένθιμων ασμάτων, με τη μορφή παιάνων και λαϊκών μελωδιών, αλλά και με θρησκευτική μορφή ως ποίηση ύμνων και χρησμών με την οποία ήταν στενά δεμένος ο χορός και η μελωδία.
Κάτω από αυτές τις πρώτες μορφές κρύβονται τα σπέρματα των διάφορων ειδών της ποίησης όπως χρίστηκαν αργότερα δηλαδή της επικής, της λυρικής, της δραματικής, οι οποίες καλλιεργήθηκαν σε μεγάλη τελειότητα από τους αρχαίους Έλληνες.
Η επική ποίηση, η εποποιία ασχολείται με τον εξωτερικό κόσμο διηγείται λόγους πράξεις και κατορθώματα των διάφορων προσώπων με απάθεια χωρίς να φανερώνονται τα βαθύτερα πάθη του ποιητή και χωρίς να εξετάζονται τα βαθύτερα αίτια.
Το έπος όταν αναφέρεται σε θεότητες λέγεται θρησκευτικό και όταν αναφέρεται σε κατορθώματα και περιπέτειες ηρώων λέγεται ηρωϊκό. Παράλληλα αναπτύχθηκε κι άλλος κλάδος του έπους το διδακτικό, στο οποίο διατυπώνονται ηθικές συμβουλές, παραγγέλματα, απαγορεύσεις, κανόνες ζωής γενεαλογικές γνώμες, διδακτικοί μύθοι και φιλοσοφικές ιδέες.
Πολύ αργότερα από το έπος αναπτύχθηκε η λυρική ποίηση. Η ποίηση αυτή απαιτεί περισσότερη διανοητική και ηθική ωριμότητα.
Η λυρική ποίηση εκφράζει τον υποκειμενικό κόσμο του ποιητή προσπαθεί να εισδύσει στο βάθος, να ανακαλύψει τα αίτια και να παρουσιάσει την εικόνα των αιώνιων ιδεών.
Η λυρική ποίηση αναπτύχθηκε με τη διαμόρφωση της αρχαίας κοινωνίας και με την έντονη ομαδική ζωή. Την έκφραση της νέας αυτής ζωής την αντιπροσωπεύει η λυρική ποίηση με τους νόμους, την ελεγεία και τον ίαμβο, αλλά η κυρίως λυρική ποίηση διακρίνεται σε μελική, της οποίας τα ποιήματα συνοδεύει η μουσική και σε χορική ή ορχηστρική, η οποία συνοδεύεται αι από μουσική και από χορό.
Σημαντικότερα είδη της μελικής ποίησης είναι η ωδή, το επιθαλάμιο, το σκόλιο αι ο ύμνος. Της χορικής είναι ο διθύραμβος, το προσόδιο, ο παιάνας, το υπόρχημα, το παρθένιο ή παρθενείο, ύμνοι ηρωϊκοί, εγκώμια, θρήνοι και άλλα δευτερεύοντα.
Η δραματική ποίηση είναι τεχνικό είδος της ποίηση, το οποίο προήλθε από τη συνένωση της επικής και της λυρικής ποίησης. Η δραματική ποίηση δεν έχει την πρωτοτυπία των δύο άλλων ειδών, περιέχει όμως την ουσία και των δύο, γιατί στη δραματική ποίηση συνδυάζεται αρμονικά η ενότητα του εξωτερικού με τον εσωτερικό κόσμο, δηλαδή τον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου. Η τεχνική αυτή ένωση, όχι μόνο περιγράφει όλες τις εξωτερικές ενέργειες, αλλά αποκαλύπτει και την εσωτερική διάθεση του ανθρώπου έτσι ώστε τα αίτια συνδέονται με τα αποτελέσματα.
Στη δραματική ποίηση αναπτύχθηκαν οι παρακάτω κλάδοι, η τραγωδία, η κωμωδία και το σατιρικό δράμα και μερικά δευτερεύοντα όπως το ειλύλλιο κ.λ.π.
Περαιώνοντας επισημαίνουμε ότι η ποίηση αποτελεί ένα ζωντανό κοινωνικό κύτταρο, που κινείται συνεχώς, αναθεωρεί καταστάσεις και απόψεις έχοντας ως κοινό χαρακτηριστικό στοιχείο είναι αναμφισβήτητα το στοιχείο της ελπίδας. Δίχως αυτή το κάθε τι καθίσταται ανενεργό και μάταιο. Η ελπίδα για το καλύτερο η πεποίθηση της επέλευσης του γεγονότος αποτελεί μια όαση και μια παρηγοριά στις δύσκολες ώρες που περνά ο άνθρωπος. Άλλο στοιχείο της ποίησης είναι ο στόχος για την αλήθεια και για την ομορφιά μια και άλλο αλήθεια και άλλο πραγματικότητα. Άλλο στοιχείο προσέγγισης είναι αναμφισβήτητα ο κοινωνικός χαρακτήρας. Το παράδοξο ιδιαίτερα στο χώρο της ποίησης είναι πως ο κάθε ποιητής διατηρεί τη δική του ατομικότητα και μοναδικότητα τη δική του γλώσσα, καταθέτοντας έτσι τη δική του προσωπική μαρτυρία.
Το στοιχείο της ελευθερίας και της αδέσμευτης παραδοχής ή απόρριψης είναι ακόμα ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει την ποίηση.
Η ποίηση είναι τρόπος ζωής. Η ποίηση δεν ανήκει στα είδη βιοτικής ανάγκης και οδηγεί τον άνθρωπο στην άλλη διάσταση τη Θεία και του θυμίζει εκείνα που εύκολα λησμονεί, μ’ άλλα λόγια του μιλούν με τη φωνή της άγρυπνης συνείδησης και του χρέους.
Ο ποιητής «γεννιέται δε γίνεται», πρέπει δηλαδή να υπάρχει το ταλέντο για να καλλιεργήσει κανείς το προσόν αυτό.
Ο ποιητής είναι δύτης που εισδύει με το σκάφανδρο του σε ανεξερεύνητα άδυτα της Θεϊκής φλόγας της «μανίας» κατά τον Πλάτωνα, φωτίζεται απ’ αυτό το φως και το εξωτερικεύει, το μεταλαμπαδεύει θα λέγαμε μέσα την ίδια τη ζωή, με τους στίχους, την πεποίθηση και την εμπιστοσύνη για το απερχόμενο.
Έτσι η ποίηση δίνει μια ζωντανή δυναμική παρουσία μέσα στη ζωή, με τη συνεχή δημιουργία, τη βούληση και τη βίωση στην πράξη. Ακόμη η ποίηση δυναμώνει την ψυχή και το πνεύμα, γεμίζει τον άνθρωπο με κουράγιο, δύναμη και αισιοδοξία για τη ζωή.
ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ