Ο Μακεδονικός αγώνας υπήρξε ένας κρίκος στην αλυσίδα των εξεγέρσεων για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Αποτελεί μια από τις πιο ένδοξες σελίδες της νεότερης ελληνικής ιστορίας, γραμμένη με μαρτύρων αίμα, ηρωισμούς και ολοκαυτώματα. Οι πρωταγωνιστές που προέρχονταν από ολόκληρο τον ελληνισμό.
Ωστόσο το κύριο βάρος του αγώνα το σήκωσε ο γηγενής πληθυσμός της Μακεδονίας, ο οποίος όχι μόνο αγωνίστηκε μόνος και αβοήθητος, για τριάντα περίπου χρόνια να διαφυλάξει την ελληνικότητα του από τις διάφορες εχθρικές προπαγάνδες, αλλά και συμπαραστάθηκε με θέρμη και αποτελεσματικότητα τους Μακεδονομάχους που έσπευσαν από κάθε γωνιά της ελληνικής πατρίδας στη Μακεδονία για να πάρουν μέρος στην ένοπλη φάση του αγώνα στα χρόνια 1904-1908.
Η Μακεδονία όπως και η λοιπή Ελλάδα γέφυρα ανάμεσα σε δύο Ηπείρους και σε δύο θάλασσες με τεράστια στρατηγική και πολιτική σημασία όταν πια άρχισε να κλονίζεται η κυριαρχία της Τουρκίας στη Βαλκανική, έγινε το μήλον της έριδος των μεγάλων δυνάμεων, ιδιαίτερο όμως ενδιαφέρον έδειχνε η Ρωσία η οποία αισθανόταν την ανάγκη να βγει στη Μεσόγειο.
Χωρίς αμφιβολία σημαντικότερο γεγονός στάθηκε το Σχίσμα της Βουλγαρικής εκκλησίας το 1872 η οποία ονομάσθηκε εξαρχία και αποδεσμεύτηκε, όχι μόνο από τη θρησκευτική δικαιοδοσία, αλλά το πιο σημαντικό και από την πολιτική εποπτεία του Πατριαρχείου.
Ο τυπικός εκείνος εκκλησιαστικός διαχωρισμός των χριστιανικών πληθυσμών σε Πατριαρχικούς και εξαρχικούς πήρε ουσιαστικά τη μορφή εθνικής αντιπαράθεσης Ελλήνων και Βουλγάρων και απετέλεσε την απαρχή του Μακεδονικού αγώνα.
Η Βουλγαρική προπαγάνδα από εξαρχικούς δασκάλους και ιερείς στα μακεδονικά χωριά τυπικά αποσκοπούσε στο θρησκευτικό προσηλυτισμό. Ουσιαστικά όμως απέβλεπε την ισχυροποίηση των Βουλγαρικών θέσεων στη Μακεδονία.
Για πάνω από 30 χρόνια ο Ελληνορθόδοξος πληθυσμός της Μακεδονίας, μόνος και αβοήθητος, με μοναδικά όπλα το σχολείο και την εκκλησία πάλεψε για να μην αποκοπεί από τις ρίζες του την ορθοδοξία και τον ελληνισμό. Ο ιερέας και ο διάκονος αναδείχθηκαν τα ισχυρότερα στηρίγματα του χρειαζόμενου Γένους περιορίζονται στο ελάχιστο τα αποτελέσματα της Βουλγαρικής προπαγάνδας.
Και όταν οι Βούλγαροι διεπίστωσαν ότι δεν μπορούσαν να επιβληθούν με ειρηνικά μέσα σταδιακά από το 1895 και εξής πέρασαν στη βία των όπλων. Όμως παρά την αποτυχία της ψευδοεπανάστασης του Ίλιντεν η Μακεδονία είχε κατακλυσθεί από βουλγαρικά σώματα. Ο Ελληνισμός μάτωνε. Και τότε έγινε το θαύμα. Από τα σπλάχνα του μαρτυρικού λαού της Δυτικής Μακεδονίας ξεπήδησε η αντιστασιακή φλόγα. Πρωτοπόροι στον αγώνα στάθηκαν ο ίωνας Δραγούμης, ο Μητροπολίτης Καστοριάς Καραβαγγέλης, οι οποίοι οργάνωσαν τα πρώτα ανταρτικά σώματα Δυτικομακεδόνων ενόπλων με αρχηγούς τον Κώττα από τη Ρούλια και τον Βαγγέλη Στρεμπενιώτη.
Αλλά και η κοιμισμένη ως τότε Αθήνα, αφυπνίσθηκε.
Την άνοιξη του 1904 στάλθηκαν μυστικά στη Μακεδονία τέσσερις παράξενοι ζωέμποροι. Στην πραγματικότητα ήταν αξιωματικοί του ελληνικού στρατού. Ανάμεσά τους ο Παύλος Μελάς με το ψευδώνυμο Πέτρος Δεδές. Ο Μελάς ξαναγύρισε στη Μακεδονία τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου με δικό του ανταρτικόσωμα ως καπετάν Μίκης Ζέγας. Σύνθεση των ονομάτων των δυό παιδιών του. Οι Μακεδόνες τον δέχθηκαν σαν ελευθερωτή. Ο λαός σιγα- σιγά αναθάρρησε κι όταν τις 13 Οκτωβρίου του 1904 το βόλι τον έριξε νεκρό στη Στάτιστα, έγινε εθνικό σύμβολο και πέρασε σαν ήρωας στην αιωνιότητα. Γιατί ο θάνατός του αντί να αποθαρρύνει, θέριεψε τον αγώνα. Τότε από κάθε μεριά της ελληνικής γης από την βόρεια ήπειρο εως την Κρήτη και Κύπρο άρχισαν να καταφθάνουν γενναίοι Μακεδονομάχοι, που αποθανατίστηκαν με τα θρυλικά πλέον ψευδώνυμά τους.
Βάρδας, Ακρίτας Κόρακας, Νικηφόρος, Νταλίπης, Πύρζας, τους δέχθηκαν με ενθουσιασμό και συνεργάστηκαν στενά μαζί τους.
Καθοριστική υπήρξε η συμβολή στον αγώνα και των αμάχων Μακεδόνων, οι οποίοι βοήθησαν με όλες τις δυνάμεις του αγώνα.
Τέσσερα χρόνια κράτησε ο ένοπλος Μακεδονικός αγώνας.
Έγιναν πολλές αιματηρές συγκρούσεις και αναρίθμητοι υπήρξαν οι μάρτυρες και οι ήρωες. Τελικά το 1908 η επανάσταση των Νεοτούρκων, παράλληλα με την παραχώρηση συντάγματος έδωσε αμνηστία στους εμπόλεμους και υποσχέθηκε ισονομία και ισοπολιτεία σε όλες τις εθνότητές του.
Οι παλαιοί Μακεδονομάχοι οργανωμένοι σε σώματα, άνοιξαν το δρόμο στον ελληνικό στρατό ο οποίος με επικεφαλής το διάδοχο τότε Κων/νο ελευθέρωνε τη μια μετά την άλλη τις πόλεις της Μακεδονίας. Στις 26 Οκτωβρίου οι ελληνικές προφυλακές έμπαιναν θριαμβευτικά στη Θεσ/νίκη. Τυπικά ο Μακεδονικός αγώνας είχε τερματισθεί και το Μακεδονικό ζήτημα φάνηκε πως επιτέλους είχε κλείσει.
Όμως το Μακεδονικό ζήτημα αναζωπυρώθηκε και πάλι μετα την ίδρυση της σοσιαλιστικής δημοκρατίας τη λεγόμενη Μακεδονία. Το κρατικό αυτό μόρφωμα μέλος της Γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας και δημιούργημα του Τίτο, άρχισε να εμφανίζεται από το 1944.
Στο διάστημα που μεσολάβησε ως τις μέρες μας τα γεγονότα διαστρεβλώθηκαν κατάλληλα ώστε να εμφανίζεται σήμερα ένα ξεχωριστό ‘Μακεδονικό’ έθνος με ιστορία αιώνων. Το σημαντικότερο όμως δημιούργημα ήταν η αριστοτεχνική προπαγανδιστική εκστρατεία την οποία εξαπέλυσαν διεθνώς για να υποστηρίζουν τις θέσεις του. Βέβαια η επιχειρηματολογία τους βρίσκει έδαφος μόνο εκεί όπου επικρατεί ιστορική άγνοια. Γιατί όσοι γνωρίζουν ιστορία γνωρίζουν ότι η Μακεδονία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της Ελληνικής ιστορίας. Ο Μέγας Αλέξανδρος διέδωσε στα πέρατα του κόσμου την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό γιατι ήταν Έλληνας.
Τα αρχαία μάρμαρα που αποκαλύπτει η προγονική γη των Μακεδόνων με τις ελληνικές επιγραφές και τα ονόματα είναι οι αδιάψευτοι φθεγγόμενοι μάρτυρες της Ελληνικότητας της Μακεδονίας.
Η μελέτη και η βαθιά γνώση της ιστορίας λοιπόν, η επαγρύπνιση και η εγκατάλειψη του εφησυχασμού αποτελούν σήμερα ασπίδα και δόρυ, τα πιο αποτελεσματικά όπλα, για την αντιμετώπιση κάθε επιβουλής εναντίον της Μακεδονίας.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ