Τι πάει να πει «Συμφωνικό ποίημα»; «Συμφωνική» μπορεί να είναι η μουσική που γράφεται για να εκτελεστεί από μια συμφωνική ορχήστρα και «ποίημα» μια λογοτεχνική σύνθεση σε στίχους. Ποιος «παράταιρος» νους συνέλαβε το πάντρεμα αυτών των δύο μορφών τέχνης και σε ποιο σημείο μπορούν να τέμνονται αυτές οι δύο; Η δημιουργική φαντασία και η ρομαντική εποχή στην οποία έζησε ο συνθέτης και βιρτουόζος πιανίστας Φραντς Λιστ συνέβαλαν στη δημιουργία μιας καινούριας μουσικής φόρμας.
Ο Λιστ γεννιέται στις 22 Οκτωβρίου του 1811 στην Ουγγαρία. Ζει την περίοδο του κινήματος του Ρομαντισμού, τότε που στη μουσική επικρατεί το συναίσθημα ως σημαντικότερο κριτήριο της τέχνης. Ο Ρομαντισμός αποτελεί την «αντίδραση» στον ορθολογισμό της σκέψης του διαφωτισμού από την οποία προκύπτει το αισθητικό ρεύμα του κλασικισμού.
Κατά τον 19ο αιώνα η μουσική θεωρείται τόσο από τους ίδιους τους συνθέτες όσο και από το κοινό φορέας συναισθημάτων και μέσο έκφρασης ψυχικής διάθεσης. Στο δοκίμιο «Ο Μπερλιόζ και η συμφωνία του Χάρολντ» (1855), το οποίο συνυπογράφουν ο Λιστ και η πριγκίπισσα Καρολίνα του Βίτγκενσταϊν αναφέρεται πως «Η μουσική ενσαρκώνει το συναίσθημα χωρίς να το εξαναγκάζει…να συγκρουστεί και να συνδυασθεί με τη σκέψη», πρόκειται δηλαδή για την ικανότητά της να κάνει ακουστό κάθε εσωτερικό παλμό.
Την περίοδο αυτή συνθέτες όπως ο Μπερλιόζ και ο Λίστ εντάσσουν στις συνθέσεις τους εξωμουσικά στοιχεία στην προσπάθειά τους να διευρύνουν τα στενά μουσικά όρια. Έτσι δημιουργούνται η «προγραμματική συμφωνία» και το «συμφωνικό ποίημα». Τα δυο αυτά είδη αφηγούνται με ήχους ένα εξωμουσικό γεγονός, μια ιστορία, αντλούν την θεματολογία τους από τη λογοτεχνία, τη ζωγραφική και τα προσωπικά βιώματα. Η μουσική λειτουργεί ως ηχητικός πίνακας, οι λέξεις και οι ποιητικές ιδέες μεταμορφώνονται σε οργανική μουσική χωρίς να υπάρχει ανάγκη γλωσσικής επεξήγησης του περιεχομένου.
Ο Λιστ, ο κυριότερος εκπρόσωπος αυτής της αισθητικής τάσης, προσπαθεί να θεμελιώσει την αξιοπρέπεια της οργανικής μουσικής σε μια εποχή που η λογοτεχνία είναι η κυρίαρχη αισθητική εμπειρία. Έτσι θέλοντας να υπερασπιστεί το αίτημα της μουσικής να αποτελεί «κουλτούρα» και όχι απλά «απόλαυση», όπως είχε ισχυριστεί περιφρονητικά ο Καντ, οδηγείται στη σύλληψη του «συμφωνικού ποιήματος». Ο Λιστ έγραψε 13 συμφωνικά ποιήματα και 2 προγραμματικές συμφωνίες, τις οποίες εύκολα μπορεί κανείς να εντοπίσει στο διαδίκτυο και να τις ακούσει.
Η φιλοσοφία του Σοπενχάουερ επηρέασε τη μουσική αισθητική τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Το γεγονός αυτό δεν είναι τυχαίο αφού συμπίπτει με την άνοδο της καθαρά οργανικής μουσικής χάρη στους Αυστριακούς συνθέτες (Χάυντν, Μότσαρτ). Έτσι την εποχή αυτή επανέρχονται στο προσκήνιο παλιά προβλήματα για την εκφραστικότητα της μουσικής και την ουσιώδη ή φυσική σχέση της με τα λόγια, τις εικόνες και τις έννοιες. Η προσπάθεια του θεωρητικού της εποχής επικεντρώθηκε στην εξήγηση του συνταρακτικού αποτελέσματος της καθαρά συμφωνικής μουσικής, της μουσικής δωματίου και της συνύπαρξης λόγου και μουσικής. Επίσης ο συνθέτης αναζητώντας τρόπους να εκφράσει με τη μουσική το ρομαντικό αίσθημα επινοούσε νέα μουσικά είδη που θα του επέτρεπαν κάτι τέτοιο.
Πέρα από τολμηρός συνθέτης, ο Λιστ υπήρξε και μυθικός δεξιοτέχνης του πιάνου. Από μικρός μαθήτευσε δίπλα στον Czerny και αναγνωρίστηκε ως παιδί θαύμα. Αυτή η εξέλιξη ευνοήθηκε και από το γεγονός πως βίωσε από νωρίς την πιανιστική παράδοση της Βιέννης. Γοητευμένος από το παίξιμο του Παγκανίνι προσπάθησε να το μεταφέρει στο πιάνο. Το τεράστιο μεταγραφικό του έργο για πιάνο περιλαμβάνει συμφωνίες, όπερες, τραγούδια και ελεύθερες φαντασίες. Χαρακτηριστικό του παιξίματός του ήταν ο αυτοσχεδιασμός. Περιγραφές της εποχής αποκαλύπτουν πως πιανίστες – συνθέτες όπως ο Σοπέν και κυρίως ο Λιστ έτειναν να παίζουν τη μουσική τους κάθε φορά με διαφορετικό τρόπο. Για τον Λιστ κυκλοφορούσε το ανέκδοτο πως οι καλύτερες εκτελέσεις του ήταν όσες πραγματοποιούνταν με την βοήθεια της παρτιτούρας, επειδή αυτές ήταν και οι μόνες φορές που ο ίδιος έπαιζε τη μουσική όπως αυτή ήταν γραμμένη…!