του παπαδάσκαλου
Κωνσταντίνου Ι. Κώστα
Συμμετέχουμε, κατά τον υμνογραφικό λόγο της εκκλησίας, σε μια γιορτή της οποίας τα όρια είναι πέρα από το σχήμα του κόσμου: Κύριε, εν τη μνήμη των Αγίων σου, πάσα η κτίσις εορτάζει, ουρανοί αγάλλονται, συν τοις Αγγέλοις, και η γη ευφραίνεται, συν τοις ανθρώποις’’. Δεν έχουμε λόγο να αμφισβητήσουμε τη βεβαιότητα, που μας παρέχει η εκκλησιαστική ποίηση για τα όρια της γιορτής. Προσπαθούμε να μετέχουμε διαρκώς σε αυτήν. Ο Μορφωτικός Όμιλος Παλαιογρατσανιτών ‘’η Γρατσάνη’’ με την εκδήλωση του χορού (26-2-2011) διεκδικεί, δικαίως, μερίδιο από αυτή τη γιορτή. Οι Παλαιογρατσανίτες είναι άνθρωποι του μόχθου, της εργασίας, της τιμιότητας και αντλούν πολιτισμό από το εκκλησιαστικό γεγονός της κοινής συλλογικής ζωής.
Οι πολιτιστικοί σύλλογοι αναπαράγουν τον ελληνικό πολιτισμό, παράγουν πολιτισμό και συνομιλούν κριτικά (και όχι μιμητικά) με στοιχεία πολιτισμών άλλων λαών. Όσοι ακόμα από αυτούς υποψιάζονται την ποιότητα και το μέγεθος του αρχέτυπου του πολιτισμού μας, την κατασυκοφαντημένη λυσσωδώς από τη Δύση, Ρωμηοσύνη, επιμένουν να εντρυφούν στην εκκλησιαστική παράδοση και ζωή, την εγκαταλειμμένη από εμάς τους ίδιους. Όσοι τροφοδοτούνται πνευματικά από τον μοναστικό ορθόδοξο ησυχασμό (και όχι εφησυχασμό) και τον ενοριακό κοινοτισμό, όχι τον κλεισμένο εγωπαθώς στο καβούκι του, αλλά αυτόν που δίνει ψωμί στον πεινασμένο, που ‘’συνηγάγει’’ τον ξένο και ντύνει τον γυμνό, αυτοί συμβάλλουν στην πραγμάτωση του όντως πολιτισμού και προωθούν την οικουμενικότητα της ελληνικής συνείδησης στα όρια της εκκλησιαστικής συναδέλφωσης του κόσμου.
Η αρχική δόμηση των πολιτιστικών συλλόγων με στοιχεία από τον μοναστικό ησυχασμό και τον ενοριακό κοινοτισμό με χαρακτηριστικά πολυφυλετικού πολιτισμού συγκοινωνούντων δοχείων, καλλιεργήθηκε μέσα στη Ρωμανία-Βυζάντιο και συνεχίστηκε μέχρι τον 18ο-19ο αιώνα όπου υπό την πίεση των δυτικών εξελίξεων άρχισε να επικρατεί σταδιακά το εθνικιστικό-φυλετικό πνεύμα. Έκτοτε καταβάλλεται προσπάθεια για την μετακίνηση και την απο-θεμελίωση των πολιτιστικών συλλόγων από την εκκλησιαστική μήτρα, που ενοποιεί, χωρίς να πνίγει, λαούς, φυλές και έθνη, σε πραγμάτωση οικουμενικής κοινότητας με τη διατήρηση των πολιτιστικών ετεροτήτων. Ο εκστασιασμός κάποιων συλλόγων από την ‘’πρόοδο’’ της Ευρώπης αφήνει ελάχιστες δυνατότητες για κριτικές επιλογές, με αποτέλεσμα η αυτοπαράδοση στα ευρωπαϊκά φώτα να γίνεται άνευ όρων και μάλιστα με καύχηση άκριτου μιμητισμού.
Τα ζώπυρα για τον πολιτισμό, που συναδελφώνει με αγάπη τους ανθρώπους, τα συναντά ο λαός μας μέσα στην εκκλησιαστική ζωή, όπου συνειδητοποιεί τον τρόπο που οδηγεί σ’ αυτό το γεγονός, τη μεταβολή δηλαδή της ιδιοτέλειας σε ανιδιοτέλεια με τη μετάνοια και την άσκηση.