Γράφει ο Σίσκος Παναγιώτης,
Δικηγόρος Πτολεμαΐδας
Ελάφρυνση φαίνεται να παρέχεται στους οφειλέτες τραπεζών με τον νέο νόμο 4161/2013 που καταλαμβάνει εκείνους που έχουν υποθηκευμένη την κύρια κατοικίας τους. Ο οφειλέτης μπορεί να μην απαλλάσσεται από το υπόλοιπο των χρεών (όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην περίπτωση του νόμου 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά), πλην όμως παρέχεται σημαντική περίοδος χάριτος κατά την οποία δίνεται στον οφειλέτη η ευκαιρία να ανασάνει από τα χρέη, από συνεχείς οχλήσεις τραπεζών και από κατασχέσεις.
1. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΝΤΑΞΗΣ ΣΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ
Ο νέος νόμος θέτει σωρεία προϋποθέσεων για την υπαγωγή κάποιου στις ρυθμίσεις του.
Καταρχήν θα πρέπει η αρχική δανειακή σύμβαση (ανεξάρτητα από τυχόν τροποποιήσεις κλπ) να πραγματοποιήθηκε έως την 30ή Ιουνίου 2010 και να είναι ενεργή. Το πρόγραμμα διευκόλυνσης παρέχεται μόνο σε οφειλέτες επί των οποίων η τράπεζα έχει εγγράψει υποθήκη ή οποιοδήποτε βάρος στην κύρια κατοικία τους.
Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του οφειλέτη δεν πρέπει να ξεπερνά τα 180.000 €, η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας τα 250.000 € και το σύνολο των καταθέσεων και κινητών αξιών τις 10.000 €. Για τους πολύτεκνους, τα ποσά αυτά διαμορφώνονται στα 200.000, 250.000 και 15.000 € αντίστοιχα.
Θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να απομένει ακόμα ανεξόφλητο υπόλοιπο κεφαλαίου όχι μεγαλύτερο από 150.000 €.
Περαιτέρω, το πρόγραμμα καταλαμβάνει μόνο τον οφειλέτη που είναι άνεργος ή απασχολείται με σχέση εργασίας ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου ή είναι συνταξιούχος ή θεωρείται ότι έχει εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες κατά τις διατάξεις του άρ. 1 παρ. 2 ν. 4110/2013, ενώ το συνολικό του ετήσιο εισόδημα ξεπερνά τις 150.000€ ή τις 25.000 € (αναλόγως αν υποβάλλει ατομική ή κοινή φορολογική δήλωση). Τα ποσά αυτά αυξάνονται κατά 5.000 για τους πολύτεκνους και για όσους έχουν οι ίδιοι ή τα φορολογικά εξαρτώμενα μέλη άνω του 67%. Tέλος, τα εισοδήματα αυτά θα πρέπει να είναι λιγότερα κατά ποσοστό τουλάχιστον 20% σε σχέση με τα εισοδήματα του 2009.
2. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗΣ
Α) Εφόσον ο οφειλέτης καταθέσει την αίτηση, τροποποιείται η αρχική δανειακή σύμβαση. Παρέχεται περίοδος χάριτος για ένα διάστημα το πολύ 48 μηνών κατά το οποίο ως μηνιαία δόση ορίζεται μόλις το 30% του μηνιαίου οικογενειακού εισοδήματος, και μάλιστα αφαιρουμένων από αυτό των τυχόν κρατήσεων από ασφαλιστικά ταμείου, του παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και της εισφοράς αλληλεγγύης. Το χρηματικό ποσό που εναπομένει κεφαλαιοποιείται και αποπληρώνεται μετά από την περίοδο χάριτος των 48 μηνών.
Β) Ως επιτόκιο επί του μηνιαίως καταβαλλόμενου χρηματικού ποσού κατά την περίοδο χάριτος θεωρείται το επιτόκιο που έχει συμφωνηθεί κατά την αρχική δανειακή σύμβαση. Eξαιρούνται 4 κατηγορίες προσώπων οι οποίες είτε έχουν πολύ χαμηλό εισόδημα (κάτω από 9.000-15.000 €, ή, αν είναι πολύτεκνοι ή οικογένειες με άτομα φέροντα αναπηρία άνω του 67 %, κάτω από 13.000-20.000 €, αναλόγως αν υποβάλλουν ατομική ή κοινή φορολογική δήλωση αντίστοιχα) Για τις κατηγορίες αυτές προβλέπεται ότι η μηνιαία δόση υπολογίζεται με μέγιστο επιτόκιο ίσο με το βασικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τις πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης, πλέον περιθωρίου 0,75%, εκτός εάν ορίζεται χαμηλότερο συνολικό επιτόκιο στην τελευταία πριν την υπαγωγή σύμβαση, το οποίο σε αυτή την περίπτωση διατηρείται. Η υπερβάλλουσα όμως διαφορά μεταξύ του ως άνω επιτοκίου και του τυχόν υψηλότερου επιτοκίου της αρχικής σύμβασης, διαγράφεται και δεν επιβαρύνει τον οφειλέτη ούτε μετά το πέρας της περιόδου χάριτος.
Γ) Ειδικά για άνεργους με μηδενικό εισόδημα ή μοναδικό εισόδημα το επίδομα ανεργίας, παρέχεται επιπλέον η δυνατότητα μηδενικών καταβολών με πλήρη απαλλαγή τόκων για συνολικό διάστημα μέχρι έξι (6) μήνες εντός της περιόδου χάριτος, το οποίο διάστημα δύναται να παρέχεται συνεχόμενο ή τμηματικά. Η κατά το ως άνω διάστημα των έξι (6) μηνών πλήρης απαλλαγή τόκων, δεν επιβαρύνει τον οφειλέτη ούτε για το διάστημα αυτό ούτε και μετά το πέρας αυτού. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα για τις προηγούμενες περιπτώσεις.
Δ) Σε περίπτωση που ο οφειλέτης χρωστά σε περισσότερους δανειστές, η ικανοποίηση αυτών θα πραγματοποιηθεί συμμέτρως, δηλαδή αναλόγως με το υπολειπόμενο ποσό που οφείλει στον καθένα εξ αυτών.
Ε) Ρητά ορίζεται η επέλευση αναστολής των ατομικών διώξεων (δηλ. κατασχέσεις κλπ.) τόσο κατά του οφειλέτη όσο και κατά του εγγυητή του οφειλέτη, κατά το διάστημα της περιόδου χάριτος.
ΣΤ) Κατάθεση αίτησης εκ μέρους του οφειλέτη μπορεί να γίνει μόνο μία φορά, ενώ σε περίπτωση που παρέλθει η περίοδος χάριτος λύεται αυτοδικαίως το πρόγραμμα διευκόλυνσης.
3. ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΝΟΜΟΥ
Η ουσιαστική έναρξη του νόμου αυτού, θα επέλθει μόλις εκδοθεί η υπουργική απόφαση η οποία θα προσδιορίζει τα απαραίτητα δικαιολογητικά που θα πρέπει να υποβάλει ο οφειλέτης κατά την υποβολή της αίτησης προς τα πιστωτικά ιδρύματα. Η οριζόμενη από τον νόμο προθεσμία υποβολής της αίτησης – ένα εξάμηνο μετά από τη δημοσίευση της ως άνω υπουργικής απόφασης- καταρχήν φαίνεται περιορισμένη, εκτός και αν αργότερα παραταθεί.
4. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 4161/2013
Ο πρόσφατος νόμος φαίνεται να έχει εκδοθεί προκειμένου να διασωθούν, έστω για το διάστημα της χάριτος, τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη καθώς και η υποθηκευμένη κύρια κατοικία του.
Εξάλλου πρόκειται μάλλον για έναν νόμο επικουρικό σε σχέση με τον νόμο για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, καθώς ορίζεται ότι σε περίπτωση που ο οφειλέτης υποβάλει αίτηση του ν. 3869/2010, παύει αυτοδικαίως το πρόγραμμα διευκόλυνσης.
Πάντως, η ουσιώδης διαφορά – και σε αυτό υστερεί ο παραπάνω νόμος – σε σχέση με εκείνον του 3869/2010, είναι ότι ακόμη και αν ο οφειλέτης κατά το διάστημα του προγράμματος είναι συνεπής προς τις οφειλές του, καταρχήν δεν επέρχεται απαλλαγή του από το υπόλοιπο των χρεών αλλά απλώς αυτά που δεν έδωσε κατά την περίοδο που με βάση τη δανειακή σύμβαση έπρεπε να δώσει, τα πληρώνει μετά την περίοδο χάριτος.
Ωστόσο, δε θα πρέπει να παραβλεφθεί ότι απαλλαγή από μέρος του χρέους, και συγκεκριμένα από το ποσό των οφειλόμενων τόκων προβλέπεται για τους άνεργους και για 4 ακόμα κατηγορίες που αναφέρθηκαν παραπάνω (υπό 2 Β). Κατά τα άλλα είναι προφανές ότι το μόνο που προσφέρει ο εν λόγω νόμος, είναι να χορηγήσει στους οφειλέτες μια πρόσκαιρη «ανάσα».