Ο ζωγράφος Γιάννης Λασηθιωτάκης παρουσιάζει τη νέα του δουλειά με τίτλο «Η μαύρη γραμμή», στην gallery 512 από 8 Mαρτίου έως 5 Απριλίου.
Μια ενότητα ζωγραφικών έργων και σχεδίων μεγάλων διαστάσεων, με θέματα τους ένστολους, φιγούρες με ανατολίτικες ενδυμασίες εν ώρα προσευχής και αγγέλους. Συνεκτικός κρίκος όλων η μεταφυσική, η πίστη, το άνωθεν καθήκον.
Εξαιρετικά λιτά στην εκφορά τους, τα έργα της σειράς έχουν ως χρωματική βάση τους το μαύρο, πάνω στο οποίο «χτίζονται» οι υπόλοιπες αποχρώσεις. Πουθενά δράση, κίνηση –σκίρτημα έστω. Μόνο απλή, σιωπηλή, παράθεση εικόνων. Εικόνων επίμονα στυλιζαρισμένων, επαναλαμβανόμενων, υπαινικτικά συγκεκριμένων μες στην αοριστία τους, υπογείως πολιτικοποιημένων. Ένας (σχεδόν φασματικός) αντικατοπτρισμός γεγονότων και αλλαγών που σημαδεύουν τα τελευταία χρόνια την Ελλάδα, αλλά και τον πλανήτη. Μια βουβή αντιπαράθεση ανάμεσα στο δυτικό κόσμο και στον κόσμο της Ανατολής.
H σειρά αυτών των έργων, σημειώνει, ο Γιάννης Λασηθιωτάκης, είχε αφορμή και αφετηρία δυο πίνακες της ατομικής μου έκθεσης “Πρόσωπα” στο Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας το 2012, οι οποίοι απεικόνιζαν αξιωματικούς που τοποθετήθηκαν ως φύλακες άγγελοι στην κεντρική αίθουσα.
Στην πορεία η εν σπέρματι αυτή θεματολογία άρχισε να αρθρώνεται σε πιο αφαιρετικές φόρμες, να αποκτά στοιχεία μεταφυσικά, και μαζί μια «θρησκευτικότητα», χάρις στην υπερβατική αίσθηση που απέπνεαν τα έργα με το φως τους, την έλλειψη χαρακτηριστικών των μορφών που απεικόνιζαν (φιγούρες φευγαλέες, ακίνητες, κυριαρχικές –υποταγμένες και ταυτόχρονα ανυπότακτες) και των τοπίων που τις πλαισίωναν…
Πάνω στην ίδια λογική, ακολούθως, ζωγράφισα άνδρες και γυναίκες με χαρακτηριστικές ανατολίτικες ενδυμασίες. Ανακάλυψα –όχι δίχως έκπληξη και ο ίδιος– μια υπόγεια σχέση ανάμεσα στην προηγούμενη ενότητα και σε αυτήν. Σχέση η οποία εστιάζεται στο καθήκον, στη θρησκεία, στο “άνω σχώμεν”, στο επέκεινα… Εδώ, ωστόσο, με ενδιέφεραν περισσότερο η πίστη ως πνευματικό και επαναστατικό ταυτόχρονα στοιχείο, η ενδοσκόπηση, η μοναχικότητα, η ενδόμυχη επικοινωνία με το σύμπαν, με το άγνωστο. Ο Άνθρωπος που, νιώθοντας αδιέξοδος, προδομένος, προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον Θεό, ως μοναδική του, τελευταία, ελπίδα. Το γήινο πήρε τη μορφή υπέργειου, η ύλη σχεδόν εξαϋλώθηκε σε ένα δισταγμό μεταξύ φθαρτού και άφθαρτου, εφήμερου και αιώνιου.
Κυρίαρχοι σε όλη αυτή τη σιωπηλή, υπερβατική συστράτευση οι άγγελοι. Ασαφείς, απροσδιόριστοι, σαν σκιές μπρος σε αόριστα, μεταφυσικά τοπία, όπως αυτά στην «Παναγία των Βράχων» και στην «Τζοκόντα» του Leonardo Da Vinci. Οι άγγελοι: αυτοπροσωπογραφίες του καλλιτέχνη, που δεν κατέχει τίποτα άλλο παρεκτός την βεβαιότητα του χρέους και του δέους καθώς βαδίζει –πεπτωκώς μαζί και αναπεπταμένος– στη στενωπό για την αποστολή του. Εντεταλμένος, κι αυτός, άνωθεν.