Σχεδόν ο μισός πληθυσμός των οικισμών που γειτνιάζουν με τους σταθμούς και τα ορυχεία της ΔΕΗ, πάσχουν από ρινίτιδες, οι οποίες αποδίδονται στην σωματιδιακή ρύπανση.
Το ανησυχητικό αυτό συμπέρασμα προκύπτει από επιδημιολογική έρευνα του Εργαστηρίου Έρευνας Παθήσεων από το Περιβάλλον της Πνευμονολογικής Κλινικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου. Την έρευνα που παρήγγειλε η νομαρχιακή αυτοδιοίκηση Κοζάνης και τα αποτελέσματά της παρουσίασε ο καθηγητής Λάζαρος Σιχλετίδης. Σύμφωνα με τον καθηγητή, οι ρινίτιδες στα παιδιά δεν επηρέασαν το κατώτερο αναπνευστικό σύστημα, ενώ αντιθέτως στους ενήλικες το επηρέασαν, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό εμφάνισε βρογχικό άσθμα.
Στην έρευνα που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αλλά η τελευταία φάση ολοκληρώθηκε πρόσφατα, εξετάστηκαν συνολικά 3.046 άτομα κατά την αρχική φάση της μελέτης. Εξ, αυτών τα 359 ηλικίας άνω των 30 ετών είναι από το Σπήλαιο και το Κηπουριό Γρεβενών, δηλαδή από «καθαρή» περιοχή και αποτελούν την «ομάδα ελέγχου», ενώ τα 2.687 άτομα είναι από το λεκανοπέδιο Εορδαίας και Κοζάνης, μαζί με τους οικισμούς που βρίσκονται κοντά στις εγκαταστάσεις της ΔΕΗ. Ειδικότερα, εξετάστηκαν άτομα από τις πόλεις Κοζάνης και Πτολεμαΐδας, καθώς και από Φιλώτα, Πεντάβρυσο, Άγιο Χριστόφορο, Κόμανο, Μαυροπηγή, Ποντοκώμη, Ακρινή, Κλείτο, Άγιο Δημήτριο, Ρυάκιο, Πολύμυλο, Καπνοχώρι, Κοιλάδα, Δρέπανο, Πετρανά και Κάτω Κώμη.
Το 2006-2007 επανεξετάστηκαν 115 άτομα από τα Γρεβενά και 757 από το ενεργειακό λεκανοπέδιο. Όπως είπε ο υπεύθυνος καθηγητής για την επιδημιολογική μελέτη, εξετάστηκαν και επανεξετάστηκαν μετά από δώδεκα χρόνια, χωριστά τα παιδιά ηλικίας 10 έως 12 ετών και χωριστά οι ενήλικες. Αυτό που προέκυψε είναι ότι οι ρινίτιδες στα παιδιά διατηρήθηκαν κατά την ανάπτυξή τους, αλλά τουλάχιστον δεν επηρεάστηκε το κατώτερο αναπνευστικό σύστημα. Αντιθέτως για τους ενήλικες, επηρεάστηκε το κατώτερο αναπνευστικό σύστημα, αφού εμφάνισαν σε ποσοστό 80% βρογχικό άσθμα, το οποίο σύμφωνα με τον Λ. Σιχλετίδη οφείλεται στη σωματιδιακή ρύπανση και στα ιχνοστοιχεία που περιέχει. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι σε σύγκριση με την περιοχή των Γρεβενών η συμπτωματολογία της χρόνιας βρογχίτιδας ήταν αρκετά υψηλότερη στην περιοχή Εορδαίας και Κοζάνης, με σαφείς αυξητικές τάσεις κατά την επανεξέταση. Στην πρώτη εξέταση ήταν 15,7% στην περιοχή Γρεβενών και 37,9 στην Εορδαία, ενώ κατά την επανεξέταση, ήταν 25,2% και 51,8% αντιστοίχως.
Στο πλαίσιο της έρευνας εξετάστηκε και η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), η πλέον επικίνδυνη νόσος του κατώτερου αναπνευστικού. Σύμφωνα με τα στοιχεία από 872 άτομα, τα 168 εμφάνισαν ΧΑΠ. Το ποσοστό αυτό είναι περίπου ίσο με το μέσο πανελλαδικό όρο, επισήμανε ο καθηγητής, ο οποίος εκτίμησε ότι «η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια σχετίζεται κυρίως με το κάπνισμα και όχι με το περιβάλλον». Πάντως, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι «η ΧΑΠ είναι μία νόσος, που το 2030 θα είναι η τρίτη αιτία θανάτου μετά από τα στεφανιαία νοσήματα και τα καρδιοαγγειακά επεισόδια. Με την έννοια αυτή η ΧΑΠ παρουσιάζει όχι μόνο ιατρικό, αλλά και κοινωνιολογικό ενδιαφέρον».
Ο καθηγητής του Εργαστηρίου Γεωφυσικής του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας, Αθανάσιος Τριανταφύλλου, παρουσιάζοντας διαχρονικό διάγραμμα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης της περιοχής, παρατήρησε ότι «τα τελευταία χρόνια η σωματιδιακή ρύπανση μειώθηκε, γεγονός που οφείλεται στα φίλτρα της ΔΕΗ, ωστόσο παραμένει σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τα επιτρεπτά όρια». Ο νομάρχης Κοζάνης Γιώργος Δακής, επισήμανε ότι «η ποιότητα ζωής των πολιτών της περιοχής, είναι ένα από τα ζητήματα που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης».
ΧΡΗΣΤΟΣ ΒΗΤΤΑΣ