Του Καθηγητή Δ. Πογαρίδη
Αγαπητοί συμπολίτες,
Πήγαινε πολύ, πάρα πολύ, να προσδοκώ να μεταστοιχειωθούν τα λόγια της πρώτης μου επιστολής, που με παρρησία απηύθυνα προς ΕΣΑΣ, σε λαμπερά διαμάντια. Όμως….. Όμως μια μικρή διάρκεια την περίμενα. Ίσως ο τρόπος προφοράς δεν ήταν τόσο πιστικός! Καθώς, ο τρόπος είναι που θα έκαμε τις λέξεις πιο ανθεκτικές, να πήγαιναν λίγο πιο παρέκει από το τυπικό και το εφήμερο, ν’ άντεχαν μερικά ημερονύκτια παραπάνω, να μη χάνονταν μέσα στης ακοής τα περάσματα ή των ματιών τα μονοπάτια, να έφταναν, λέω, στον προορισμό τους, να έπαιρναν μέρος σ’ αυτό το αθάνατο παιχνίδι του Λόγου και του Αντίλογου, να μη γίνονταν κονιορτός αμέσως, να μη απόθαναν πρόωρα. Αλλά να, αυτά τα παλιοθέμελα φταίνε. Τα κανακαρίσια. Τα δασκαλικά λέω. Που εξακολουθούν να περιέχουν εκείνες τις παλιόπετρες για ηθικές αθλήσεις και αξίες…….
Τι δάσκαλος θα ήμουν αν, εκτός από τον ορισμό του ανθρώπου, δεν επίστευα και στων παραμυθιών τη δύναμη; Παραμύθια! Ας τα περιφρονούν οι της παγκοσμιοποίησης κήρυκες και διαφημιστές της. Εγώ ακόμα μέσα στο παραμύθι ζω. Ξέρετε πιο λέω. Εκείνο με τον καθαρό αέρα, τις σιδηρούχες φακές, το πολύ φως, το άφθονο νερό, τις όμορφες αυλές και τους πεζόδρομους, τα απέραντα πάρκα, τις φλαμουριές και τα χρυσάνθεμα και τις ανθρώπινες παρέες. Μόνο που να, χρειάζονται άλλης λογής χορευτικές κινήσεις για να σωθεί το παραμύθι Αλλά τι να πρωτοθαυμάσει κανείς σ’ αυτό το πλάσμα που δεν νοιάζεται για το νερό της Γης που λιγοστεύει και άνθρωποι διψούν, κάμποι ερημώνονται, είδη πολλά εξαφανίζονται κι αυτό το πλάσμα εκεί: Θέλει να γίνει, λέει, δημόσιος υδρονομέας στην εποχή της ξηρασίας.
Ε, όχι! Το πλάσμα που κυριάρχησε στη γη μπορεί να γίνει χαριτωμένο. Αν το θελήσει…. Αν θελήσει να δώσει λίγο παραπάνω απ’ αυτό που του δίνουν. Αυτό το λίγο παραπάνω είναι που δίνουμε εμείς οι δάσκαλοι. Αλλά άλλης αμοιβής πέτρα κείται στα θεμέλιά μας. Και άδραχμο νόμισμα είναι το αντίκρυσμά της.