Με τις καταθέσεις τεσσάρων μόνον μαρτύρων και ένταση συνεχίστηκε τη Δευτέρα και Τρίτη (30 και 31 Μαΐου) στο Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας η επανεξέταση της δολοφονίας της 15χρονης Τριανταφυλλιάς (Φιλιώς) Αντωνιάδου που εξαφανίστηκε από τη Βλάστη τον Ιούλιο του 2004.
Η υπόθεση ως γνωστόν είχε συγκλονίσει εκείνο το καλοκαίρι το πανελλήνιο, καθώς η 15χρονη που είχε εξαφανιστεί το βράδυ της 4ης Ιουλίου του 2004 βρέθηκε τρεις μέρες αργότερα νεκρή 3 χιλιόμετρα μακριά από τη Βλάστη, στην όχθη του παλιού δρόμου Αναρράχης- Βλάστης. Για το θάνατό της είχε κατηγορηθεί ένας 32χρονος τότε από τη Βλάστη που είχε υποδειχθεί από συγχωριανό του ως υπαίτιος για τη δολοφονία του κοριτσιού, ο οποίος αθωώθηκε πρωτόδικα και στο Εφετείο με τις ψήφους των ενόρκων.
Το άτομο αυτό βρίσκεται όμως ξανά στο εδώλιο του κατηγορουμένου, καθώς στις 7 Απριλίου ξεκίνησε στο Εφετείο η επανεξέταση της υπόθεσης, κατόπιν αίτησης αναίρεσης που είχε καταθέσει ο εισαγγελέας εφετών στον Άρειο Πάγο και η οποία έγινε δεκτή.
Την Δευτέρα εξετάστηκε στο Εφετείο ο βασικός μάρτυρας κατηγορίας Ηλιας Ζησιός, ο οποίος επέμεινε σθεναρά ότι είδε τον 39χρονο (σήμερα) που είχε υποδείξει μερικούς μήνες μετά το έγκλημα, να σκοτώνει το παιδί, λέγοντας ότι τον είδε να κρατά στα χέρια του πέτρα και το παιδί να είναι πεσμένο στο χώμα του εγκαταλειμμένου χωματόδρομου της Βλάστης. Επανέλαβε μάλιστα ότι ο λόγος που δεν κατήγγειλε έγκαιρα στις αρχές ότι είδε τη δολοφονία του παιδιού ήταν ότι ο κατηγορούμενος τον απείλησε ότι θα εμπλέξει και τον ίδιο λέγοντας ότι έκαναν μαζί το φόνο.
Είχε προηγηθεί η εξέταση της αδελφής του κατηγορουμένου, η οποία υποστήριξε ότι εκείνο το μοιραίο βράδυ που εξαφανίστηκε το κορίτσι από τη Βλάστη, είχε επιστρέψει μαζί με τον αδελφό της από τη Βλάστη στο πατρικό τους σπίτι στην Πτολεμαΐδα.
Με την εξέταση του ανθρώπου που βρήκε το άψυχο σώμα του νεκρού κοριτσιού συνεχίστηκε την Τρίτη η εκδίκαση της υπόθεσης. Πρόκειται για τον Αλβανικής υπηκοότητας βοσκό, ο οποίος την ώρα που βοσκούσε το κοπάδι βλατσιώτη κτηνοτρόφου στον οποίο εργαζόταν, βρήκε στο χωματόδρομο το αθλητικό παπούτσι του παιδιού και σχεδόν αμέσως εντόπισε στην όχθη του δρόμου και το άψυχο σώμα του, με αποτέλεσμα να υποστεί μεγάλο σοκ.
Σημειωτέον ότι ο συγκεκριμένος μάρτυρας προσέρχεται για πρώτη φορά στο δικαστήριο, και κατόπιν σχετικού αιτήματος που είχε υποβάλλει στο Εφετείο η οικογένεια του αδικοχαμένου κοριτσιού, καθώς δεν είχε κληθεί στις προηγούμενες δίκες από το δικαστήριο, αφού άγνωστο πως θεωρούσαν όλοι ότι λείπει στην Αλβανία, ενώ όλα αυτά τα χρόνια ζει και εργάζεται νόμιμα στη χώρα μας, παράλειψη που τονίστηκε από την πολιτική αγωγή.
Ο δεύτερος και τελευταίος μάρτυρας που εξετάστηκε την Τρίτη ήταν ένας αστυνομικός, ο οποίος μάλιστα ήταν αυτός που πήρε μαζί με άλλο συνάδελφό του την κατάθεση του βασικού μάρτυρα (Η. Ζησιού). Ανέφερε ότι τον προσέγγισε το φθινόπωρο της χρονιάς εκείνης ο ίδιος ο Ζησιός και εκείνος άρχισε να τον έχει από κοντά επειδή άφηνε να εννοηθεί ότι γνωρίζει πράγματα για το έγκλημα της Βλάστης. Κι ενώ στην αρχή του έλεγε κάποια σκόρπια πράγματα λίγο καιρό αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2004, του εξομολογήθηκε ότι γνωρίζει το δολοφόνο και ότι είδε το έγκλημα.
Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια της εκδίκασης σημειώθηκε κάποια ένταση από την πλευρά της οικογένειας του παιδιού και ιδιαίτερα από την μητέρα της Φιλιώς, η οποία ‘βγήκε από τα ρούχα’ της όταν ένας από τους συνηγόρους υπεράσπισης άφησε υπονοούμενα για τον μάρτυρα (αστυνομικό) ότι μαζί με συνεργάτη του κατασκεύασε δολοφόνο επειδή η αστυνομία δεχόταν μεγάλη πίεση που τόσο καιρό μετά το έγκλημα αυτό έμενε ανεξιχνίαστο.
Η δίκη διακόπηκε και θα συνεχιστεί στις 14, 15 και 21 Ιουνίου και έως ότου ολοκληρωθεί.
Ρ.Β.