«Το 2009 θα είναι έτος δύσκολο, με διάχυτη αβεβαιότητα και αστάθεια. Η πρόκληση της οικονομικής πολιτικής για κάθε χώρα θα είναι να δημιουργήσει κατάλληλες προϋποθέσεις για επάνοδο σε ικανοποιητικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης. Η αποκατάσταση της ομαλότητας στις διεθνείς αγορές και η σταδιακή ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας δεν πρέπει να αναμένονται πριν τις αρχές του 2010». Αυτό τόνισε ο Διοικητής του Ομίλου της ATEbank κ. Δ. Μηλιάκος, στην ομιλία του, στο 8ο Διεθνές Τραπεζικό Συνέδριο με θέμα: «Banking in Turbulent Times», επισημαίνοντας ότι, «στη χώρα μας, η κρίση βρήκε τις ελληνικές τράπεζες σε συγκριτικά καλύτερη θέση, με πολύ μικρή έκθεση σε υψηλού ρίσκου επενδυτικά προϊόντα, ισχυρή καταθετική βάση, επαρκή κεφάλαια και ικανοποιητική ρευστότητα».
Ο κ. Μηλιάκος, αφού ανέλυσε διεξοδικά την κατάσταση τόσο σε διεθνές, όσο και σε εθνικό επίπεδο, σημείωσε ότι «οι ξένοι επενδυτές ζητούν αυξημένο επασφάλιστρο κινδύνου για τη χώρα μας, όχι μόνο λόγω της επιδείνωσης των οικονομικών προοπτικών της αλλά και επειδή η κοινωνικό-πολιτική κατάσταση εκτιμάται ότι έχει επιβαρυνθεί, λόγω της υπερβολικά αρνητικής και άδικης δημοσιότητας που προκλήθηκε από τα γεγονότα του Δεκεμβρίου. Η καταστροφολογική αυτή απεικόνιση της πραγματικότητας αδικεί πολύ τη χώρα, τροφοδοτώντας ένα αρνητικό ψυχολογικό κλίμα».
Επεσήμανε στη συνέχεια τα πέντε βασικά σημεία στα οποία πρέπει να εστιάσουν τις προσπάθειές τους τα πιστωτικά ιδρύματα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η κρίση. Συγκεκριμένα:
• ενδυνάμωση της κεφαλαιακής βάσης τους με τη δημιουργία πρόσθετων αποθεματικών και προβλέψεων. Ήδη στο 9μηνο του 2008, πριν την κορύφωση της κρίσης, η ATEbank και οι υπόλοιπες πέντε μεγάλες ελληνικές τράπεζες προχώρησαν σε αύξηση των προβλέψεων κατά 28,6% έναντι 9,8% το αντίστοιχο διάστημα του 2007.
• εξασφάλιση της απαιτούμενης για την επιδιωκόμενη πιστωτική επέκταση ρευστότητας με την αξιοποίηση χρηματοοικονομικών εργαλείων όπως οι τιτλοποιήσεις στοιχείων ενεργητικού και η έκδοση καλυμμένων ομολογιών. Ενίσχυση των ιδίων κεφαλαίων θα απαιτηθεί και λόγω των ζημιών που καταγράφουν τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια των τραπεζών και οι οποίες απομειώνουν την καθαρή θέση τους.
• συμπίεση του λειτουργικού κόστους.
• συγκράτηση του κόστους των καταθέσεων με αποκλιμάκωση των επιτοκίων τους στην έκταση που επιτρέπει η πτωτική πορεία των παρεμβατικών επιτοκίων της ΕΚΤ.
• αναθεώρηση των σχεδίων έξω-συνοριακής δραστηριοποίησής τους, με αναστολή των δαπανών για επέκταση και χρηματοδότηση των χορηγήσεων, μόνο στο βαθμό που επιτρέπουν οι εγχώριες πηγές δανειακών κεφαλαίων. Εδώ τίθεται και ένα ευρύτερο ζήτημα. Χάρη στην πραγματικά εντυπωσιακή επέκταση τους στις αγορές των αναδυόμενων χωρών της νοτιοανατολικής Ευρώπης και άλλων γειτονικών χωρών, οι ελληνικοί τραπεζικοί όμιλοι αποκόμισαν σημαντικά οφέλη κατά την ιδιαίτερα παρατεταμένη ανοδική φάση του οικονομικού κύκλου, που τόσο απότομα έκλεισε με το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης. Παράλληλα, η έξω-συνοριακή αυτή δραστηριοποίηση θεωρήθηκε και ως στρατηγικής σημασίας πλεονέκτημα για τις ελληνικές τράπεζες. Σήμερα, η επιδεινούμενη οικονομική κατάσταση στις χώρες αυτές δεν θα επηρεάσει μόνον αρνητικά τα οικονομικά αποτελέσματα αλλά μπορεί στη χειρότερη περίπτωση να βλάψει και τα θεμελιώδη μεγέθη των μητρικών ομίλων. Γενικότερα, θα έλεγα ότι η κρίση, η οποία δεν αποκλείεται να οδηγήσει και σε πολιτική και κοινωνική αναστάτωση, πρέπει να αποτελέσει αφορμή για μια συνολικότερη θεώρηση των ευρύτερων σχέσεων της χώρας μας και της Ε.Ε. με τα κράτη της Βαλκανικής. Η πολιτική της Ελλάδας πρέπει να παραμείνει στην αντίληψη ενός «ηγετικού» και όχι ενός «ηγεμονικού» οικονομικού ρόλου, να συνεχίσει δηλαδή να πρωτοστατεί και να αναλαμβάνει εποικοδομητικές πρωτοβουλίες σε στενή συνεργασία με τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων, προκειμένου να επιταχύνει την ταχεία ενσωμάτωσή τους στην Ε.Ε.
«Παράλληλα, οι τράπεζες», ανέφερε ο κ. Μηλιάκος, «πρέπει να σταθούμε κοντά σε όσα νοικοκυριά και επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν συγκυριακά προβλήματα ομαλής εξυπηρέτησης των δανείων τους. Αναδιάρθρωση των δανείων με την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής τους, παροχή πρόσθετης χρηματοδότησης και μεταφορά υπολοίπων σε προϊόντα συγκέντρωσης οφειλής, διευκολύνουν τους πελάτες μας. Αρκετές τράπεζες μεταξύ των οποίων και η ΑΤΕbank, πάγωσαν τις δόσεις στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων για ένα χρόνο στους δικαιούχους του επιδόματος ανεργίας του ΟΑΕΔ. Στην ΑΤΕbank μάλιστα επεκτείναμε αυτό το μέτρο και στα επενδυτικά δάνεια των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών».
Ξεχωριστή έμφαση πρέπει να δοθεί στη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. H ενεργοποίηση του ΤΕΜΠΜΕ για τη δανειοδότηση με κεφάλαια κίνησης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό μέτρο. Η ΑΤΕbank έχει δεχτεί 3000 αιτήσεις από επιχειρήσεις μέχρι σήμερα, εγκρίνει τα αιτήματά της σε ποσοστό 75% και ήδη έχει λάβει από το ΤΕΜΠΕ την εγγύηση για 1200 δάνεια προς τις επιχειρήσεις αυτές».
Τέλος, ο κ. Μηλιάκος υπενθύμισε ότι η ATEbank έχει ήδη δρομολογήσει τη συμμετοχή της στο πακέτο των € 28 δισ και παράλληλα, συμμετέχει στο πρόγραμμα δανειοδότησης στεγαστικών δανείων του ΟΕΚ από τις τράπεζες.