Παρά τη γενετική ανάλυση, οι Αμερικανοί ερευνητές δεν κατάφεραν να εντοπίσουν το «γονίδιο της φιλίας», αλλά πιστεύουν ότι οι φίλοι έχουν περισσότερες γενετικές ομοιότητες από ό,τι οι άγνωστοι.
Η λαϊκή ρήση «δείξε μου τον φίλο σου, να σου πω ποιος είσαι» φαίνεται, σύμφωνα τουλάχιστον με πρόσφατη έρευνα, να ευσταθεί ακόμα και από γενετικής άποψης, καθώς διαπρεπείς ειδικοί υποστηρίζουν ότι γενετικά προσεγγίζουμε περισσότερο τους φίλους μας παρά τους αγνώστους.
Οι δύο επιστήμονες μελέτησαν τις διαφορές μεταξύ των 2.000 εθελοντών που συμμετείχαν σε μία έρευνα για τα καρδιακά νοσήματα και διαπίστωσαν ότι τα άτομα που διατηρούσαν φιλικούς δεσμούς διέθεταν κοινό 0,1% περισσότερο γενετικό υλικό συγκριτικά με αυτό που μοιράζονταν οι άγνωστοι. Αξίζει να σημειωθεί ότι ανάλογο είναι και το ποσοστό του γενετικού υλικού που μοιράζονται τα τέταρτα ξαδέλφια.
Η μελέτη δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences, αλλά ομολογουμένως είναι πολλοί οι επιστήμονες που αμφισβητούν την ορθότητα των συμπερασμάτων της.
Ο δρ Τζέιμς Φάουλερ, καθηγητής Γενετικής και Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, και ο καθηγητής Νικόλας Χριστάκης του Πανεπιστημίου Γέιλ ανέλυσαν 500 χιλιάδες δείκτες (μεμονωμένα γράμματα) σε ολόκληρο το γονιδίωμα χρησιμοποιώντας τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν για την καρδιολογική μελέτη Framingham.
Τα στοιχεία που είχαν συγκεντρωθεί ήταν εξαιρετικά χρήσιμα διότι –πλην των δειγμάτων γενετικού υλικού που υπήρχαν– οι επιστήμονες είχαν ζητήσει από τους συμμετέχοντες να αποκαλύψουν την ταυτότητα των καλύτερών τους φίλων, οι οποίοι συμμετείχαν επίσης στην έρευνα.
Ετσι, ο δρ Φάουλερ και ο δρ Χριστάκης υπολόγισαν αυτό που ονόμασαν «συντελεστή συγγένειας» χρησιμοποιώντας τους γενετικούς δείκτες από ζευγάρια φίλων και αγνώστων και διαπίστωσαν ότι στην περίπτωση των φίλων ο συντελεστής αυτός ήταν κάπως υψηλότερος. Φυσικά, οι δύο επιστήμονες επισημαίνουν ότι δεν αναφέρονται σε κάποια συγκεκριμένα γονίδια φιλίας, αλλά σε δομικά χαρακτηριστικά ολόκληρου του γονιδιώματος.
Οι αμφισβητήσεις
Ταυτόχρονα, ωστόσο, πολλοί ερευνητές επισημαίνουν πως υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που θα μπορούσαν να διαμορφώνουν τα αποτελέσματα της έρευνας, όπως παραδείγματος χάρη η «εθνικότητα» των συμμετεχόντων, που κάνει τους ανθρώπους να είναι ταυτόχρονα γενετικά παρόμοιοι και να είναι καλοί φίλοι. Ο καθηγητής Εβαν Τσάρνεϊ του Πανεπιστημίου Ντιουκ υποστηρίζει ότι τα συμπεράσματα θα ήταν ορθά μόνο στην περίπτωση που κανείς από τους συμμετέχοντες δεν συνδεόταν με συγγενικούς δεσμούς με κάποιον άλλο.
Βέβαια, οι συντάκτες της τελευταίας έκθεσης υποστηρίζουν πως έχουν συνυπολογίσει αυτούς τους παράγοντες. Μάλιστα, συνέκριναν γενετικούς δείκτες σε 907 ζευγάρια φίλων. «Αποκλείσαμε οποιονδήποτε είχε συγγενική σχέση με άλλο συμμετέχοντα», επισημαίνει ο καθηγητής Φάουλερ.
Ο δρ Ρόρι Μπόουντεν, στατιστικολόγος στο Κέντρο Ανθρώπινης Γενετικής της Wellcome Trust, πιστεύει ότι τα συμπεράσματα της μελέτης ενδέχεται να επηρεάστηκαν από παράγοντες όπως το αν πηγαίνει κάποιος στην εκκλησία, αν ασχολείται με τα σπορ, πράγματα τα οποία θα μπορούσαν να συσχετίζονται με το γονότυπο, καθώς αντικατοπτρίζουν τις διαφορές μεταξύ των τοποθεσιών προέλευσης των ατόμων που έλαβαν μέρος στη μελέτη.