«Να κυβερνάς σημαίνει να διαλέγεις συνέχεια μεταξύ των κακών λύσεων». Το συγκεκριμένο ιστορικό απόφθεγμα ανήκει σε έναν από τους μεγαλύτερους Ευρωπαίους πολιτικούς, τον Γάλλο πρόεδρο Σαρλ Ντε Γκωλ. Παραφράζοντας ελαφρώς το συγκεκριμένο γνωμικό, θα μπορούσα ίσως να περιγράψω με αυξημένη ακρίβεια την σημερινή πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα της κρίσης. Εγώ λοιπόν θα έλεγα πως «να ψηφίζεις, σημαίνει να διαλέγεις συνέχεια μεταξύ των κακών λύσεων». Κάπως έτσι πρέπει να νιώθουν πολλοί Έλληνες κατά τις εκλογές, από τότε που ξεκίνησε η κρίση.
Αυτή η κρίση μας δίδαξε ως Έλληνες, πολλά. Τουλάχιστον σε αρκετούς από εμάς. Προσωπικά θεωρώ ότι ο Έλληνας μετά από όλα αυτά, επιβάλλεται να αναπτύξει ένα στοιχειώδη πολιτικό τρόπο σκέψης. Και τι σημαίνει αυτό; Να αναρωτηθεί επιτέλους – για πρώτη φορά στην ζωή του ίσως – ξεκάθαρα για ποιον λόγο επιλέγει να ψηφίσει, αυτό που τελικά ψηφίζει. Εξηγούμαι:
Για παράδειγμα, κάποιος ο οποίος επιλέγει να ψηφίσει ένα «αντιμνημονιακό» κόμμα, έχει ξεκάθαρη άποψη ως προς κάποια συγκεκριμένα ζητήματα. Γνωρίζει με βεβαιότητα ποιος τον «έφερε σε αυτήν την κατάσταση» και ποια κόμματα είναι υπεύθυνα και εκφράζει με οξύτητα τον καταγγελτικό του λόγο. Επίσης γνωρίζει ξεκάθαρα και δύο άλλες δεδομένες αρχές. Ότι δεν θέλει το μνημόνιο και ότι θα κάνει οτιδήποτε να απαλλαγεί από αυτό. Όλα καλά μέχρι εδώ λοιπόν. Σίγουρα η απόδοση ευθυνών, είναι σημαντικό κίνητρο για έναν ψηφοφόρο να εκφραστεί πολιτικά. Υπάρχει όμως έστω και ένας «αντιμνημονιακός» ψηφοφόρος (κυριολεκτώ – έστω και ένας σε ολόκληρη την Ελλάδα) που να απαντήσει με βεβαιότητα για το πώς θα βγει η χώρα από την κρίση; Υπάρχει έστω ένας που να γνωρίζει πως θα βρεθούν τα χρήματα για τον «αντιμνημονιακό» δρόμο, όπου δεν θα υπάρχουν μνημόνια ενώ ταυτόχρονα θα υπάρχουν λεφτά και παροχές για όλους;
Κάπου εκεί λοιπόν, μάλλον στερεύει η «αντιμνημονιακή επιχειρηματολογία». Γιατί όταν βρίσκεται κάποιος σε μια δραματική κατάσταση επιβίωσης, είναι σημαντικό να εκφράζει τον θυμό του και να καταλογίζει ευθύνες. Αλλά ακόμα σημαντικότερο είναι να εκφράζει συγκεκριμένους και ξεκάθαρους τρόπους, για το πώς θα βγει από αυτήν την κατάσταση. Χωρίς να λέει κραυγαλέες ανοησίες και να κάνει πειραματισμούς, που μπορούν άμεσα να τον «σκοτώσουν». Αν αυτός ο κάποιος είναι η ίδια η Ελλάδα λοιπόν, επιβάλλεται να μάθουμε από το «αντιμνημονιακό μπλοκ» με ποιον τρόπο θα βελτιωθούν τα πράγματα, αντί να ακούμε μονότονα τον καταγγελτικό τους λόγο. Ιδίως όταν υπάρχει ταυτόχρονα και η σοβαρότατη πιθανότητα, η κατάσταση να γίνει κατά πολύ χειρότερη και εντελώς καταστρεπτική – με αυτά τα οποία ανέξοδα ισχυρίζονται.
Από την απέναντι πλευρά, υπάρχει και ο «μνημονιακός» ψηφοφόρος. Ο οποίος προφανώς δεν διακατέχεται από «μαζοχιστικές» διαταραχές, αρεσκείας του μνημονίου. Ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά ότι αυτοί τους οποίους ψηφίζει, εγκλημάτησαν κατά της χώρας και του ελληνικού λαού. Είτε με την απόλυτη προσωπική τους ανεπάρκειά, είτε με την άκρατη διαφθορά τους. Αλλά τουλάχιστον αυτοί, έχουν ένα σοβαρότατο επιχείρημα το οποίο μάλλον συνοψίζεται στην παρακάτω φράση: «Θα συνεχίσουμε στον ίδιο δύσβατο (και συχνά εντελώς άδικο) δρόμο που μάθατε, προσπαθώντας να βελτιώσουμε τα πράγματα και να περισώσουμε ότι έχει απομείνει.» Σε όποιον λοιπόν θεωρεί ότι έχει «καταστραφεί» ολοκληρωτικά και ότι έχει φτάσει το κατώτατο σημείο εξαθλίωσης, προφανώς και αυτό το επιχείρημα του ακούγεται φαιδρό. Και δικαιούται απόλυτα να εκφραστεί καταψηφίζοντας, χωρίς να φοβάται πως έχει κάτι να χάσει.
Όποιος όμως θεωρεί ότι ακόμα υπάρχουν πολλά που θα μπορούσε να χάσει, ότι ακόμα μπορεί να ζει σε ένα σχετικά επαρκές επίπεδο, ότι ακόμα μπορεί να πορεύεται αυτός και η οικογένειά του, αλλά και ότι η πατρίδα δεν έχει γίνει ακόμα ούτε Ουκρανία, ούτε Αφρική, τότε ας σκεφτεί διπλά πως θέλει να εκφραστεί πολιτικά. Για αν υπάρχει κάτι στο οποίο αυτός ο λαός έχει ιστορικά τεράστια παράδοση, είναι στο πώς να αυτοκαταστρέφεται την πιο κρίσιμη στιγμή. Καλές λύσεις δεν υπάρχουν εξάλλου. Μόνο κακές…
Παύλος Κιλίντζης
pkilintzis@gmail.com