Οι γυναίκες που εκτίθενται σε ατμοσφαιρική ρύπανση από την καύση ξύλων στα τζάκια, τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων και τους βιομηχανικούς ρύπους των εργοστασίων κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους τείνουν να γεννάνε μωρά με χαμηλό βάρος, σύμφωνα με μία νέα αμερικανική έρευνα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον David Savitz της Ιατρικής Σχολής Alpert του πανεπιστημίου Brown, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “American Journal of Epidemiology”, μελέτησαν το βάρος άνω των 250.000 μωρών που γεννήθηκαν μεταξύ 2008-2010 στη Νέα Υόρκη και το συσχέτισαν με το επίπεδο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στο οποίο εκτίθενται οι γυναίκες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης τους (ανάλογα με τον τόπο διαμονής τους πριν γεννήσουν).
Η προσοχή των ερευνητών εστιάστηκε στα μικροσωματίδια που έχουν διάμετρο μικρότερη των 2,5 μικρομέτρων (εκατομμυριοστών του μέτρου και συμβολίζονται με ΡΜ2,5) και στο επίπεδο του διοξειδίου του αζώτου.
Η μελέτη έδειξε ότι το βάρος ενός μωρού μειωνόταν κατά περίπου 48 γραμμάρια για κάθε 10 παραπάνω μικρογραμμάρια σωματιδίων ανά κυβικό μέτρο αέρα, στα οποία εκτίθετο η έγκυος, ενώ για κάθε 10 παραπάνω μέρη ανά δισεκατομμύριο του διοξειδίου του αζώτου στην ατμόσφαιρα το βάρος του νεογέννητου ήταν κατά 18 γραμμάρια μικρότερο.
Πάντως, η μελέτη δεν αποδεικνύει ότι μόνο η ατμοσφαιρική ρύπανση φταίει για τη γέννηση λιποβαρών μωρών, καθώς μπορεί να συντρέχουν και άλλοι παράγοντες, ενώ οι επιστήμονες επισημαίνουν πως η μείωση του βάρους σε ατομικό επίπεδο δεν θεωρείται ανησυχητική για την υγεία, καθώς δεν είναι μεγάλη, αλλά από άποψη δημόσιας υγείας είναι πολύ πιο σοβαρό γιατί αυτή η μείωση του βάρους ισχύει για όλο σχεδόν τον πληθυσμό.