Η Casey ζούσε με την οικογένεια Baird στο Ντάλτον των ΗΠΑ. Δεν ήταν και ο πιο δημοφιλής σκύλος στη γειτονιά. Εκτός από την τρομακτική της όψη, που έμοιαζε με λύκο – η Casey είναι χάσκι-, είχε και τρομερή όρεξη. Δεν είχε πειράξει ποτέ κανέναν. Συχνά όμως έμπαινε σε ξένα σπίτια κι έτρωγε το φαγητό των άλλων σκύλων ή έσκαβε τους κήπους.
Κάθε μέρα σχεδόν κάποιος γείτονας έκανε παράπονα.
Έτσι όταν ακόμη μια μέρα κάποιος γείτονας χτύπησε την πόρτα στο σπίτι της οικογένειας Baird, η μητέρα της οικογένειας, Carol ήταν έτοιμη να ζητήσει ακόμη μια φορά συγγνώμη.
Όταν δε είδε την Casey να τρέχει και να κρύβεται μόλις είδε τον άνδρα, ήταν βέβαιη πως κάποια αταξία της έπρεπε να αποκαταστήσει.
Ο άνδρας εξήγησε πως εδώ και κάποιο διάστημα η Casey πήγαινε κάθε μέρα στο σπίτι του. Έμπαινε από την πορτούλα και πήγαινε στο σαλόνι. Η Carol ξεκίνησε να απολογείται.
“Μα όχι” είπε ο άνδρας “εγώ ήρθα να σας ευχαριστήσω”. Συνέχισε να εξηγεί στην έκπληκτη Carol: “ο πατέρας μου είχε Αλτσχάιμερ εδώ και χρόνια. Μετά βίας σηκωνόταν από το αναπηρικό καροτσάκι. Είχε γίνει δύσκολος άνθρωπος. Εγώ και η γυναίκα μου είχαμε κουραστεί πολύ να τον φροντίζουμε. Μέχρι που εμφανίστηκε το σκυλάκι σας. Πήγε αμέσως κι έκατσε δίπλα του. Σαν να είχαν κλείσει ραντεβού. Ο πατέρας μου άρχισε να τη χαϊδεύει. Μετά από ώρα τον πήρε ο ύπνος. Για πρώτη φορά στη ζωή του κοιμήθηκε βαθιά για δυο ολόκληρες ώρες, οι μόνες ήσυχες ώρες που είχαμε εδώ και η γυναίκα μου εδώ και χρόνια”.
Η Carol είχε μείνει άφωνη… Ο άνδρας έσκυψε να χαϊδέψει την Casey που είχε δειλά εμφανιστεί στο δωμάτιο. “Έχει να έρθει δυο μέρες. Το ήξερες έτσι;” λέει απευθυνόμενος στην Casey”.
“Ξέρετε ο πατέρας μου πριν από δυο μέρες πέθανε. Στον ύπνο του, έναν πολύ ήρεμο θάνατο. Είχε αποκοιμηθεί μετά που χάιδεψε την Casey”…