Θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνεται στο καταστατικό μιας Λέσχης Ανάγνωσης, να αποτελέσει ένα χιουμοριστικό μανιφέστο για τη φιλαναγνωσία ή έναν σύντομο οδηγό με προτροπές προς ανάγνωση ή αποτροπές από τον ίδιο τον συγγραφέα. Ο Άλαν Μπένετ γράφει ένα μικρό κι ευανάγνωστο βιβλίο για το κέρδος που αποκομίζει ο καθένας από το διάβασμα. Η προσπάθεια του στέφεται με κάθε επιτυχία, όταν αυτός ο κάποιος δεν είναι ένας κοινός αναγνώστης (άλλωστε ο τίτλος του βιβλίου στο πρωτότυπο είναι “The uncommon reader”) αλλά η ίδια η βασίλισσα της Αγγλίας. Αν και πουθενά δεν αναφέρεται ευθέως το όνομά της, η Αυτής Μεγαλειότητα ανακαλύπτει τυχαία το διάβασμα και αλλάζει ολόκληρη η ζωή της.
Όλα ξεκινούν μια Τετάρτη, όταν η βασίλισσα πηγαίνει να ζητήσει συγνώμη για τη φασαρία των σκύλων της από τον υπεύθυνο της κινητής βιβλιοθήκης, ο οποίος κάθε βδομάδα την ίδια μέρα παρκάρει έξω από τον κήπο της. Μέχρι τότε η βασίλισσα δεν είχε δείξει κάποιο έστω ενδιαφέρον για το διάβασμα. Αυτή την δραστηριότητα την άφηνε για άλλους, επικαλούμενη το βαρύ πρόγραμμά της ή το γεγονός ότι η ανάγνωση είναι για τους ανθρώπους ένα απλό χόμπι και μάλιστα μοναχικό και τόσο εγωιστικό που φτάνει στα όρια του σολιψισμού. Από την άλλη σκεφτόταν, χωρίς ωστόσο να το έχει δοκιμάσει ποτέ, ότι το διάβασμα δεν εμπεριείχε καμία απολύτως δράση. Μέχρι που ανακαλύπτει τη μαγεία της ανάγνωσης, η οποία εξυψώνεται στην πλέον ουσιαστική δραστηριότητα.
Αν η βασίλισσα ήταν μια τυπική νοικοκυρά, η ποιότητα της οικογενειακής ζωής θα μειωνόταν αισθητά λόγω της επίμονης, μέχρι και βουλιμικής ανάγνωσης. Οι ευθύνες όμως μιας βασίλισσας είναι πιο επιτακτικές κι επηρεάζουν ολόκληρη τη δημόσια σφαίρα, όταν η ίδια φτάνει στο σημείο να στέλνει τα πλοία στη «ναυπηγική κλίνη με την ίδια ευκολία που θα έριχνε παιδική βαρκούλα σε τεχνητή λίμνη γιατί την περίμενε το βιβλίο της». Η τεράστια επιρροή που θα έχει η συνεχής ανάγνωση στις υποχρεώσεις της βασίλισσας, η καχυποψία και η δυσαρέσκεια που θα προκαλέσει στους συνεργάτες και βοηθούς της αλλά και η δική της θλίψη λόγω του χαμένου χρόνου δεν την πτοούν ούτε και την κάνουν να διακόψει τη νέα της συνήθεια. Αντιθέτως, μάλλον την οδηγούν να αναγγείλει το καθιερωμένο διάγγελμά της αποστηθίζοντας τον Ντίκενς.
Το ένα βιβλίο φέρνει τ’ άλλο χωρίς πρόγραμμα και συντονισμό, ακολουθεί η καταγραφή αποσπασμάτων για να καταλήξουν οι σημειώσεις ν’ αποτελούν προσωπικές της σκέψεις και παρατηρήσεις. Με τον καιρό αρχίζουν να έρχονται οι προτιμήσεις και οι προς ανάγνωση διαχωρισμοί αλλά και η επιθυμία της να επιβραβεύσει ή «να τα ψάλλει» σε κάποιον συγγραφέα, εν πάση περιπτώσει αναδεικνύεται η λαχτάρα της να γνωρίσει αυτούς που ξυπνούν συναισθήματα καλά κρυμμένα ή μέχρι πρότινος ανύπαρκτα.
Θα υπήρχαν άραγε οι ίδιες συνέπειες αν η βασίλισσα έδειχνε τον ίδιο, έστω και όψιμο, ενθουσιασμό για κάτι άλλο; Θα υπήρχε η ίδια εσωτερική αναγέννηση και πνευματική διαύγεια αν για παράδειγμα είχε αρχίσει να δείχνει πάθος για το Θεό ή για τις ντάλιες;
Ο Άλαν Μπένετ γεννήθηκε το 1934 στο Ληντς της Αγγλίας. Είναι ένας από τους δημοφιλέστερους βρετανούς σεναριογράφους και συγγραφείς θεατρικών έργων, ενώ η αγάπη του για την υποκριτική τον οδήγησε να λάβει μέρος ως ηθοποιός σε σημαντικές θεατρικές παραστάσεις και κινηματογραφικές ταινίες. Χαρακτηριστικά των έργων του είναι η ειρωνεία, το χιούμορ και η σαρκαστική ματιά απέναντι στους συμπατριώτες του και τους πολιτικούς της Βρετανίας.
Άλαν Μπένετ
Το βασίλειό μου για ένα βιβλίο
Μετάφραση: Τρισεύγενη Παπαϊωάννου
Εκδόσεις Μεταίχμιο