Την Παρασκευή 04-03-2016, στα πλαίσια της Συνάντησης για το Αρχαιολογικό Έργο σε Μακεδονία και Θράκη, στην Παλαιά Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ., πραγματοποιήθηκε η πρώτη ολοκληρωμένη παρουσίαση της μεγάλης ανασκαφής επί του ιερού μνημείου του λόφου και τύμβου Καστά.
Η αρχή έγινε με την πρώτη παρουσίαση της επικεφαλής της ανασκαφής κας Αικ. Περιστέρη. Δόθηκε μια γενικότερη και συνοπτική, εικόνα του ιστορικού και των πτυχών της ανασκαφής. Περιέγραψε τους χώρους του μνημείου, στάθηκε αρκετά στα ανεικονικά ψηφιδωτά, ενώ για το κύριο εικονικό, έκανε μνεία της ομότιμης καθηγήτριας του ΑΠΘ Παναγιώτας Ασημακοπούλου- Ατζακά, η οποία έχει κάνει μια πρώτη, αλλά πολύ τεχνική εκτίμηση χρονολόγησης στο τέλος του 4ου αιώνα.
Είπε πως κεραμική έχει βρεθεί από τον 4ο αιώνα π.Χ, έως και τον 3ο μ.Χ. αιώνα. Σε ερωτήσεις εκπροσώπων των Μ.Μ.Ε. μετά την παρουσίαση, είπε πως δεν μπορούμε να ονομάσουμε νεκρούς, όμως, θα μπορούσε η Ολυμπιάς να έχει θαφτεί εντός.
Ο Μ. Λεφαντζής επικέντρωσε μεταξύ άλλων, στην αναπαράσταση του βάθρου του Λέοντος, των επιγραφών, αλλά και σε μικρότερο, αλλά ουσιαστικό βαθμό, στην λειτουργική του χρήση. Τόνισε πως η προσθήκη της θύρας, καταδεικνύει ότι αυτό προέκυψε, από ένα ανάλογο σημαντικό γεγονός.
Η θύρα αυτή για ένα χρονικό διάστημα άνοιγε, για να προσφέρονται οι προσήκουσες ιερές διακονίες. Αργότερα, όμως, η πόρτα σφραγίσθηκε, προφανώς για να μην δεχτεί άλλες ταφές. Χρονολόγησε την φάση της θύρας και άρα και του επιστυλίου, πολύ κοντά στην αρχική φάση του μνημείου, στα 320-30 (σ.σ. τότε έχουμε το θέμα της ανεπιτυχούς εκφοράς του Αλεξάνδρου από τη Βαβυλώνα προς την Ελλάδα περί το 321 και τις δολοφονίες Ολυμπιάδος το 316 και Ρωξάνης και Αλεξάνδρου του Δ΄ το 311 ή 309. Παράλληλα, αγνοούμε την εκφορά του Ηφαιστίωνος, ο οποίος πέθανε το 324). Ως προς το εικονικό ψηφιδωτό, έκανε λόγο για τοποθέτηση τελετουργικού σκεύους επ΄αυτού. Προσωπική μας εκτίμηση, είναι πως η πιθανότερη της άκαυτης γυναικείας ταφής, συνεχίζει να παραμένει η Ολυμπιάς (η οποία διακρίνεται από την ομώνυμη θαμμένη στην Πύδνα, περί τα μέσα του Γ΄ αιώνα, της αποικίας της Πύδνας).
Ο κ. Λεφατζής έδειξε ευρήματα, τα οποία υποδηλώνουν τιμές προς αφηρωισμένο και λειτουργία μαντικής, καθώς και για παρουσία σημαντικής ιέρειας. Να τονίσουμε εδώ, πως η λειτουργία Μαντείου, απαιτεί ιερό και προϋποθέτει, ως καθαγιασμό, ύπαρξη ηρώων – οικιστών, τονίζοντας την άποψη, πως η οικοδόμηση έγινε σε χώρο, όπου προϋπήρχε ή μεταφέρθηκε στο σημείο, ήρωας ή οικιστής της Αμφίπολης (σ.σ. ο ομηρικός Ρήσος και συμβολικά, ο Φίλιππος ο Β΄ ως οικιστής της μακεδονικής, πλέον Αμφίπολης;). Την παρουσία ιερατικής, στήριξε και στα μέχρι τώρα δείγματα, τα οποία αφηγείται η γραπτή ζωφόρος, η οποία ακόμα μελετάται. Ως προς το Λέοντα, η ανακοίνωση και αναπαράσταση Λεφατζή ήταν ένα, ομολογουμένως, σοκ ! Εκεί που υπήρχε εκπεφρασμένη διάθεση «αποκαθήλωσης» του Λέοντος από τον λόφο – τύμβο, αυτός παρουσίασε ανάγλυφα πολεμιστών, οι οποίοι ακολουθούν, προφανώς, τον αφηρωισμένο ήρωα.
Σε συνέχεια αυτού, ο ειδικός επί της γλυπτικής Α. Corso (πέραν της εξαιρετικής τεκμηρίωσης της χρονολόγησης των γλυπτών στα 330-320 την οποία στο συνέδριο δεν αμφισβήτησε κανένας), πρότεινε την ταύτιση τμήματος ίππου, αλλά και ευρήματος της Αμφίπολης το οποίο σήμερα βρίσκεται στο Λούβρο (με ομοιότητα προς τον Ηφαιστίωνα), με το γλυπτό σύνολο του βάθρου. Συνέδεσε δε, την παρουσία δένδρου και όφεως παρά τον επικεφαλή Μακεδόνα πεζέταιρο πολεμιστή, με τον Μέγα Αλέξανδρο! Μάλιστα έθεσε και το θέμα του ορφισμού. Ας σημειώσουμε εδώ, πως ο Ζευς στον ορφισμό λαμβάνει μορφή όφεως, την σχέση της Ολυμπιάδος με τους όφεις, την Περσεφόνη ως μητέρα του Διόνυσου Ζαγρέως και το ζευγάρωμα της με τον Δία υπό την μορφή όφεως (σ.σ. μάλλον αναφορά στην κατά την Ολυμπιάδα καταγωγή του Αλεξάνδρου απευθείας εκ Διός). Ο Π. Φάκλαρης, σε παρέμβασή του, επέμεινε χωρίς επιχειρηματολογία, πως η πρώτη φάση του μνημείου είναι μακεδονική του α΄ τετάρτου του Γ΄ αιώνα (βολικό για να έχουν πεθάνει όλοι της αλεξανδρινής οικογένειας). Είπε δε για το βάθρο πως είναι 2ος αιώνας και τον αντέκρουσε ο A. Corso. Βέβαια αν η γλυπτή ζωφόρος συνανήκει στον Λέοντα, είναι σύγχρονη του Λέοντος και άρα ανάγεται στο 330-320 π.Χ. Τέλος ο A. Corso, παρατήρησε, εύστοχα, πως οι Ρωμαίοι δεν είχαν παράδοση ανέγερσης τροπαίων νίκης σε περιπτώσεις εμφυλίων πολέμων, φωτογραφίζοντας, βέβαια, σχετική πρόταση της Ο. Παλαγγιά.
Η κα Κουκούλη υποστήριξε υστερότερη χρονολόγηση για το ανάγλυφο, το οποίο χαρακτήρισε, εσφαλμένα, επιτύμβια στήλη. Μίλησε για ιδεαλισμό στα γλυπτά και ειδικά το τμήμα ίππου. Έλαβε αρκετά τεκμηριωμένη απάντηση από τον φιλέλληνα Ιταλό, ενώ η συζήτηση αυτή, συνεχίστηκε of the record (Ο κ. A. Corso αντέκρουσε πως είναι μεγάλες διαστάσεις για να είναι στήλη, η υποδομή στήριξης της πίσω πλευράς είναι τυπική για γλυπτές ζωφόρους, στις στήλες ο όφις δεν προσεγγίζει τόσο πολύ την περικεφαλαία και σε αυτές τις περιπτώσεις όντως έχουμε φιλοτέχνηση ιδεαλιστική και όχι πορτραίτο). Ο Α. Corso έκανε, παράλληλα, αναφορές με νόημα, στη συγγένεια των γλυπτών με θασιακά έργα και την παρόμοια, τεχνοτροπικά, υστερο-ελληνιστική φάση του Αρτεμισίου της Εφέσου (υπάρχει πηγή η οποία το αποδίδει στο Στασικράτη – Δεινοκράτη), χρονολογημένα, αμφότερα, στην περίοδο 330-320. Σε συνέντευξή του στον Θ. Σπανέλη, έκανε λόγο για καβείρια χρήση, απέδωσε τις «καρυάτιδες» σε ναιάδες νύμφες των μεγάλων Θεών της Σαμοθράκης, μίλησε για ύπαρξη έφιππου αγάλματος του Ηφαιστίωνος, που έκλεψαν οι Ρωμαίοι και ταύτισε με κεφαλή αλόγου του Μουσείου Prado και σώμα αλόγου του Μουσείου του Καπιτωλίου.
Ο Δ. Εγγλέζος, ως πολιτικός μηχανικός, παρουσίασε εξαιρετικές μελέτες και διαγράμματα δοκιμών της στατικής αντοχής του μνημείου, τονίζοντας τον εξαιρετικό σχεδιασμό και τις προβλέψεις του αρχαίου αρχιτέκτονα. Ανέφερε πως δεν μπαίνει καν (αυτονόητα), στην λογική, να επιχειρηματολογήσει επί της αμφισβήτησης ότι δεν έχουμε και τύμβο, διαμορφωμένο στον φυσικό σχηματισμό. Σημείωσε ότι δεν μπορεί να πεί «αν το λιοντάρι ήταν πάνω», αναμφίβολα, όμως, αυτό ήταν εφικτό ως έδραση. Ο Ε. Καμπούρογλου είχε πει παλαιότερα, πως το μνημείο δεν άντεχε το βάρος του Λέοντα.
Ο τελευταίος τόνισε πως είχε προξενηθεί μια φυσική ρηγμάτωση – οπή, η οποία, κατά την γνώμη του διοχέτευσε άμμο εσωτερικά. Παρουσίασε μια χρονολόγηση, αναφορικά με την οριστική κατάχωση του μνημείου, περί το 70 π.Χ. (απόκλιση + – 30 έτη). Δεν αναφέρθηκε, καθόλου, στην παλαιότερη άποψή του περί μη δυνατότητας έδρασης του Λέοντος. Με το τι θεωρεί ο Ε. Καμπούρογλου φυσικό στρώμα και τι τεχνητό, υπήρξαν ισχυρές διαφωνίες,
Ο Σ. Παυλίδης παρουσίασε χρονολόγηση C 14 σε καύση κλάδου, από δείγμα σε εξαιρετικό σημείο. Ως προς την δημιουργία του κλάδου, το αποτέλεσμα ήταν περί το 360 π.Χ., για τη δε καύση 300 π.Χ. (απόκλιση + – 30 έτη). Επ΄αυτού, ήδη, εμφανίστηκαν, άρθρα δημοσιογράφων, τα οποία αντιμετωπίζουν ανάξια τα γεωλογικά και στρωματογραφικά πορίσματα επιστημόνων κύρους, χαρακτηρίζοντάς τα «μπάρμπεκιου».
Προβλήθηκαν μελέτες οι οποίες κατέδειξαν, πως τα τεχνητά στρώματα στον Καστά, ξεκινούν από τον 4ο αιώνα, ενώ πτυχές των στρωμάτων έχουν ποιοτικές συγγένειες με μακεδονικά μνημεία, όπως τύμβους των Γιαννιτσών της ιδίας εποχής. Οι παρουσιάσεις έγιναν με πολύ επιμελημένες προβολές, ενώ κινήθηκαν, κυρίως, γύρω από το θέμα της χρονολόγησης μνημείου και γλυπτών, διαχωρισμού φάσεων, των στατικών ερευνών και του διαχωρισμού λόφου και τύμβου. Δεν αναλύθηκε περισσότερο το επιστύλιο, το νεκρικό εικονικό ψηφιδωτό (αμφότερα υπό μελέτη) και κατά συνέπεια η ταυτότητα και πολλαπλότητα της χρήσης του μνημείου. Μια επόμενη παρουσίαση, θα πρέπει, οπωσδήποτε, να περιλαμβάνει, την σημαντικότατη νομισματική μαρτυρία.
konstantinosoa@yahoo.gr