ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Το παρόν κείμενο αποτελεί την κοινή συνισταμένη των θέσεων και των προτάσεων που κατέθεσαν οι Δήμοι και επεξεργάστηκε στη συνέχεια η ΠΕΔ Δυτικής Μακεδονίας, στην κατεύθυνση μιας δίκαιης και ομαλής μετάβασης στην μεταλιγνιτική εποχή. Η διαμόρφωση ενός ενιαίου κειμένου που να εκφράζει συνολικά την Αυτοδιοίκηση της Δυτικής Μακεδονίας, υπήρξε ομόφωνη απόφαση Ειδικής Συνεδρίασης του Δ.Σ. της ΠΕΔ ΔΜ, το οποίο συγκλήθηκε στις 21/2/2020 με αποκλειστικό θέμα την αντιμετώπιση της επικείμενης απολιγνιτοποίησης.
Αρχικά, τονίζεται ότι η περίπτωση της Δυτικής Μακεδονίας αποτελεί μοναδικό παράδειγμα παγκοσμίως τόσο βίαιης μετάβασης μέσα σ΄ ένα ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα, που έρχεται σε μια στιγμή που η περιοχή αντιμετωπίζει ήδη εκρηκτικά προβλήματα ανεργίας, γήρανσης, μετανάστευσης και χαμηλής επιχειρηματικότητας. Η ανεργία το 2016 ξεπερνούσε ήδη το 31%, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατέρρευσε από το 86% στο 59% του μέσου όρου της ΕΕ μεταξύ 2009 και 2017 ενώ ο πληθυσμός έχει μειωθεί από το 2011 έως το 2018 κατά 5,8%. Είναι προφανές, ότι η περιοχή λόγω της χειμάζουσας αυτής οικονομικής κατάστασης, δεν είναι σε θέση να απορροφήσει τους «κραδασμούς» βίαιης απολιγνιτοποίησης, όταν μάλιστα δεν έχει ακόμη διατυπωθεί μια ισοδύναμη των απωλειών εναλλακτική αναπτυξιακή πρόταση. Κρίνουμε ότι ο κυβερνητικός σχεδιασμός όπως αποτυπώνεται στο ΕΣΕΚ και στο Business Plan της ΔΕΗ, αποτελεί μια καταστροφική επιλογή για τον ενεργειακό άξονα και την περιφέρεια συνολικά. Μέσα σ΄ αυτό το περίγραμμα, ακόμη και οι πιο αισιόδοξοι υπολογισμοί, δείχνουν ότι «ο λογαριασμός δεν βγαίνει» με τους χρονικούς ορίζοντες του 2028, πολλώ δε μάλλον το 2023. Για το λόγο αυτό είμαστε κάθετα αντίθετοι με το αίτημα της ΔΕΗ προς τον ΑΔΜΗΕ για την εφαρμογή του συγκεκριμένου προγράμματος απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων. Έχοντας ως αφετηρία αυτήν την παραδοχή, καταθέτουμε τις παρακάτω προτάσεις:
Θεωρούμε άκρως απαραίτητη στη φάση αυτή την δρομολόγηση ενός ουσιαστικού διαλόγου με την κυβέρνηση και πρωτίστως με τον Πρωθυπουργό, που να αφορά στην επόμενη μέρα της περιοχής. Ο διάλογος αυτός θα πρέπει να έχει στο επίκεντρο τον μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό, με τρόπο που να αποτρέπει την εξάρτηση της χώρας από ξένες πηγές ενέργειας, να βελτιώνει το περιβάλλον, να αξιοποιεί τα λιγνιτικά αποθέματα σε συνδυασμό με τη βιομάζα. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούμε ότι ο λιγνίτης θα πρέπει να διατηρηθεί ως βασικό καύσιμο στο ενεργειακό μίγμα, με επενδύσεις σε τεχνολογίες μικτής καύσης, για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος. Στην πορεία αυτή για το νέο σχέδιο δίκαιης μετάβασης, θεωρούμε άκρως απαραίτητο έναν εξαντλητικό διάλογο και διαβούλευση με την αυτοδιοίκηση, τους τοπικούς φορείς και όλες τις εκφάνσεις της τοπικής κοινωνίας. Με άλλα λόγια, δεν μπορούμε να δεχτούμε έναν σχεδιασμό που θα γίνει για μας χωρίς εμάς.
Προτείνεται η θέσπιση ειδικής αναπτυξιακής ρήτρας που θα συναρτά τον χρονικό ορίζοντα απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων με αντίστοιχο ρυθμό ανάπτυξης, ικανό να αναπληρώσει τις χαμένες θέσεις εργασίας. Σε περίπτωση μάλιστα γραφειοκρατικών και διαδικαστικών καθυστερήσεων της εφαρμογής του Σχεδίου Δίκαιης Μετάβασης για την περιοχή, θα πρέπει να μετατίθεται αντίστοιχα και ο χρονικός ορίζοντας παύσης των λιγνιτικών δραστηριοτήτων. Ο σχεδιασμός θα πρέπει να ακολουθεί τη βασική αρχή «πρώτα διασφαλίζουμε τις θέσεις εργασίας και μετά καταργούμε τις λιγνιτικές δραστηριότητες». Μέχρι όλα αυτά να ξεκαθαρίσουν, προτείνουμε τη διατήρηση όλων των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής σε λειτουργία. Σε κάθε περίπτωση, η παύση λειτουργίας των μονάδων θα πρέπει να δρομολογηθεί, μόνο εφόσον αρχίσουν να αποδίδουν τα μέτρα ανάσχεσης της ανεργίας και φανεί ευκρινώς η επανεκκίνηση της τοπικής οικονομίας με εναλλακτικές οικονομικές δραστηριότητες. Μέσα από μια λογική σταδιακής και ομαλής απόσυρσης, θα υπάρχει ο απαραίτητος χρόνος προσαρμογής για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και με εναλλακτικές σύγχρονες τεχνολογίες, ικανές να διατηρήσουν τις υπάρχουσες παραγωγικές θέσεις εργασίας. Για το λόγο αυτό, θεωρούμε αυτονόητη την συνέχιση της λειτουργίας των μονάδων ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου 4 & 5, Μελίτη 1 και φυσικά Πτολεμαϊδα 5, καθώς και τη μετατροπή της άδειας της μονάδας Μελίτη 2 σε φυσικού αερίου.
Προτείνεται η άμεση εκπόνηση ενός Ειδικού Χωρικού Σχεδίου που θα καθορίζει τις χρήσεις στο σύνολο της έκτασης του λιγνιτικού κέντρου Δυτικής Μακεδονίας. Το Σχέδιο αυτό θα πρέπει να απαντά στα ζητήματα της αποκατάστασης εδαφών, το οποίο αποτελεί άλλωστε αυτονόητη υποχρέωση της ΔΕΗ καθώς και επαναπόδοσης των εδαφών αυτών στις τοπικές κοινωνίες. Για παράδειγμα η απόδοση εκτάσεων της ΔΕΗ για την δημιουργία θερμοκηπιακών πάρκων θα μπορούσε να ανοίξει πολλά υποσχόμενες προοπτικές στον πρωτογενή τομέα. Επίσης θα πρέπει να δημιουργηθούν οι υποδομές δικτύων νέων μορφών ενέργειας (παραγωγή, διασύνδεση, διανομή, αποθήκευση), σε συνδυασμό με την θέσπιση κινήτρων για την περαιτέρω προώθηση των ΑΠΕ. Επιπλέον κρίνουμε αναγκαία τη δημουργία Χ.Υ.Τ. Αμιάντου στις εγκαταστάσεις της πρώην ΜΑΒΕ. Όλα αυτά θα πρέπει να συνοδεύονται με ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα παρακολούθησης της ποιότητας του περιβάλλοντος, αποκατάστασης και επανάχρησης εδαφών καθώς και ανάταξης του υδάτινου δυναμικού με αποκατάσταση των υπόγειων υδροφορέων.
Θα πρέπει να διασφαλιστεί με κάθε τρόπο η ομαλή λειτουργία και η βιωσιμότητα των τηλεθερμάνσεων. Αυτό σημαίνει ότι σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να διακοπεί η τροφοδοσία των συστημάτων τηλεθέρμανσης από τις υφιστάμενες πηγές, έως ότου τεθούν σε λειτουργία οι εναλλακτικές επενδύσεις παραγωγής της απολεσθείσας θερμικής ενέργειας. Επιπλέον θα πρέπει να θεσπιστεί μηχανισμός ανάκτησης των ήδη επενδεδυμένων κεφαλαίων, λόγω της ακούσιας μεταβολής του αναπτυξιακού προγράμματος. Σε περιπτώσεις απόσυρσης μονάδων προ του χρόνου απόσβεσής τους, απαιτείται να περιληφθεί όρος αντίστοιχης αποζημίωσης των Τ/Θ για την αναπλήρωση ισχύος, με ποσά (αναπόσβεστη αξία, τοκοχρεολύσια κλπ.) που θα προσδιοριστούν. Διεκδικούμε επίσης την άμεση καταβολή του συνόλου των οφειλόμενων της ΔΕΗ/ΥΠΕΝ προς τις τοπικές κοινωνίες από τα ανταποδοτικά της ΔΕΗ (τοπικός πόρος). Για τον μεταβατικό χρόνο λειτουργίας των υπό απόσυρση μονάδων, ο οποίος είναι εξαιρετικά περιορισμένος, προτείνουμε να μην τιμολογηθεί η παρεχόμενη θερμική ενέργεια, ώστε να στηριχθούν έμπρακτα τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις οι οποίες θα αντιμετωπίσουν τις δυσάρεστες συνέπειες της απότομης απολιγνιτοποίησης. Επιπλέον οι όποιες οικονομικές εκκρεμότητες υφίστανται από έργα μετασκευών στους ΑΗΣ για παροχή ΤΘ, να απαλειφθούν εξαιτίας της πρόωρης διακοπής της λειτουργίας των αντίστοιχων μονάδων και της μη απόσβεσής τους. Στις περιπτώσεις ανάπτυξης εναλλακτικών συστημάτων μικτής καύσεως λιγνίτη, η ΔΕΗ να αναλάβει τουλάχιστο για τα πρώτα χρόνια λειτουργίας τους την παροχή καύσιμης ύλης, ανταποδοτικά προς τις τοπικές κοινωνίες που πλήττονται από την αποβιομηχανοποίηση της περιοχής, έως ότου αντικατασταθεί οριστικά ο λιγνίτης από τοπικά παραγόμενη βιομάζα ή άλλα εναλλακτικά καύσιμα. Να δεσμευτεί η πολιτεία ότι θα παραμείνει η Πτολεμαΐδα 5 στο ενεργειακό μίγμα της χώρας (με ενσωμάτωση μικτής καύσεως λιγνίτη με εναλλακτικά καύσιμα), ώστε να προκριθεί το εγχείρημα της διασύνδεσης της ΤΘ Αμυνταίου με τον αγωγό που θα τροφοδοτήσει την Τηλεθέρμανση Πτολεμαΐδας από την νέα μονάδα της ΔΕΗ – Πτολεμαΐδα 5. Στις μονάδες που θα παραμείνουν σε λειτουργία (Πτολεμαΐδα 5) η ένταξη στο σύστημα να πραγματοποιείται κατά προτεραιότητα μετά από αντίστοιχη προσαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας, όπως έχει επανειλημμένως ζητηθεί από τη ΡΑΕ και ΑΔΜΗΕ.
Η απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων θα πρέπει να συνοδεύεται από έναν ολοκληρωμένο, βιώσιμο και όχι αποσπασματικό σχεδιασμό. Πιστεύουμε ότι η απανθρακοποιήση του ενεργειακού συστήματος, θα πρέπει να στηρίζεται σε συστήματα μικτής καύσης, στις ΑΠΕ, στη βιομάζα και στο φυσικό αέριο. Η αεριοδότηση όλων των περιοχών της Δυτικής Μακεδονίας ειδικότερα, προτείνουμε να εξυπηρετεί πέρα από τις οικιακές χρήσεις, τη λειτουργία των τηλεθερμάνσεων αλλά και κάθε είδους βιομηχανική ή παραγωγική χρήση. Προτείνουμε επίσης τη συμμετοχή των Δήμων σε επενδυτικά σχέδια και στις ενεργειακές κοινότητες καθώς και την ενεργειακή αναβάθμιση των σχολικών μονάδων και αθλητικών εγκαταστάσεων. Επίσης θεωρούμε απαραίτητη την αξιοποίηση του υπάρχοντος γεωθερμικού πεδίου της περιοχής, την επιδότηση ενεργειακών φυτών για τη χρήση τους στη λειτουργία τηλεθερμάνσεων καθώς και την αξιοποίηση των στερεών αστικών αποβλήτων μέσω αεριοποίησης. Τέλος, διαφωνούμε με την απόφαση για την κατασκευή Φ/Β 2GW, καθώς αυτή λήφθηκε χωρίς καμία προηγούμενη διαβούλευση με την τοπική κοινωνία. Εκτιμούμε ότι η συγκεκριμένη επένδυση δεν θα έχει μακροπρόθεσμα καμία θετική επίπτωση ούτε στην τοπική οικονομία ούτε στην απασχόληση. Τέλος, θεωρούμε πολύ χρήσιμο για την αναθέρμανση της τοπικής οικονομίας την εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου προγράμματος ενεργειακής αναβάθμισης όχι μόνο των δημόσιων αλλά και των ιδιωτικών κτιρίων, μέσα από επιπρόσθετα κονδύλια του προγράμματος «Εξοικονομώ».
Θεωρούμε άκρως απαραίτητη τη θέσπιση ενός ολοκληρωμένου πλέγματος κινήτρων που να καθιστά την περιοχή ελκυστική σε εγχώριες και ξένες επενδύσεις. Αυτό θα μπορούσε να πάρει τη μορφή ενός ειδικού φορολογικού και επενδυτικού καθεστώτος που να αφορά φορολογικές απαλλαγές, διευκολύνσεις κατά την εγκατάσταση, εγγυήσεις και πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία, γενναία επιδότηση της απασχόλησης, κίνητρα σε σχέση με τη θέρμανση και το φόρο φυσικού αερίου, κίνητρα για την προώθηση της κυκλικής οικονομίας, ολοκλήρωση και στήριξη των ΒΙΠΕ σε Φλώρινα και Κοζάνη, ενίσχυση επενδύσεων τύπου ΣΔΙΤ, διασφάλιση νόμιμης λειτουργίας των λατομείων μαρμάρων κ.α. Επίσης κρίνουμε απαραίτητη τη θέσπιση μιας σειράς παρεκκλίσεων για τη Δυτική Μακεδονίας όσον αφορά στην εφαρμογή του Ν. 4412 και του καθεστώτος ειδικών ενισχύσεων με τρόπο που να διασφαλίζει την ταχύτητα των έργων και των επενδύσεων καθώς και δυνατότητα των ΟΤΑ να αξιοποιούν μέσα από επιχειρηματικές δραστηριότητες τους φυσικούς τους πόρους. Τονίζουμε ότι το παραπάνω πλέγμα κινήτρων θα πρέπει να αφορά στο σύνολο της περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας η οποία πλήττεται επίσης όχι μόνο από την επικείμενη απολιγνιτοποίηση αλλά και από την πρωτοφανή κρίση της γούνας. Με τη στρατηγική αυτή θα διασφαλιστεί η δημιουργία νέων και βιώσιμων θέσεων απασχόλησης στο σύνολο της περιφέρειας.
Η ανάταξη του παραγωγικού μοντέλου δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την ολοκλήρωση των μεγάλων οδικών έργων υποδομής όπως είναι ο Ε65, ο άξονας Νίκη-Φλώρινα-Κοζάνη (Α27), Κοζάνη-Λάρισα (ΕΟ3), Φλώρινα-Πισοδέρι-Πρέσπα, Φλώρινα-Υδρούσα-Νυμφαίο, η σύνδεση της ΠΑΘΕ με τη Δυτική Μακεδονία μέσω σήραγγας 15 χιλ. από τα Πιέρια. Επίσης η σιδηροδρομική σύνδεση της περιοχής, τα αεροδρόμια καθώς και η αξιοποίηση υδατοδρομίων κρίνονται απαραίτητα για την επίλυση σοβαρών ζητημάτων προσπελασιμότητας. Επιπλέον, η περιοχή θα πρέπει να επενδύσει στον ψηφιακό μετασχηματισμό της με επενδύσεις σε τεχνολογίες αιχμής. Αυτό απαιτεί σοβαρές επενδύσεις σε ευρυζωνικά δίκτυα νέας γενιάς, ικανές να καλύπτουν τις ανάγκες της εκπαιδευτικής, ερευνητικής και επιχειρηματικής κοινότητας καθώς και σε επενδύσεις αποθήκευσης ενέργειας και διαχείρισης ψηφιακών δεδομένων. Προτείνουμε επίσης την ίδρυση και λειτουργία του Εθνικού Πάρκου Πολιτικής Προστασίας στον χώρο της πρώην ΑΕΒΑΛ ώστε να δημιουργηθεί ένα πρότυπο κέντρο σε επίπεδο βαλκανικό και ευρωπαϊκό. Στο πλαίσιο αυτό κρίνουμε αναγκαία την σύναψη διακρατικών συμφωνιών από την κυβέρνηση που να αφορά σε στρατηγικές επενδύσεις στους προαναφερόμενους τομείς, οι οποίες θα πρέπει να παρέχουν αυξημένες εγγυήσεις για την τελική πραγματοποίηση των επενδύσεων. Τα έργα υποδομής θα πρέπει επίσης να αφορούν και έργα αστικών αναπλάσεων και σοβαρών υποδομών υγείας τριτοβάθμιας περίθαλψης, έτσι ώστε να καθιστούν τις πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας ελκυστικό προορισμό με υψηλό επίπεδο συνθηκών ζωής. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να δρομολογηθούν έργα υποδομής που αφορούν στο μοναδικό υδάτινο απόθεμα που διαθέτει η Δυτική Μακεδονία, μέσα από μια ολιστική αναπτυξιακή προσέγγιση.
Προτείνεται η αποφασιστική ενίσχυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας με την ολοκλήρωση όλων των κτιριακών υποδομών και τη λειτουργία όλων των τμημάτων στις πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας όπως η Πτολεμαϊδα, η Καστοριά και τα Γρεβενά. Επιπλέον, προτείνεται η ενίσχυση με προσωπικό και πόρους των ερευνητικών ινστιτούτων προκειμένου να στηριχθεί η σύνδεση της εφαρμοσμένης έρευνας με την πραγματική οικονομία. Θεωρούμε κρίσιμο το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας να καταστεί αναγνωρίσιμο και ανταγωνιστικό σε διεθνές επίπεδο προκειμένου να προσελκύσει ανθρώπινο δυναμικό υψηλών προσόντων και τον επαναπατρισμό ελλήνων επιστημόνων. Κρίνουμε επίσης απαραίτητη τη θέσπιση δυνατότητας ίδρυσης ξενόγλωσσων τμημάτων και δυνατότητα φοίτησης αλλοδαπών σπουδαστών στο Πανεπιστήμιο Δυτ. Μακεδονίας.
Κρίνουμε απαραίτητη την περαιτέρω αύξηση της χρηματοδοτικής στήριξης με τη μορφή επιχορηγήσεων και όχι δανείων. Στο πλαίσιο αυτό διεκδικούμε μια πιο δίκαιη κατανομή των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, έτσι ώστε να αποτυπώνει πιο δίκαια τον υψηλό βαθμό εξάρτησης του τοπικού οικονομικού, κοινωνικού και παραγωγικού συστήματος από το λιγνίτη. Στο πλαίσιο αυτό, διεκδικούμε την ενεργοποίηση όλων των χρηματοδοτικών εργαλείων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης. Επιπλέον, διεκδικούμε αυξημένους πόρους από το νέο ΕΣΠΑ και διεύρυνση των επιλέξιμων έργων χρηματοδότησης. Για παράδειγμα, θεωρούμε απαραίτητη την ενίσχυση έργων αεριοδότησης της περιοχής (π.χ. συστήματα τηλεθέρμανσης) καθώς και αυξημένους πόρους από εθνικά χρηματοδοτικά εργαλεία. Επιπροσθέτως, προτείνουμε τη θεσμοθέτηση ενός ειδικού αναπτυξιακού τέλους (Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης) κατά πάγιο τρόπο (το 6% του ποσού των δικαιωμάτων από τους πλειστηριασμούς των εκπομπών αερίων το θερμοκηπίου) στις περιοχές υπό μετάβαση έτσι ώστε να καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό από την απώλεια των τελών ανάπτυξης με βάση τη λιγνιτική παραγωγή. Η φιλοσοφία αυτής της στήριξης, θα πρέπει να είναι η αντιμετώπιση των κοινωνικών επιπτώσεων μέχρι την ολοκλήρωση του Σχεδίου Μετάβασης και θα πρέπει να έχει σαφή πρόβλεψη στον κρατικό προϋπολογισμό. Επίσης θα πρέπει να διασφαλιστεί η συνέχιση και η ενίσχυση της χρηματοδότησης έργων αειφόρου ανάπτυξης μέσα από τον Τοπικό Πόρο Ανάπτυξης. Κρίνουμε επίσης ως απαραίτητη την αυξημένη χρηματοδότηση της περιοχής από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους που αφορούν στην έρευνα και στην καινοτομία προκειμένου να συνδεθεί το παραγωγικό σύστημα με την εφαρμοσμένη έρευνα.
Θεωρούμε ότι ο πρωτογενής τομέας θα πρέπει να αποτελέσει έναν από τους βασικούς πυλώνες στο νέο αναπτυξιακό μοντέλο της περιοχής. Προκειμένου να εκσυγχρονιστεί και να καταστεί ανταγωνιστικός, προτείνεται η ενίσχυση της έρευνας και της καινοτομίας μέσω της αναδιάρθρωσης καλλιεργειών, επενδύσεων σε καθετοποιημένη βάση παραγωγής, ανάπτυξη νέων καλλιεργειών (π.χ. ενεργειακά φυτά), σύνδεσης της παραγωγής με την εμπορία τη μεταποίηση και προώθηση. Κρίσιμη επίσης θεωρούμε την υλοποίηση των μεγάλων αρδευτικών έργων της περιοχής, την ολοκλήρωση της αγροτικής οδοποιίας, την ηλεκτροδότηση των αγροκτηνοτροφικών επιχειρήσεων, την προστασία επώνυμων αγροδιατροφικών προϊόντων, τη δημιουργία ταμιευτήρων για άρδευση κ.α. Επίσης προτείνουμε ειδική τιμολογιακή πολιτική για τους αγρότες και τις επιχειρήσεις της περιοχής με γενναία έκπτωση επί των υφιστάμενων τιμολογίων, έτσι ώστε να εξισορροπηθεί σε έναν βαθμό η διαρκή υποβάθμιση του αγροτικού τομέα, λόγω των λιγνιτικών δραστηριοτήτων. Κρίνουμε επίσης απαραίτητη την ενίσχυση του συνεταιριστικού και αγροτικού κινήματος και την αξιοποίηση πετυχημένων παραδειγμάτων σε πανελλαδικό επίπεδο, όπως αυτό του Βελβεντού.
Έχοντας επίγνωση ότι η Δυτική Μακεδονία είναι η μοναδική περιφέρεια της χώρας η οποία δεν βρέχεται από θάλασσα, πιστεύουμε εντούτοις ότι έχει μοναδικά αποθέματα φυσικού, ιστορικού και πολιτιστικού πλούτου τα οποία είναι ικανά να στηρίξουν επαρκώς τον τουριστικό τομέα. Για να γίνει όμως αυτό, απαιτείται μια γενναία και στοχευμένη στήριξη του τουριστικού προϊόντος. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούμε απαραίτητη τη δημιουργία ενός διακριτού, ελκυστικού και «αυθεντικού» τουριστικού branding για τη Δυτική Μακεδονία, το οποίο θα συνδέεται με την ταυτότητα της περιοχής και θα συνοδεύει την εικόνα και την εμπειρία που θα αποκομίζει ο επισκέπτης Προς την κατεύθυνση αυτή είναι αναγκαίο να στηριχθούν δράσεις ανάδειξης και αξιοποίησης της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς και του αξιόλογου φυσικού περιβάλλοντος στο σύνολο της Δυτικής Μακεδονίας με τρόπο που θα ενιαιοποιεί το τουριστικό προϊόν. Στο επίπεδο του θεματικού τουρισμού ιδιαίτερα, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί στοχευμένα ο βιομηχανικός τουρισμός και η σχετική με αυτόν αρχιτεκτονική κληρονομιά. Επίσης σημαντικές προοπτικές παρουσιάζουν οι δραστηριότητες ορεινού χειμερινού τουρισμού, οι ναυταθλητικές δραστηριότητες παράλληλα με τη αξιοποίηση των λιμνών και των ορεινών όγκων, η ανάδειξη μνημείων, η υποστήριξη δράσεων πολιτισμού και αθλητισμού, η αξιοποίηση τοποθεσιών απείρου φυσικού κάλλους κ.ά.
Το αναμενόμενο υφεσιακό σοκ στο παραγωγικό σύστημα και στην απασχόληση μετά το κλείσιμο των μονάδων το 2023, εκτιμούμε ότι θα προκαλέσει σοβαρούς τριγμούς συνοχής στον κοινωνικό ιστό με φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού. Για να αποτραπεί το ενδεχόμενο ενός τέτοιου εφιαλτικού σεναρίου, προτείνεται η κατάρτιση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου κοινωνικής συνοχής, το οποίο θα είναι ικανό να απορροφήσει όλους τους «κοινωνικούς κραδασμούς». Για να είναι το σχέδιο αυτό αποτελεσματικό, κρίνουμε απαραίτητη την εκπόνηση μια μελέτης χωρικών, οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της απολιγνιτοποίησης στο ενδοπεριφερειακό επίπεδο, έτσι ώστε να είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τις επιπτώσεις και τα αναγκαία ισοδύναμα μέτρα πολιτικής, σε κάθε περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας. Επίσης θεωρούμε απαραίτητη τη θέσπιση ενός ειδικού καθεστώτος προώθησης στην εργασία όλων των κοινωνικών ομάδων, το οποίο θα περιλαμβάνει προγράμματα ολοκληρωμένων παρεμβάσεων στον τομέα της εργασίας με κίνητρα και επανακατάρτιση σε νέες δεξιότητες. Προτείνουμε επίσης τη θέσπιση κινήτρων εγκατάστασης παραγωγικού δυναμικού αλλά και θέσπιση κινήτρων επαναπατρισμού οικονομικών μεταναστών από το εξωτερικό. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνουμε την εκπόνηση ενός σχεδίου γενναίας επιδότησης της απασχόλησης μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων της περιοχής καθώς και προγράμματα γενναίας επιχορήγησης σύστασης νέων τόσο στον πρωτογενή τομέα όσο και στους τομείς της μεταποίησης και των υπηρεσιών, στους νέους. Με όρους κοινωνικής συνοχής και ενίσχυσης των αδύνατων νοικοκυριών, θεωρούμε επίσης πολύ χρήσιμη την γενναία αύξηση του επιδόματος θέρμανσης.
Το σύστημα Διακυβέρνησης της Μετάβασης για να είναι λειτουργικό και ικανό να παράγει άμεσα αποτελέσματα, θα πρέπει να στηρίζεται σε ένα αναμορφωμένο θεσμικό πλαίσιο που να διασφαλίζει ταχύτητα και ευελιξία. Στο πλαίσιο αυτό προτείνουμε την νομοθετική πρόβλεψη μια σειράς παρεκκλίσεων για ταχύτερη ανάθεση μελετών και εκτέλεσης έργων σε συνδυασμό με τα ειδικά φορολογικά και οικονομικά κίνητρα εγκατάστασης οικονομικών δραστηριοτήτων. Στο σύστημα διακυβέρνησης θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι ενεργειακοί δήμοι θα έχουν ουσιαστική συμμετοχή μαζί με την περιφέρεια με δικαίωμα ψήφου στο όποιο συντονιστικό όργανο. Στο πλαίσιο αυτό προτείνουμε τη συγκρότηση ενός Περιφερειακού Οργάνου Δίκαιης Μετάβασης μέσα στο οποίο θα συνδιαμορφώνονται οι στρατηγικές και οι επιλογές των μεγάλων projects τα οποία θα προκρίνονται μέσα από διαδικασίες ευρείας διαβούλευσης με τις τοπικές κοινωνίες μέχρι την επίτευξη της συναίνεσης επί του οράματος, των στόχων και των επιμέρους στρατηγικών. Αφού έχει προηγηθεί η συναίνεση επί του περιφερειακού επιχειρησιακού σχεδίου δίκαιης μετάβασης, η εφαρμογή του σχεδίου αυτού θα πρέπει να αποτελεί ευθύνη ενός φορέα που θα διαθέτει επιχειρησιακή ευελιξία με μια ειδική νομική μορφή ανώνυμης εταιρείας κοινωνικού σκοπού (π.χ. Αττικό Μετρό, Εγνατία Οδός κλπ). Η υλοποίηση του επιχειρησιακού σχεδίου και η αντίστοιχη επίτευξη των στόχων θα πρέπει να διασυνδεθούν με ένα σύστημα παρακολούθησης των αποτελεσμάτων, το οποίο θα μπορούσε να λειτουργεί ως ένα Παρατηρητήριο Δίκαιης Μετάβασης. Τέλος θεωρούμε εκ των ων ουκ άνευ, ότι ο φορέας αυτός με όλους του μηχανισμούς υποστήριξης, θα πρέπει να έχει έδρα τη Δυτική Μακεδονία.
Στο βαθμό που το πλαίσιο των παραπάνω προτάσεών μας δεν τύχουν του ανάλογου ενδιαφέροντος και ευαισθησίας από τους έχοντες την ευθύνη λήψης των αποφάσεων στο επίπεδο των υπουργείων, σχεδιάζουμε να ζητήσουμε συνάντηση με τον Πρωθυπουργό της χώρας, προκειμένου να του μεταφερθούν όλες οι ενστάσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης και των εκπροσώπων της τοπικής κοινωνίας. Σχεδιάζουμε επίσης να ενημερώσουμε με όλους τους διαθέσιμους τρόπους τους πολίτες της Δυτικής Μακεδονίας και να τους καταστήσουμε κοινωνούς για τις δραματικές αυτές εξελίξεις. Σε περίπτωση που οι θέσεις μας δεν τύχουν της προσοχής των κυβερνώντων, είμαστε αποφασισμένοι να διεκδικήσουμε τα δίκαια αιτήματά μας με κάθε μορφή αγώνα.