Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει λέει ο στίχος, του βραβευμένου με Nobel Λογοτεχνίας το 1963, ποιητή Γιώργου Σεφέρη. Κι εμείς οι απόγονοι των Ελλήνων του Πόντου, πολλοί από τους οποίους υπήρξαν θύματα οργανωμένης γενοκτονίας τον περασμένο αιώνα ενώ οι επιζήσαντες κατέφυγαν μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης στην Ελλάδα ή βρήκαν καταφύγιο στις όμορες χώρες του Καυκάσου, κι εμείς, λέω όταν και όπου ταξιδεύουμε στον Πόντο, ο Πόντος της ψυχής και της καρδιάς μας μάς πληγώνει.
Γιατί αξιότιμες κυρίες και κύριοι αν οι Εβραίοι έχουν το Νταχάου, το Μπέργκεν, το Μπέλσεν, το Άουσβιτς ως τόπους μνήμης και δακρύων για τους νεκρούς τους, οι Έλληνες του Πόντου δεν έχουν συγκεκριμένο τόπο μαρτυρίου. Δεν υπάρχει εκκλησία, σχολείο, σπίτι, πλατεία, βουνό, χαράδρα που να μην ποτίστηκε και καθαγιάστηκε με το αίμα των αθώων νεκρών μας. Δεν υπάρχει σπιθαμή της ιερής γης του Πόντου που να μην αποτελεί τόπο μαρτυρίου. Οι προσφιλείς νεκροί μας έμειναν άταφοι, βορά στα όρνεα και στα άγρια θηρία.
Θρηνωδεί η Ποντιακή μούσα τους νεκρούς χωρίς τάφο, τους άκλαυτους νεκρούς μας:
…μαύρα πουλία τρώγν΄ ατον και άσπρα τριγυλίσκουν
φατέστεν, πουλία μ’, φατέστεν, φατέστεν τον καρίπην,
’ς σην θάλασσαν κολυμπετής, ’ς σ’ ομάλια πεχλιβάνος,
’ς σον πόλεμον τραντέλλενας, ρωμαίικον παλικάρι…
Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου είναι ένα Άουσβιτς εν ροή, μια γενοκτονία εν ροή, όπως λέει ο καθηγητής Πολυχρόνης Ενεπεκίδης. Μια γενοκτονία που αριθμεί 353.000 νεκρούς.
Και ύστερα ήρθε ο ξεριζωμός από τις πατρογονικές εστίες. Μια απάνθρωπη πράξη που στα διπλωματικά σαλόνια της κοσμοπολίτικης Λωζάννης ονομάστηκε από την «πολιτισμένη Δύση» Ανταλλαγή πληθυσμών.
Αλλά σαν έφευγαν οι πρόγονοί μας, δεν το πιστεύανε. Σαν έφευγαν συγύριζαν το σπίτι, θα ξαναγυρνούσαν πιστεύανε. Σαν έφευγαν οι παππούδες κι οι γιαγιάδες μας, οι φίλοι τους, ο Χασάν, η Ζεϊνέπ και ο μικρός Αλή, έκλαιγαν στο κατωθύρι τους. Αυτοί αυτούς γνώριζαν ως Τούρκους. Οι άλλοι δεν έχουν όνομα υπάρχουν παντού…
Και αν οι Εβραίοι είχαν να θρηνήσουν μόνον επί των ερειπίων του κατεστραμμένου, από τους Βαβυλώνιους το 587 π. Χ., ναού του Σολομώντος, για μας τους Έλληνες τους εκ Πόντου καταγόμενους δεν θα έφταναν ποταμοί δακρύων για να δροσίσουν, έστω και με ένα δάκρυ, τον κάθε ένα κατεστραμμένο μας ναό, αφού στο σύνολό τους τα σεβάσματά μας, τα τιμαλφή της πίστης μας έχουν κατακαεί, έχουν καταστραφεί, είναι πλέον υπό κατάρρευση ή έχουν μετατραπεί σε σταύλους – «τα άγια τοις κυσί» εδόθησαν ή είναι πλέον υπό κατάρρευση ή έχουν μετατραπεί σε τζαμιά.
Που να θρηνήσουμε, λοιπόν;
Στον Άγιο Ιωάννη τον Βαζελώνα ή στον άγιο Γεώργιο τον Περιστερεώτα; Ή μήπως στους καταπληκτικούς ναούς των κρυπτοχριστιανών στην Ίμερα, την Κρώμνη, στο Σταυρίν; Ή μήπως στον ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στην Τσίτη των Σουρμένων, ένα καταπληκτικό αρχιτεκτονικό μνημείο που βρίσκεται στο έλεος του χρόνου; Ή στα ερείπια ή στα εναπομείναντα κτίρια των περίφημων ελληνικών σχολείων του Πόντου, του Φροντιστηρίου της Τραπεζούντος, του Γυμνασίου της Σαμψούντος, του Ημιγυμνασίου της Κερασούντος, της Αστικής Σχολής Σουρμένων, του Φροντιστηρίου της Αργυροπόλεως, της Αστικής Σχολής της Σάντας;
Αξιότιμες κυρίες και κύριοι,
Τα πολυάριθμα ελληνικά μνημεία – αρχαία (π. χ. Έφεσος, Πέργαμος) και βυζαντινά – που υπάρχουν στον σημερινό χώρο της Τουρκίας και οι συστηματικές προσπάθειες τις οποίες καταβάλλουν διαχρονικά οι κυβερνήσεις της για να οικειοποιηθούν την κληρονομιά αυτή, εγείρουν ένα τεράστιο και πολυεπίπεδο ζήτημα για τον σύγχρονο ευρωπαϊκό πολιτισμό – γιατί ο ελληνικός πολιτισμός αποτελεί ένα από τους βασικότερους πυλώνες του ευρωπαϊκού πολιτισμού – ένα ζήτημα που ξεκινά από την ηθική και φτάνει στο διεθνές δίκαιο.
Το πρόβλημα αυτό όπως εμφανίζεται στις μέρες μας έχει άμεση σχέση με το ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο και τον τρόπο επίλυσης του ανατολικού ζητήματος. Είναι απότοκο και παράπλευρη, ωστόσο σημαντικότατη, απώλεια της Μικρασιατικής Καταστροφής και της «νέας τάξης πραγμάτων» του 1922. Αποτελεί μία ακόμα εκκρεμότητα της ανώμαλης επίλυσης του εθνικού προβλήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η διάλυση της πολυφυλετικής, πολυεθνικής και φεουδαρχικής αυτοκρατορίας δεν δημιούργησε, ως όφειλε, σύγχρονα εθνικά κράτη με βάση τα δικαιώματα των υπόδουλων γηγενών εθνών, αλλά ένα ενιαίο κράτος, στο οποίο η κυρίαρχη ομάδα των Τούρκων μιλιταριστών και γραφειοκρατών, κατέβαλλε προσπάθειες βίαιης ομογενοποίησης των κατοίκων του.
Σήμερα οι προσπάθειες της Τουρκίας να συμπεριληφθεί στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια βρίσκονται σε αρκετά καλό δρόμο. Έχει κάνει σημαντικά βήματα σε πολλές κατευθύνσεις. Δεν μπορεί κανείς εχέφρων και νουνεχής πολίτης να παραβλέψει την προσπάθεια της αναπαλαίωσης, με τον όποιο τρόπο, της Ιερής Μονής Παναγίας στο Όρος Μελά του Πόντου, νότια της Τραπεζούντος. Όπως και του πρόσφατα ανακαινισμένου ναού της Υπαπαντής στα Κοτύωρα – τη σημερινή ORDU – ή και αυτού του Αγίου Νικολάου στην Κερασούντα που λειτουργούν ως Μουσεία.
Ωστόσο απομένουν και άλλα βήματα προόδου ή η αποφυγή παλινωδιών όπως αυτή του προπέρσινου καλοκαιριού όταν τον Ιούλιο του 2012 γίναμε αποδέκτες μιας θλιβερής είδησης: της μετατροπής της ιστορικής Βυζαντινής Εκκλησίας της του Θεού Σοφίας της Τραπεζούντος από μουσείο σε μουσουλμανικό τέμενος. Αυτό σημαίνει συνειδητή πολιτική επιλογή στην αναστροφή της ιστορίας. Υπήρξαν αντιδράσεις δίχως αποτέλεσμα ωστόσο. Τον Ιούλιο του 2013 ο άλλοτε ναός λειτούργησε, μετά από παρεμβάσεις ακρωτηριασμού του, ως τζαμί.
«Μοναδικό» μνημείο της Ανατολής έχει χαρακτηρισθεί ο περίφημος αυτός ναός της Τραπεζούντος. Το μνημείο αποτέλεσε σύμβολο της πόλης και πιστοποίηση της διαχρονικότητάς της. Ο 5ος αιώνας αναφέρεται ως περίοδος πρώτης ανέγερσης του αρχικού ναού. Η κατασκευή δε του κυρίως ναού, αυτού που σώζεται στις μέρες μας, τον 13ο αιώνα συμπίπτει με την περίοδο της μεγάλης ακμής της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντος, της αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών. Ο ναός το 1964 λειτούργησε ως μουσείο. Έτσι, διατηρήθηκαν σε ικανοποιητικό βαθμό ο μοναδικός διάκοσμος του στους τοίχους, στον τρούλο και στο δάπεδο, δείγματα του πολιτισμού αιώνων, δείγματα πνευματικής ακμής, καθώς και ο διάκοσμος στις εξωτερικές προσόψεις, όπως και το υπαίθριο μουσείο. Χαρακτηριστικό, επίσης, και αξιοσημείωτο δείγμα της πνευματικής ανάπτυξης αποτελεί η δύναμη του μνημείου να ενσωματώσει στη μορφή του στοιχεία ανατολικού πολιτισμού. Πρόκειται για δύναμη μοναδική, με το δεδομένο ότι η όποια απορρόφηση και ενσωμάτωση στοιχείων προϋποθέτει τον δυναμισμό και τη ρωμαλεότητα του πρωτογενούς, του πηγαίου.
Η ισχύς του ελληνικού – χριστιανικού πολιτισμού του Μικρασιατικού χώρου αποτελούσε και αποτελεί μόνιμο ρήγμα στην υπόσταση του τουρκικού κράτους. Ποιος θα μπορούσε να αμφισβητήσει το ότι η Αγία Σοφία χτίστηκε για να υπηρετήσει τον χριστιανισμό; Και ασφαλώς δεν αμφισβητείται η ενδογενής αντίφαση μεταξύ τοπικής κοινωνίας και οικουμενικότητας του πολιτισμού. Η ισχύς της σύγχρονης Τουρκίας, αναμφισβήτητα εδράζεται στον πλούτο των μνημείων της και στο πολυποίκιλο των πληθυσμών της.
Δεν είναι, λοιπόν, καιρός, η ευρωπαϊκή εσωστρεφής αντίληψη περί δικαιωμάτων στον τομέα του πολιτισμού να μεταλλαχθεί σε εξωστρεφή διεκδίκηση της ιστορικής αλήθειας; Ο ελληνικός πολιτισμός γεννήθηκε στην Μικρά Ασία και όχι στην Ελλάδα. Γιατί Είναι το λίκνο του πολιτισμού η Μικρά Ασία. Εδώ γεννήθηκε η Ποίηση, η Ιστορία, η Γεωγραφία, η Φιλοσοφία. Η Ανατολή δεν αποτελεί μονάχα το λίκνο του πολιτισμού, αλλά και το λίκνο του χριστιανισμού, το λίκνο της Ορθόδοξης Θρησκείας και Πίστης μας, γιατί εδώ το πενήντα μετά Χριστόν ιδρύθηκε στη Σμύρνη ο πρώτος χριστιανικός ναός. Ση Μικρά Ασία βρίσκονται οι επτά εκκλησίες της Αποκάλυψης του Ιωάννου. Σμύρνη, Έφεσος, Πέργαμος, Θυάτειρα, Σάρδεις, Φιλαδέλφεια και Λαοδίκεια.
Από τη Μικρά Ασία κατάγονται οι περισσότεροι Άγιοι, Μάρτυρες, Πατέρες και Πατριάρχες της Εκκλησίας μας. Εδώ έγιναν σχεδόν όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι της Εκκλησίας μας. Ο Βασίλειος ο Μέγας, Ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Τα δύο τρίτα από το σύνολο του συναξαρίου της εκκλησίας μας από εδώ έλκουν την καταγωγή τους.
Με τα δεδομένα αυτά, η προώθηση της επαναφοράς της αρχικής χρήσης των μνημείων σκοντάφτει στην αφετηρία της ιστορίας. Και εκεί βρίσκεται η μεγάλη διαστρέβλωση. Η Τραπεζούς κατοικήθηκε από Έλληνες ήδη από τον 11ο π. Χ. αιώνα, ενώ από τον 8ο π. Χ. αιώνα συγκροτήθηκαν στα παράλια του Ευξείνου Πόντου οι πρώτες οργανωμένες ελληνικές κοινωνίες.
Ειδικότερα σε ότι αφορά στον ναό της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντος, μετά την άλωση της πόλης το 1461 από τον Μωάμεθ τον Β, μετά από πολλές περιπέτειές του μεταλλάχθηκε σε τζαμί, υπαγόμενο στη Γενική Διεύθυνση Βακουφίων. Η λειτουργία του ως μουσείου στηριζόταν σε απόφαση του Πρωτοδικείου Τραπεζούντος.
Η απόφαση για μετατροπή του ναού σε τζαμί συνέπλεε με τις δηλώσεις, ήδη από το 2011, του αντιπροέδρου Μπουλέντ Αρίντς, ότι «τα τεμένη είναι χώροι λατρείας και προσευχής και, κατά συνέπεια, δεν μπορούν να λειτουργούν ως μουσεία» (μόνο που ο κ. Αρίντς μπέρδεψε τις κυριότητες των θρησκειών επί του ναού, δηλαδή του Χριστιανισμού για τη λατρεία του οποίου χτίσθηκε ο ναός και όχι του Ισλάμ που τον χρησιμοποίησε μετά τη βίαιη κατάληψή του). Γίνεται σαφές ότι οι υπεύθυνοι της τουρκικής πολιτικής παραγνωρίζουν τα ελάχιστα αναγκαία που αφορούν μνημεία. Να επισημάνουμε πως έφεση στην απόφαση μετατροπής του σε τζαμί κατέθεσαν περίοικοι του ναού, τούρκοι πολίτες, χωρίς ωστόσο να δικαιωθούν.
Πρόθεση της τουρκικής κυβέρνησης είναι, μετά το ναό της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντος να επιλύσει και το θέμα του ναού της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος λειτουργεί σήμερα ως μουσείο, γνωστοποιώντας πως προτίθεται να μετατρέψει ως τζαμί όλον τον ναό ή τμήμα αυτού. Η τρέχουσα πολιτική, προφανώς, τάσσεται υπέρ της επιτάχυνσης της διαδικασίας της αποταυτοποίησης των μνημείων στην πορεία για την ενίσχυση του ισλαμικού προσώπου του κράτους. Να σημειωθεί πως υπέρ της διατήρησης της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντος ως Μουσείου τάχθηκε με επίσημες δηλώσεις του και ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. κ. Βαρθολομαίος.
Κύριο στόχο μας αποτελεί να η ανάδειξη, η γνωστοποίηση του θέματος που θίγει κύρια, υπαρξιακά δικαιώματα όλων των ευρωπαίων πολιτών, και η άρση της απόφασης για τη μετατροπή του σε τζαμί. Διότι ο ευρωπαϊκός πολιτισμός ακουμπά στον ελληνικό, και ο ελληνικός γεννήθηκε εκείθεν και όχι εντεύθεν του Αιγαίου. Η εμβέλεια του ναού διαχέεται σε όλη την οικουμένη, πράγμα θετικό για την ανάπτυξη της σύγχρονης Τουρκίας. Η Αγία Σοφία Τραπεζούντος με τις μείξεις του ελληνικού – βυζαντινού πολιτισμού με στοιχεία Ανατολής προβάλλει το βασικό στοιχείο της μοναδικότητάς της. Πρόκειται για δύναμη προσέγγισης των λαών της Εγγύς Ανατολής.
Το μόνο παρήγορο στοιχείο στην όλη τραγική υπόθεση της μέχρι σήμερα διαστρέβλωσης της ιστορίας, της παράλλαξης της αλήθειας, επομένως της ενίσχυσης του καθεστώτος της ανελευθερίας για λόγους πολιτικούς, είναι ότι υπάρχουν ενδείξεις πολιτισμικής αφύπνισης αργής, αλλά σταθερής στη σημερινή Τουρκία. Αντιθέτως, στα κράτη του δυτικού κόσμου, ο τομέας των δικαιωμάτων στον τομέα πολιτισμού παραμένει εγκλωβισμένος στα ελλείμματα τόσο μνήμης όσο και οραμάτων.
Σήμερα εμείς οι απόγονοι των Ελλήνων, των προσφύγων από τα παράλια του Εύξεινου Πόντου, φορείς των πανανθρώπινων αξιών, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ανεκτικότητας, της φιλοξενίας – άλλωστε στην ελληνική γλώσσα η λέξη «εύξεινος» σημαίνει τον φιλόξενο, αυτόν που αγαπάει τον ξένο – κληροδοτημένων από τους αρχαίους προγόνους μας και μπολιασμένων από το πνεύμα της διδασκαλίας της αγάπης του μεγαλύτερου ξένου επί της γης, του Ιησού Χριστού, εφοδιασμένοι ωστόσο και με το πνεύμα του αριστοτελικού ορθολογισμού, ακρογωνιαίου λίθου της σύγχρονης ευρωπαϊκής σκέψης, και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ερχόμαστε στο κτίριο Altiero Spinelli, το οποίο φέρει το όνομα ενός εκ των οραματιστών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ρηξικέλευθο όραμα του Altiero Spinelli για μια δημοκρατική ομοσπονδιακή ευρωπαϊκή ένωση τη κοινωνική δικαιοσύνη, της ειρηνικής συνύπαρξης και της ελεύθερης αλληλεπίδρασης μεταξύ κοινοτήτων, και όχι της Ευρώπης του άκρατου νεοφιλελευθερισμού και των τραπεζιτών, των ιδεών του Ζαν Μονέ οι οποίες τελικά επικράτησαν, φέρνοντας πολλούς λαούς της γηραιάς ηπείρου στη σημερινή τραγική κατάσταση. Εμείς, λοιπόν, οι απόγονοι των Ελλήνων, των προσφύγων από τα παράλια του Εύξεινου Πόντου, φορείς των πανανθρώπινων αξιών και θιασώτες των ιδεών του Altiero Spinelli, ερχόμαστε για να σας πληροφορήσουμε πως στον Εύξεινο Πόντο σώζονται ακόμα, ενενήντα χρόνια τώρα από την τραγική στιγμή της εξόδου των προγόνων μας από τις πατρογονικές τους εστίες, πολλά μνημεία -μάρτυρες της τρισχιλιόχρονης παρουσίας του ελληνικού πολιτισμού στα εκείθεν του Αιγαίου μικρασιατικά εδάφη. Για εκείνον ο οποίος μπορεί να κατανοήσει τι σημαίνει για την ιστορία του ελληνικού και ευρωπαϊκού πολιτισμού η επίγνωση της σχέσης του με τις προαιώνιες αυτές ιστορικές κοιτίδες του γίνεται άμεσα πασιφανές το πόσο επιτακτικά προβάλλει το αίτημα της στοιχειώδους καταγραφής, μελέτης και διάσωσης των μνημείων αυτών, πριν ο ολετήρας και πανδαμάτωρ χρόνος ή πολιτικές και κάθε είδους σκοπιμότητες τα παραδώσει στην ανυπαρξία και στη λήθη.
Για τον λόγο αυτό ζητάμε από τους εκπροσώπους της μεγάλης οικογένειας των ευρωπαϊκών λαών σε πρώτη φάση να θέσει ως θέμα άμεσης πολιτισμικής προτεραιότητας την επαναλειτουργία του μνημείου της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντος ως Μουσείου, αφού αποτελεί υπαρξιακό ζήτημα για τον πολιτισμό μας. Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να εκφράσουμε τις θερμότερες των ευχαριστιών μας στον κ. Γεώργιο Χατζημαρκάκη, ο οποίος ανέλαβε την πρωτοβουλία, καθώς και σε όλους τους ευρωβουλευτές για την ψήφιση, προ ολίγων ημερών, της σχετικής τροπολογίας. Σε δεύτερη φάση ζητάμε από τους εκπροσώπους της μεγάλης οικογένειας των ευρωπαϊκών λαών την εκπόνηση ενός προγράμματος επιστημονικής μελέτης, καταγραφής και διάσωσης των ελληνοχριστιανικών μνημείων του Πόντου, ενώ το τρίτο αίτημά μας αφορά στην εκπόνηση ενός ευρωπαϊκού επιστημονικού προγράμματος για την κωδικοποίηση και διάσωση ενός άλλου πολιτισμικού στοιχείου, της Ποντιακής Διαλέκτου. Γιατί «Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου», διατρανώνει ο Οδυσσέας Ελύτης. Γιατί κάθε φορά που χάνεται μια γλώσσα ο κόσμος γίνεται φτωχότερος, γιατί αν απολεσθεί η Ποντιακή Διάλεκτος ο Πόντος της Καρδιάς και της ψυχής μας δεν θα είναι πια ο ίδιος.
Αξιότιμες κυρίες και κύριοι,
Στη σύγχρονη Τουρκία άξονας τουριστικής ανάπτυξης γίνεται στις μέρες μας ο χριστιανικός πολιτισμός. Σε πολλά εκατομμύρια ανέρχεται ο αριθμός των επισκεπτών κάθε χρόνο στην Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης και στα άλλα μνημεία του ελληνικού πολιτισμού στην Μικρά Ασία, ενώ κατά χιλιάδες συρρέουν οι προσκυνητές στο Μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο, στην Αγία Σοφία και στο Φροντιστήριον Τραπεζούντος, στον Άγιο Νικόλαο και στο Ημιγυμνάσιον της Κερασούντος. Ειδικότερα κάθε καλοκαίρι οι απόγονοι των Ελλήνων του Πόντου πραγματοποιούν προσκυνηματικά ταξίδια στις πατρίδες των προγόνων τους. Στα ταξίδια αυτά, εκτός των άλλων, συναντούν τους ποντιόφωνους κατοίκους του σημερινού Πόντου και συμμετέχουν στα ξακουστά πανηγύρια που από αιώνες πραγματοποιούνταν. Τότε υπό τους ήχους της γλυκόλαλης λύρας και του νταουλιού ενώνουν αδιάκριτα τα χέρια σε έναν τεράστιο κυκλικό ποντιακό χορό. Τα κοινά βήματα του οποίου θα μπορούν να φανερώσουν στους ανθρώπους και άλλους τρόπους και δρόμους συνύπαρξης.
Τα γεγονότα αυτά αποτελούν αχτίδες αισιοδοξίας και βάση για παραπέρα συνεργασία και ανάπτυξη. Αναμφίβολα, με την Αγία Σοφία Τραπεζούντος και την μονή της Παναγίας Σουμελά ως μουσεία και μνημεία του ευρωπαϊκού πολιτισμού, η Τραπεζούς θα πρέπει να αναγνωρισθεί μεγάλο κέντρο οικουμενικού πολιτισμού προς όφελος και των δύο λαών.
Αλλά για να γίνουν όλα αυτά απαιτείται πολύ και συντονισμένη δουλειά. Για να πραγματωθεί το αισιόδοξο μήνυμα της Ποντιακής Μούσας, για να ανθεί η Ρωμανία και να φέρει κι άλλο:
Θέλ’ απ’ Ουρανού θέλημαν και ας σην γην εργάτεν
Απαιτεί τον διαρκή και πολύπλευρο αγώνα των απογόνων των προσφύγων, αλλά και την συμπαράσταση, την αποφασιστικότητα και τη βούληση των εκπροσώπων τους, των ευρωβουλευτών.
(To κείμενο αποτελεί απόσπασμα ομιλίας
που έγινε από τον συμπατριώτη μας Στάθη Ταξείδη
στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 6 Απριλίου 2014)