Στα αζήτητα μένουν στις Τράπεζες, σωροί οι προεγκρίσεις στεγαστικών δανείων, καθώς οι υποψήφιοι δανειολήπτες κάνουν πίσω μετά τις αυξήσεις στα επιτόκια δανεισμού, αλλά και στην ανασφάλεια που έχει προξενήσει ο επίμονος, υψηλός πληθωρισμός, που ροκανίζει το διαθέσιμο εισόδημα όσων σκέπτονταν σοβαρά, να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι.
Σύμφωνα με πληροφορίες του GRTimes.gr από την τραπεζική αγορά, παρότι μέχρι πριν λίγους μήνες, έδειχνε να υπάρχει αρκετά ζωηρό ενδιαφέρον, από ιδιώτες πελάτες, για την λήψη στεγαστικού δανείου, κατά το τελευταίο τρίμηνο το ενδιαφέρον αυτό, που κυρίως εκδηλώνονταν από νεότερα σε ηλικία ζευγάρια, εξανεμίστηκε, με αποτέλεσμα πάμπολλες προεγκρίσεις δανείων, να μένουν στα αζήτητα.
Αυτό που συνέβη ήταν, ότι οι επάλληλες αυξήσεις του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ και στη συνέχεια οι αυξήσεις επιτοκίων από τις εθνικές κεντρικές Τράπεζες, άρα και τις εμπορικές, πρόλαβαν όσους αναζητούσαν κατοικία για αγορά, σε μία περίοδο που τα προσφερόμενα ακίνητα είναι σχετικά λίγα και σε υψηλές τιμές, τιμές που τα καθιστούν δυσπρόσιτα για το μέσο οικογενειακό εισόδημα.
Σε καθίζηση η εμπιστοσύνη των καταναλωτών
Με τον πληθωρισμό να επιμένει στο 10% στην Ευρωζώνη και στην Ελλάδα στο 12%, η εμπιστοσύνη των καταναλωτών σημειώνει καθίζηση με αποτέλεσμα η ζήτηση των στεγαστικών δανείων να καταγράφει βουτιά στο 3ο τρίμηνο του 2022, όπως άλλωστε έχει επισημάνει σε δελτίο της η Τράπεζα της Ελλάδος. Σήμερα η ζήτηση για στεγαστικά είναι μικρότερη από τη ζήτηση για επιχειρηματικά αλλά και καταναλωτικά δάνεια.
Με την ΕΚΤ, μόλις τις προάλλες (27/10) να ανακοινώνει νέα αύξηση κατά 75 μονάδες στο βασικό της επιτόκιο, δηλαδή συνολικά κατά 2% μέσα σε ένα τρίμηνο, επόμενο είναι το «πακέτο» πληθωρισμός + αύξηση επιτοκίων, να επηρεάσει αρνητικά τη ζήτηση από πλευράς υποψηφίων δανειοληπτών.
Και τα πράγματα δεν δείχνουν να διαφοροποιούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση στους επόμενους μήνες καθώς όπως επισήμανε και από την Prodexpo o διευθυντής της ΤτΕ κ. Θεόδωρος Μητράκος, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μέχρι το 2024 θα χάσει το 20% της δύναμής του, γεγονός που θα περιορίσει την εγχώρια ζήτηση.
Σε αυτό το περιβάλλον, όσοι δεν έχουν ήδη πάρει δάνειο, πολύ δύσκολα θα αποφασίσουν να υπογράψουν για στεγαστικό, ακόμη και εάν έχουν να διαθέσουν ένα σημαντικό μέρος του ποσού αγοράς κατοικίας.
Να σημειωθεί ότι οι Τράπεζες , με τα στεγαστικά δάνεια που διαθέτουν, καλύπτουν ως και το 80% της εμπορικής αξίας του ακινήτου.
Σαν αποτέλεσμα της ακολουθούμενης νομισματικής πολιτικής που φυσικά εκπορεύεται από την ΕΚΤ, τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων έχουν αυξηθεί κατά περίπου 1%- 1,5% μέσα στο τελευταίο τρίμηνο, είτε πρόκειται για δάνεια με σταθερό επιτόκιο, είτε με κυμαινόμενο. Έτσι, ενδεικτικά αναφέρεται ότι στεγαστικό 20ετίας με σταθερό επιτόκιο, μέχρι προ τριημέρου και πριν την πολύ πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΚΤ, χορηγούνταν με επιτόκιο γύρω στο 4,60%-4,70%, όταν προ τριμήνου χορηγείτο με επιτόκιο κοντά στο 3,60%.
Τι πρόκειται όμως να επακολουθήσει αυτών των εξελίξεων, δηλαδή των υψηλότερων επιτοκίων δανεισμού σε συνδυασμό με τις υψηλές πληθωριστικές πιέσεις;
“Κολλημένοι” στο ενοίκιο
Πάρα πολλοί υποψήφιοι δανειολήπτες θα προτιμήσουν να μη το ρισκάρουν και θα παραμείνουν στο ενοίκιο, παρότι και οι τιμές των ενοικίων έχουν εκτιναχθεί. Σημειώνεται πως σύμφωνα με στοιχεία της RE/MAX Ελλάδος, τα ενοίκια στη Θεσσαλονίκη έχουν πάρει αυξήσεις της τάξης του 15%.
Όσοι τελικά εμμένουν στην απόφασή τους για αγορά κατοικίας, πιθανότατα θα ζητήσουν μικρότερα δανειακά κεφάλαια, άρα και δόσεις, δηλαδή αναγκαστικά θα ψάξουν για φθηνότερα ακίνητα και ως επί το πλείστον, παλαιότερα και όχι νεόδμητα.
Συνολικά, η ζήτηση για αγορά κατοικίας θα καμφθεί, κάτι που σταδιακά θα έχει επιπτώσεις στις τιμές, που θα μειωθούν τουλάχιστον στα παλαιά ακίνητα, δηλαδή στα ακίνητα που είχαν κατασκευασθεί πριν τις μεγάλες αυξήσεις στα κόστη, της τελευταίας διετίας.
Η μείωση των τιμών, θα εξορθολογίσει τις τιμές καθώς ως και σήμερα, παρατηρείται το φαινόμενο, οι τιμές ανά τ.μ. σε παλιά ακίνητα, σχεδόν να είναι στα ίδια επίπεδα με εκείνες στα νεόδμητα. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται πολύ πιο έντονο σε περιοχές που δεν υπάρχουν οικόπεδα διαθέσιμα για την ανέγερση καινούργιων πολυκατοικιών ή που τα νεόδμητα κτίρια κατοικιών είναι πολύ λίγα.
Το βέβαιο είναι, ότι η στεγαστική πίστη θα περιοριστεί συνεπεία των δύο λόγων που ανωτέρω αναφέρθηκαν , με την αγορά του real estate να αναπτύσσεται περισσότερο στο τμήμα των επαγγελματικών και επενδυτικών ακινήτων.
Πηγή: GrTimes