Παρόλο που πρόκειται για ένα ελάσσονος σημασίας ζήτημα – εν συγκρίσει με τα τεράστια προβλήματα της χώρας και της ελληνικής κοινωνίας – η ίδια η επικαιρότητα (καθώς και οι «θιγόμενοι» συμμετέχοντες, τα ΜΜΕ) το έχει καταστήσει ως πρωτεύον πολιτικό ζήτημα. Ο λόγος για τον διαγωνισμό των Τηλεοπτικών Αδειών και την κατ’ ουσία ακύρωσή του από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ).
Για την αυτοκτονική πολιτική της κυβέρνησης στο ζήτημα του συγκεκριμένου διαγωνισμού έχω ξαναγράψει. Όπως και για την επερχόμενη ακύρωσή του από το ΣτΕ αλλά και την αποβολή του ενός «υπερθεματιστή» εκ των τεσσάρων, τα οποία είχα με ακρίβεια προβλέψει από αυτήν εδώ την εφημερίδα σε άρθρο μου πριν από περίπου 2 μήνες. Η κυβέρνηση πλέον «δρέπει» τους καρπούς που η ίδια «έσπειρε». Όπου επενδύοντας την πολιτική της ανάκαμψη, έφτιαξε έναν διαγωνισμό με κραυγαλέες παθογένειες, αδικίες και ελλείψεις τον οποίο προσπάθησε «με την βία» να επιβάλει στους συμμετέχοντες, στις λοιπές πολιτικές δυνάμεις, στην Δικαιοσύνη αλλά και την ελληνική κοινωνία. Αποτέλεσμα όλων αυτών, ήταν να ακυρωθεί πρακτικά ο ίδιος ο διαγωνισμός, να ζημιωθεί το ελληνικό κράτος (με την επιστροφή των χρημάτων), να εξακολουθήσει να είναι ανεξέλεγκτο το τηλεοπτικό τοπίο, να στραφεί σύσσωμη ολόκληρη η αντιπολίτευση κατά της κυβέρνησης, να στραφεί η Ελληνική Δικαιοσύνη κατά της κυβέρνησης, και φυσικά σχεδόν ολόκληρη η ελληνική κοινωνία. Χειρότερα δεν θα μπορούσαν να τα έχουν πάει ο κ. Τσίπρας με τον κ. Παππά! Το μόνο ελαφρυντικό που θα μπορούσα να τους προσάψω, είναι το γνωστό απόφθεγμα που αναφέρει πως «ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται». Επένδυσαν από την αρχή στην πόλωση για ένα ζήτημα που «έμπαζε από παντού», χωρίς να κρίνουν σωστά τις προεκτάσεις του, και τελικά έχασαν. Αλλά μαζί με αυτούς έχασε και η χώρα (για άλλη μια φορά…).
Τι μέλλει γενέσθαι; Τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν πως η κυβέρνηση ήδη επιχειρεί αναδίπλωση για να μην τα «χάσει όλα» αλλά κυρίως για να κλείσει ένα ζήτημα που μέχρι στιγμής έχει αποδειχθεί καταστροφικό για την δημόσια εικόνα της και της προκαλεί πλέον ανήκεστο πολιτική φθορά. Έτσι ο Ν. Παππάς καταθέτει μέσα στην εβδομάδα διάταξη στη Βουλή, κατά την οποία αναστέλλεται το επίμαχο άρθρο 2Α του Ν. 4339 που μετέφερε τις αρμοδιότητες από το ΕΣΡ στον υπουργό Επικρατείας και κρίθηκε αντισυνταγματικό από το ΣτΕ. Ταυτόχρονα ανέλαβε την «δέσμευση»πως θα τροποποιηθεί το σύνολο του νόμου, όταν δημοσιοποιηθεί η απόφαση του ΣτΕ και διαφανούν οι λεπτομέρειές της.
Κατά τα παραπάνω, η κυβέρνηση δείχνει εκ πρώτης να αποδέχεται τους βασικούς όρους που θέτει η ΝΔ αλλά και τα λοιπά κόμματα της αντιπολίτευσης, ώστενα συναινέσουν στην συγκρότηση του ΕΣΡ. Οι όροι προϋπόθεταν καταρχήν νακατατεθεί στην Βουλή διάταξη κατά την οποία θα επαναφέρονται όλες οι αρμοδιότητες αδειοδότησης προς το ΕΣΡ, τόσο για την έκδοση των προσωρινών αδειών όσο και για τον διαγωνισμό μόνιμης αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών. Προέβλεπαν επίσης να παύσει κάθε δημόσια πολιτική διαβούλευση για το ΕΣΡ μέχρι να ψηφιστούν από την Βουλή όλες οι διατάξεις που θα επαναφέρουν το νομοθετικό πλαίσιο στην κατάσταση πριν την ψήφιση του επίμαχου νόμου Παππά. Και τέλος η αντιπολίτευση απαιτούσε να αποσαφηνιστεί από την κυβέρνηση πόσες τηλεοπτικές άδειες προτείνονται, μετά την ακύρωση του αρχικού διαγωνισμού που προέβλεπε μόνο τέσσερις άδειες.
Οπότε η κυβέρνηση φέρεται για πρώτη φορά να συζητά την αποδοχή των όρωντης αντιπολίτευσης. Καθώς εφόσον καταφέρει να επιτύχει τελικά την συγκρότηση του ΕΣΡ έστω και σε επόμενο χρονικά στάδιο, βγαίνει από την εξαιρετικά άβολη πολιτική θέση που περιήλθε μετά την απόφαση του ΣτΕ. Ενώ παράλληλά επιτυγχάνει την κεντρική της πολιτική επιδίωξη που ήταν, να πληρώνουν πλέον οι τηλεοπτικοί σταθμοί ετήσιο ενοίκιο για τις συχνότητες που θα κατέχουν προσωρινά, μέχρι να πραγματοποιηθεί νέος διαγωνισμός με προδιαγραφές που θα ορίσει πλέον το ΕΣΡ αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα και την διεξαγωγή του.
Εμπόδιο στην παραπάνω προοπτική δείχνει να είναι προς το παρόν η απόρριψη από πλευράς ΝΔ του προσώπου που προτείνει η κυβέρνηση για Πρόεδρο του ΕΣΡ, του Βύρωνα Πολύδωρα. Αν κάποιος εκτιμήσει την πρότερη «συμπεριφορά» αυτού του προσώπου στα δημόσια πράγματα της χώρας (διορισμός της κόρης του στην Βουλή, την μια και μοναδική ημέρα που διατέλεσε Πρόεδρος της Βουλής), την συμπεριφορά απέναντι στο ίδιο το κόμμα του αλλά και την (κακή) εικόνα που έβγαλε δημοσίως με την προχθεσινή συνέντευξή του στην κρατική τηλεόραση, ίσως και θα μπορούσε να βρει ελαφρυντικά στην στάση της ΝΔ.
Το παραπάνω όμως είναι δευτερεύον και δεν αφορά τον γράφοντα. Αυτό που προέχει είναι επιτέλους να υπάρξει κλίμα συνεννόησης ανάμεσα στην κυβέρνηση και την ΝΔ κατά κύριο λόγο και να πάψουν να φέρονται έτεροι σαν «νταήδες της τάξης» που απλώς κόπτονται για το πως θα υφαρπάξουν γρηγορότερα την εξουσία – εις βάρος της χώρας και των προβλημάτων που ΔΕΝ επιλύονται φυσικά. Τουλάχιστον όσον αφορά τα βασικά ζητήματα που δύναται να επιλυθούν. Σε αυτό το πλαίσιο, αποτιμάται θετικά η αναδίπλωση της κυβέρνησης κινούμενη προς τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης, έστω και αν προήρθε από μια καταστροφική ήττα της σε όλα τα επίπεδα από την αρχική επιδίωξή της να «επιβληθεί» στους πάντες. Ο γράφων εύχεται πλέον να επιδείξει και την ίδια διάθεση συνεννόησης και η ΝΔ και να πάψει (να επιχειρεί) την πολιτική εκμετάλλευση του ζητήματοςΑν λοιπόν το ζήτημα είναι στα πρόσωπα, μπορεί η ΝΔ να αντιπροτείνει τον δικό της υποψήφιο αντί να αρνείται τα πάντα. Η στείρα αντιπολίτευση όμως δεν βοηθά την χώρα, σε ένα ζήτημα που έχει φτάσει στα πρόθυρα ολικής επίλυσής του και ήδη «κούρασε»…
Παύλος Κιλίντζης
Μέλος της Ένωσης Κεντρώων