Τα σκήπτρα στην ανεργία συνεχίζει να κρατά η περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας το πρώτο τρίμηνο του 2016, σύμφωνα με τα στοιχεία έρευνας της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΛΣΤΑΤ), καθώς σε επίπεδο Περιφέρειας το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στη Δυτική Μακεδονία με 33,3%, σημειώνοντας μάλιστα άνοδο έναντι του 29,0% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2015.
Κατά το Α΄ Τρίμηνο του 2016 ο αριθμός των απασχολούμενων στη χώρα ανήλθε σε 3.606.344 άτομα και των ανέργων σε 1.195.084.
Το ποσοστό ανεργίας ήταν 24,9%, έναντι 24,4% του προηγούμενου τριμήνου και 26,6% του αντίστοιχου τριμήνου 2015.
Η απασχόληση μειώθηκε κατά 1,0% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αυξήθηκε κατά 2,9% σε σχέση με το Α΄ Τρίμηνο του 2015. Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 1,7% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μειώθηκε κατά 6,1% σε σχέση με το Α΄ Τρίμηνο του 2015.
Σε ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά της ανεργίας, το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (29,5%) είναι σημαντικά υψηλότερο από των ανδρών (21,2%).
Το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στους νέους ηλικίας 15-24 ετών (50,9%), το οποίο στις νέες γυναίκες φθάνει στο 55,1%
Η κατανομή της ανεργίας, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, έχει ως εξής: το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους έχουν τελειώσει μερικές τάξεις δημοτικού (46,2%). Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (11,3%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (18,4%)
Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 12,0% αναζητά αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 83,3% αναζητά πλήρη αλλά, στην ανάγκη, είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση. Τέλος, το 4,7% είτε αναζητά μερική απασχόληση είτε δεν ενδιαφέρεται αν θα βρει μερική ή
πλήρη απασχόληση.
Ένα ποσοστό ανέργων (6,4%) απέρριψε, κατά τη διάρκεια του Α’ Τριμήνου του 2016, κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή:
α) δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (30,3%),
β) δεν εξυπηρετούσε το ωράριο εργασίας (22,7%),
γ) δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (15,8%).
Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν ανέρχεται στο 21,1% του συνόλου των ανέργων ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν από 12 μήνες και άνω εργασία, ανεξάρτητα από το αν έχουν εργαστεί στο παρελθόν), αποτελούν αντίστοιχα το 70,3%.
Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με ξένη υπηκοότητα είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (34,1% έναντι 24,2%). Επίσης, το 72,2% των ξένων υπηκόων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό
σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων, το οποίο είναι 51,0%.
Σε επίπεδο Περιφέρειας, το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στη Δυτική Μακεδονία με 33,3%, και στη Δυτική Ελλάδα με 30,0%. Στον αντίποδα, το μικρότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στο Βόρειο Αιγαίο με 18,5% και στις Ιόνιες Νήσους με 19,6%.
Κατά το Α΄ Τρίμηνο του 2016, βρήκαν απασχόληση 139.609 άτομα, τα οποία δήλωσαν ότι ήταν άνεργα πριν από ένα έτος. Παράλληλα, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, 41.847 άτομα μετακινήθηκαν από τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό σε θέσεις απασχόλησης. Αντίθετα, 122.574 άτομα, τα οποία ένα χρόνο πριν ήταν απασχολούμενα, σήμερα είναι άνεργα και άλλα 53.430 άτομα που ήταν απασχολούμενα είναι πλέον οικονομικά μη ενεργά. Επιπλέον, 107.454 άτομα, που πριν ένα έτος ανήκαν στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση αλλά είναι άνεργα.
Εξετάζοντας την εξέλιξη του αριθμού των απασχολουμένων, ανά τομέα της οικονομίας, παρατηρείται ότι στον πρωτογενή τομέα υπάρχει μείωση 6,5% στον αριθμό των απασχολούμενων σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο. Στο δευτερογενή τομέα παρατηρείται αύξηση 3,9% στον αριθμό των απασχολούμενων και στον τριτογενή αύξηση 4,5%. Στο Διάγραμμα 2 παρουσιάζεται η ποσοστιαία κατανομή των απασχολούμενων κατά τομέα της οικονομίας για το Α΄ Τρίμηνο του 2016.
Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται στο 9,8% του συνόλου των απασχολουμένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζομένων, το 69,1% έκανε αυτή την επιλογή διότι δε μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 7,6% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,2% γιατί εκπαιδεύεται, το 2,5% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώμενους ενήλικες και το 16,6% για διάφορους άλλους λόγους.
Το ποσοστό των μισθωτών, το οποίο εκτιμάται σε 65,8%, εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία ανέρχεται στο 83,9 του συνόλου των απασχολουμένων (εκτίμηση 2015).