Αναβίωσε και εφέτος με επιτυχία και τη συμμετοχή μικρών και μεγάλων, το πατροπαράδοτο αποκριάτικο έθιμο της «ΚΛΑΔΑΡΙΑΣ» από τον Σύλλογο Βλατσιωτών Πτολεμαΐδας «Ο Προφήτης Ηλίας», υπό την αιγίδα του Δήμου Εορδαίας στη συμβολή των οδών Μακεδονομάχων και Λαγοθηριανού στην πόλη της Πτολεμαΐδας.
Υποδεχόμενος τους προσκεκλημένους ο Πρόεδρος του Συλλόγου Κωνσταντίνος Γαλάνος, τους ευχαρίστησε για την ανταπόκρισή τους στο αποκριάτικο κάλεσμα, τονίζοντας την ανάγκη μετάδοσής του εθίμου στις νεώτερες γενιές.
Κοντά στο σύλλογο βρέθηκε και ο Δήμαρχος Εορδαίας Σάββας Ζαμανίδης συμμετέχοντας στην αναβίωση του εθίμου ενώ λίγο νωρίτερα μιλώντας ο Αντιδήμαρχος Πολιτισμού Απόστολος Καΐδης, συνεχάρη τον Σύλλογο για το πλούσιο έργο του και την προσφορά του στην διατήρηση της παράδοσης της Ιστορικής Βλάστης.
Αναλύοντας το Βλατσιώτικο έθιμο ο υπεύθυνο του χορευτικού του Συλλόγου Νικόλαος Βλαχοδήμος τόνισε μεταξύ άλλων:
«Νωρίς το βράδυ της μεγάλης αποκριάς, μαζεύονταν όλο το σόι στο σπίτι του μεγαλύτερου της οικογένειας, είτε αδερφού είτε του πατέρα αν ζούσε, για να «σχωρεθούν», όπως έλεγαν και ν’ αποκρέψουν. Τελευταίο φαγοπότι προτού αρχίσει η νηστεία. Αφού ετοιμαζόταν το τραπέζι του δείπνου, όλοι περίμεναν να κάνουν «χάσκα» και μετά να φάνε.
Ο γηραιότερος έπαιρνε ένα βρασμένο, ξεφλουδισμένο αυγό περασμένο σε άσπρη κλωστή, η οποία ήταν δεμένη στον «κλώστη», που άνοιγαν τα φύλλα για τις πίτες. Το σήκωνε ψηλά και με τα στόματα ανοιχτά προσπαθούσαν να πιάσουν το αυγό με τα δόντια. Επιβράβευση γι’ αυτόν που το έπιανε ήταν να φάει το αυγό, βλέπετε εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν σε αφθονία όπως σήμερα.
Το έθιμο της «χάσκας» επιβάλλει τη σαρακοστιανή επιταγή που λέει «με αυγό κλείνει το στόμα το βράδυ της αποκριάς, με αυγό ανοίγει το βράδυ της Ανάστασης», υπενθυμίζοντας τη νηστεία που πρέπει να τηρηθεί στο μεσοδιάστημα αυτό.
Μετά το δείπνο, τα αγόρια πήγαιναν ν’ ανάψουν τις «κλαδαριές». Σε κάθε γειτονιά του χωριού άναβαν τις «κλαδαριές» και έκαιγαν τα «κέθαρα» (κέδρα), τα οποία είχαν μαζέψει τα παιδιά τις προηγούμενες μέρες και τα είχαν φυλάξει σε κρυψώνες ώστε να μην τους τα κλέψουν παρέες από άλλες γειτονιές. Ο ανταγωνισμός για το πια παρέα θα έχει την μεγαλύτερη «κλαδαριά» ήταν μεγάλος. Γύρω από τη φωτιά , τραγουδούσαν σκωπτικά τραγούδια και έλεγαν «μασκαρ’λίκια». Ούτε κατά διάνοια να έβγαιναν έξω από το σπίτι γυναίκες και κορίτσια, αν και πολλές φορές κρυφάκουγαν από τα παράθυρα.
Εκτός όμως από τα«μασκαρ’λίκια» που έλεγαν, τραγουδούσαν και χόρευαν και άλλα τραγούδια, έως ότου καούν όλα τα κέθαρα».
Επισημαίνεται ότι με την πάροδο του χρόνου το έθιμο της «κλαδαριάς» διαφοροποιήθηκε, καθώς πλέον ανάβει μόνο μία πολύ μεγάλη «κλαδαριά», γύρω από την οποία χορεύουν όλοι μαζί λέγοντας αποκριάτικα τραγούδια.
Ήταν μία πετυχημένη εκδήλωση, όπου οι παρευρισκόμενοι γεύτηκαν τα κεράσματα του Συλλόγου και χόρεψαν υπό τους ήχους της ορχήστρας Γιούμπουρα με τα παραδοσιακά χάλκινα.