Η στήλη «ΕνΤέχνως» φιλοξενεί αυτήν την εβδομάδα τον ποιητή Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Ο Ρίλκε αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους Γερμανούς λυρικούς ποιητές του 20ου αιώνα. Αυτός είναι που συλλαμβάνει την ποιητική φόρμα: «πράγμα-ποίημα». Με αυτόν τον τρόπο γραφής ο ποιητής περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια φυσικά αντικείμενα. Χρησιμοποιώντας εύληπτο λεξιλόγιο περιγράφει αισθητά ζητήματα και πράγματα της καθημερινότητας. Τα «πράγματα-ποιήματα» του Ρίλκε αποδίδονται ως ποιήματα-αντικείμενα, τα οποία δεν περιγράφουν την εξωτερική εμφάνιση, την πρόσοψη των πραγμάτων αλλά το εσωτερικό τους, όπως θα τα έβλεπε ο ποιητής αν κατοικούσε μέσα τους.
Ο Ρίλκε, παρατηρώντας τον τρόπο που εργαζόταν ο Ροντέν, είδε πως ο γλύπτης προσεγγίζει το υλικό του (το μάρμαρο) χωρίς κανένα προκαθορισμένο σχέδιο αλλά ανοιχτός στις δημιουργικές δυνατότητες που προσφέρει η ίδια η πέτρα. Θεωρώντας πως η μέθοδος αυτή θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στην ποίηση, ο Ρίλκε μαζί με τον Ροντέν έφτιαξαν μια λίστα με πράγματα που δυνητικά θα μπορούσαν ν’ αποτελούν πρώτη ύλη για την ποίηση του πρώτου.
Ο ποιητής, στο πλαίσιο της αναζήτησης αυτών των πραγμάτων, επισκέπτεται το ζωολογικό κήπο του Παρισιού. Τα ζώα και τα φυτά του ζωολογικού κήπου γίνονται πηγή έμπνευσης για τον Ρίλκε και σ’ αυτά οφείλονται κάποια από τα γνωστότερα ποιήματά του. Ένα από αυτά είναι «Ο Πάνθηρας». Στον «Πάνθηρα» αναδεικνύεται ξεκάθαρα η δεξιοτεχνία του Ρίλκε στην ποιητική φόρμα. Με απλά εκφραστικά μέσα σχηματίζει το ζώο με λέξεις όπως θα το έπλαθε ένας γλύπτης με τον πηλό:
«…Έτσι ως πίσω από τα σίδερα περνά ολοένα,
Το κουρασμένο βλέμμα του πια δεν θωρεί.
Σάμπως μυριάδες σίδερα να ‘ναι θαρρεί,
και πίσω από τα σίδερα κόσμος κανείς…»
(«Ο Πάνθηρας», μετ. Άρης Δικταίος, Ηριδανός, 1957.)
Επίσης η ποιητική του συλλογή «Οι Ελεγείες του Ντουίνο» (1923) θεωρείται ως ένα από τα σπουδαιότερα ποιητικά έργα του 20ου αιώνα. Στις «Ελεγείες» ο Ρίλκε αναλογίζεται τον σκοπό της ύπαρξης και του έργου του ποιητή ο οποίος βοηθάει στην συνύπαρξη τέχνης και ζωής, γι’ αυτόν η τέχνη περιέχει την ύστατη δημιουργική δύναμη του σύμπαντος. Επιπλέον αναρωτιέται πως είναι δυνατόν να επιβιώσει το ανθρώπινο γένος σ’ ένα κόσμο προοδευτικά απάνθρωπο. Στα ποιήματα αυτά αποδέχεται όλες τις όψεις της ζωής, γι’ αυτόν το «σκοτάδι» αποτελεί οργανικό κομμάτι του «φωτός».
«…Δες τα δέντρα υπάρχουν. Τα σπίτια όπου κατοικούμε
ακόμη στέκουν. Και μόνο εμείς όλα τα προσπερνούμε λες κι είμαστε
του αέρα ανταλλαγή. Όλα συμφώνησαν, λοιπόν, να μας αποσιωπήσουν
λιγάκι ίσως σαν ντροπή, λιγάκι σαν ανείπωτη ελπίδα…»
(«Η Δεύτερη Ελεγεία», μετ. Δημήτρης Γκότσης, Αρμός, 2000.)
Ο Ρίλκε γεννιέται στην Πράγα το 1875, την περίοδο που η χώρα αποτελεί τμήμα της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Μεγαλώνει σε ένα προβληματικό οικογενειακό περιβάλλον το οποίο δεν του προσφέρει τη δέουσα στοργή. Αν και η μητέρα του είναι αυτή που τον ενθαρρύνει ν’ ασχοληθεί με το διάβασμα και το γράψιμο, της επιρρίπτει ευθύνες για τα δύσκολα παιδικά του χρόνια. Ωστόσο ο Ρίλκε σπουδάζει και ταξιδεύει πολύ. Έζησε σε πολλά διαφορετικά μέρη πέραν της Πράγας. Το 1897 επισκέπτεται τη Βενετία όπου γνωρίζει τη συγγραφέα Λου Σαλομέ. Μαζί της και με τον σύζυγό της ταξιδεύει στο Βερολίνο, την Ιταλία και τη Ρωσία. Το 1900 στη Γερμανία γνωρίζει και παντρεύεται την γλύπτρια Γουέστχοφ. Ένα χρόνο αργότερα, θέλοντας να γράψει ένα βιβλίο για τον Ροντέν, πηγαίνει στο Παρίσι και γίνεται γραμματέας του γλύπτη. Από το 1910 και μετά ταξιδεύει διαρκώς από χώρα σε χώρα. Μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, το 1919, πραγματοποιεί μια περιοδεία στην Ελβετία δίνοντας διαλέξεις. Τελικώς διαμένει εκεί ως το θάνατό του στις 26 Δεκεμβρίου 1926. Επάνω στον τάφο του χαράχτηκαν οι εξής στίχοι που τους όρισε ο ίδιος ως τον επιτάφιό του:
«Ρόδο, ω αντίφαση αγνή, ηδονή,
κανενός ο ύπνος να μην είσαι κάτω από τόσα
Βλέφαρα».