Σαν σήμερα οι βάρβαροι Οθωμανοί παρέδιδαν βομβαρδισμένη την Ακρόπολη των Αθηνών, στους βαπτισμένους στα νάματα της βαρβαρικής ή μήπως βαυαρικής και φραγκικής παιδείας στρατιώτες και αξιωματικούς του Φραγκίσκου Μοροζίνι. Είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία, δεδομένης και της προ ολίγων ημερών Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, να μιλήσουμε για βαρβάρους και βαρβαρική θεολογία. Με τον όρο «βάρβαρος», οι Έλληνες εννοούσαν ως σημαίνον, αυτόν τον οποίο προέδιδε η προφορά του ως μη αυτόχθονα Έλληνα, αλλά και αυτόν τον οποίο εισήγαγε στον ελληνικό χώρο, ξένες ιεροπρακτικές και καινά δαιμόνια.
Επί της ουσίας, όμως, μετά την περσική εισβολή εννοούνταν πρώτιστα οι Πέρσες, ως ιερόσυλοι, αλλά και προσβολείς της φιλοξενίας. Κατέστρεψαν ναούς, όπως λ.χ. του Διδυμαίου Απόλλωνος στη Μίλητο (Ηρόδοτος, ΣΤ΄, Ερατώ, 19) το 498 π.Χ. Την ίδια τακτική συνέχισαν και αργότερα, κακή ώρα στην Φωκίδα αλλά και στους Δελφούς προς την ίδια, βέβαια, λατρεία (Ηρόδοτος, Η΄, Ουρανία, 33-35), ενώ έσφαξαν περί το 480 π.Χ. τους ικέτες της Ακροπόλεως, καίγοντας τον ναό και την ιερά ελαία (Ηρόδοτος, Η΄, Ουρανία, 53-55),. Ο Μαρδόνιος, βέβαια, αργότερα ολοκλήρωσε το βλάσφημο έργο του στην Αττική (Ηρόδοτος, Θ΄, Καλλιόπη, 13).
Με βάση τα παραπάνω, επί της ουσίας «βάρβαρος» ονομάσθηκε όχι τόσο ο μη Έλλην, όσο αυτός ο οποίος προσπαθούσε να φανεί αθέμιτα ως Έλλην και κυρίως αυτός ο οποίος είχε βλασφημήσει απέναντι στα ιερά έθη των Ελλήνων, καταστρέφοντας ναούς, εισβάλοντας σε άδυτα και χώρους μυημένων (οι Πέρσες είχαν εισβάλει σε καβείριο, Παυσανίας, Θ΄, Βοιωτικά, 25, 7), υφαρπάζοντας ιερά αντικείμενα (είχαν αρπάξει το ξόανο της Αρτέμιδος Βραυρώνος: Παυσανίας, Γ΄, Λακωνικά, 16, 8), παραβιάζοντας την φιλοξενία. Ο χαρακτηρισμός δίνονταν και σε Έλληνες οι οποίοι συμμάχησαν με τους Πέρσες (η κύρια πρόφαση για την οποία ρήτορες σαν τον Δημοσθένη ονόμαζαν «βαρβάρους» τους Μακεδόνες: Ηρόδοτος, Ε΄, Τερψιχόρη, 20-21). Τα παραπάνω είναι βασικός λόγος που ο όρος «βάρβαρος» ταυτίσθηκε με τους Πέρσες ως ιερόσυλους (Αισχύλου, Πέρσες, 255, 337, 434).
Με αυτήν την ερμηνεία χρησιμοποιήθηκε και εντάχθηκε ο όρος «βάρβαρος» στο περίφημο απολυτίκιο του Σταυρού, όπου και το τόσο παρεξηγημένο «κατά βαρβάρων δωρούμενος». Οι Πέρσες υπό τον Χοσρόη τον Β΄ είχαν υφαρπάξει το 614 τον Τίμιο Σταυρό, τον οποίο αφού νίκησε ο Ηράκλειος, επανέφερε σε χριστιανικά χέρια περί το 628. Φυσικά συχνά οι θιγέντες επί του τροπαρίου, είτε αντιδρούν από ιδεοληπτική κεκτημένη ταχύτητα και φθηνή ιδεοληπτική αλληλεγγύη, είτε από συνείδηση: γιατί στα χρόνια της αλήστου μνήμης σοβιετικής «λαϊκής δημοκρατίας», είχε εφαρμοσθεί έως και το γκρέμισμα δια δυναμίτη ιερών χώρων. Για όσους δεν θυμούνται, δεν γνωρίζουν ή για άλλους οι οποίοι μπορεί να διάβαζαν άλλα πράγματα, σε αυτές τις χώρες το θρησκευτικό δικαίωμα απλά απαγορεύονταν.
Ένας ιδιότυπος βαρβαρισμός, ασφαλώς, είναι και η προώθηση ή ο εξαναγκασμός σε αλλαξοπιστία, αλλά και αίρεση. Καλή ώρα ο Χοσρόης ο Β΄, ο οποίος πέραν της εμπλοκής του με τον Τίμιο Σταυρό, είχε συλήσει τα κειμήλια των χριστιανικών ναών, αλλά και εξανάγκαζε τους πιστούς, να ακολουθήσουν την αίρεση του νεστοριανισμού (Θεοφάνης, Χρονογραφία, PG 108, 653A). Φυσικά και πριν από αυτούς, η θεσπισμένη δια νόμων αντιπαλότητα χριστιανών και εθνικών, είναι ένα άλλο τεράστιο ζήτημα, προσφερόμενο για προπαγάνδα επιτηδείων, από όλες τις πλευρές. Να ναι καλά, οι μπλοκαρισμένοι από όλους τους χώρους, το ξανατονίζω.
Ας δούμε, όμως, τα παραπάνω, εφαρμοσμένα στην καθ΄ημάς ενδο-ορθόδοξη κρίση. Στην θεολογία της Εκκλησίας μας, συχνότατα παρατηρήθηκε, ειδικά με εφαλτήριο την λατινοκρατία, η εισαγωγή διαφόρων ξένων εθίμων. Μπορεί το filioque και ο παπισμός να συνιστά το λάβαρο της διαμάχης, αλλά δυτικά είναι και μια σειρά από ξενόφερτα στοιχεία, τα οποία όσοι σήμερα επικαλούνται την ορθόδοξη ομολογία, μια χαρά τα ανέχτηκαν στα πλαίσια της θεολογίας του κώτσου. Ευσεβισμός, πουριτανισμός, μυστάκιο και διδασκάλους, αφιερωμένες αδελφότητες με ακτιβιστική εν τω κόσμω δραστηριότητα, φιλοσοφία σέχτας. Είχαμε, βέβαια, ηρωοποίηση τουλάχιστον του εκάστοτε γέροντα, ο οποίος, τουλάχιστον ήταν χαρισματικός, ενώ καλλιεργήθηκ,ε εμμέσως πλην σαφώς, πολεμική, εναντίον του μοναχισμού. Πρακτικές, π.χ. όπως, η γονυκλισία εντός της Ευχαριστίας, εντελώς ρωμαιοκαθολική μιας κάποιας εποχής, δεν θεωρήθηκαν ποτέ, ως κήρυξη αίρεσης ασκεπώς. Ο αρχηγός της σέχτας – αδελφότητος, ήταν, περίπου, ως ο προφήτης του θεού επί της Γης.
Ανάργυρος και ηθικότατος ήταν π.χ. ο Φλωρίνης Αυγουστίνος. Κήρυκας όσο λίγοι, ενέπνευσε κόσμο και κόσμο να έρθει στην Εκκλησία. Αλλά και ηγήθηκε ή ανέχθηκε πολλά εκ των παραπάνω. Επίσης, παρότι οι ιστορίες με τα Παγκόσμια Συμβούλια Εκκλησιών ήταν σε πλήρη δραστηριότητα στα χρόνια του, αλλά και οι εγκύκλιοι οι οποίες αποκαλούσαν «Εκκλησίες» τους ετεροδόξους, παρότι κήρυττε ένθερμα τον αντιαιρετικό αγώνα, δεν τον θυμάμαι ως επίσκοπο να αποτοιχίσθηκε από την Σύνοδο ή τον Πατριάρχη. Ίσως και να κάνω λάθος, διορθώστε με. Πάντα είχε βέβαια, αντιπαπικό πνεύμα. Αλλά σε ποια παράδοση αποστολική διδάχθηκε οικοτροφεία αφιερωμένων, σε αντιδιαστολή με τις Μονές πραγματικών μοναχών; Πολύ περισσότερο να ηγηθεί μιας εξ αυτών; Θα μπορούσε να το επικαλεστεί κάποιος και να τον θέσει στο «ανάθεμα έστω;». Θα μπορούσε. Και μιας και έγινε λόγος περί αναθέματος. Με το ανάθεμα δεν αφήνεσαι στον σατανά, όπως άσχετα ειπώθηκε, αλλά στην κρίση του Θεού, αποκομμένος από την μυστηριακή και ενυπόστατη εκκλησιαστική ζωή. Είχαν προνοήσει οι Πατέρες, για άδικες καταδίκες.
Δεν με εκπλήσσει που πλέον τέτοια άτομα, μεγαλωμένα στα νάματα της ετερόδοξης αφιέρωσης, σηκώνουν το ορθόδοξο ανάθεμα κατά των μητροπολιτών, από συγκυρία, γιατί ανήκουν σε άλλη μητρόπολη, από αυτή που θα ήθελαν να ζουν. Φυσικά εφαρμόζοντας 2 μέτρα και 2 σταθμά. Όμως αυτά έχει η μη ριζοσπαστική ποιμαντική και η μεσοβέζικη αντιμετώπιση κρίσεων. Είναι, όμως, αλήθεια, πως η κρίση αυτή ανέδειξε και την προβληματική των Κανόνων της Εκκλησίας, λόγω άγνοιας ή λόγω μη εφαρμογής. Έτσι συχνά αγνοείται και ο ΙΕ΄ Κανών της Α΄ και Β΄ Συνόδου. Μπορεί ή δεν μπορεί να αποτειχισθεί τελικά κάποιος, από μη καταδικασθέντα τελεσίδικα επίσκοπο; Και τι εννοούνται σε αυτήν «Πατέρες», σε αντιδιαστολή από την Σύνοδο; Αμφιβάλω πόσοι έχουν ασχοληθεί.
Ας μην γελιόμαστε: το πρόβλημα είναι υπαρκτό και δεν λύνεται από πλευράς Εκκλησίας, με το να επικαλούνται ως πανάκεια, τα έγκυρα μυστήρια των μη καταδικασθέντων συνοδικά κληρικών. Από την άλλη, είναι άτοπο να επικαλούνται μερικοί, τα παραδείγματα των χ ή των ψ εκκλησιαστικών προσωπικοτήτων. Πρώτον γιατί η πράξη ακόμα και μιας αγιασμένης προσωπικότητας, αφορά προσωπική του επιλογή και όχι δεδικασμένο. Δεύτερον γιατί πολλά σχετικά παραδείγματα διακοπής μνημοσύνου, συνέβησαν πριν η Εκκλησία θεσπίσει κανονικά το έγκυρο των μυστηρίων, λειτουργών οι οποίοι δεν είχαν καταδικασθεί συνοδικά.
Εν πάσει περιπτώσει, ανεξάρτητα από το κατά πόσο εσφαλμένα ή όχι, ζηλωτές σηκώνουν το γάντι της αποτείχισης, δεν μπορούμε να κρύβουμε το πρόβλημα κάτω από το χαλί. Γιατί ακόμα και αν λες ότι επισήμως ο Πατριάρχης δεν αποδέχθηκε ποτέ τον Παπισμό ή δεν αρνήθηκε Οικουμενική Σύνοδο (πολλά μπορούν να λεχθούν εδώ), το να δέχεσαι το Βάπτισμα των ετεροδόξων και να επιτελείς μόνο χρίσμα (πράξη που γίνεται εδώ και πολλά χρόνια), αποτελεί έμμεση αποδοχή της εγκυρότητας των ιεροπραξιών τους, πλήρως εναρμονισμένη στην γραμμή της Β΄ Βατικανής Συνόδου. Όπου το Βάπτισμα των χριστιανικών ομολογιών οι οποίες δέχονται Αγία Τριάδα (όχι δηλαδή μορφώματα όπως οι χιλιαστές), έγινε δεκτό και από τους Καθολικούς. Όμως και Ευχαριστία δίχως επίσκοπο δεν νοείται. Άιντε με τους «πρωτοπόρους» της θεολογίας, τους οποίους μεταξύ άλλων θυμάμαι στην εκστρατεία υπέρ του «Όχι», γιατί το «Ναι» έλεγαν στο δημοψήφισμα ήταν το σχέδιο του Αντιχρίστου και της Νέας Τάξης.