(Συνέχεια από το πρώτο μέρος στο «Πτολεμαίο», φ. Παρασκευής 26-02-16)
«…τον άρτον ημών τον επιούσιον δός ημίν σήμερον·»: Το διαφιλονικούμενο χωρίο, διχάζει τους ερευνητές για το αν αναφέρεται στον καθημερινό άρτο ή την Ευχαριστία. Κατά τον Ωριγένη ο όρος δημιουργήθηκε συγγραφική αδεία των ευαγγελιστών, μη υπάρχων αυτούσιος στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Γενικά είναι πολύ ενδιαφέρουσα η ευχαριστιακή προσέγγιση του επιούσιου άρτου υπό του Ωριγένους στο έργο του «Περί Ευχής». Ενδιαφέρουσα είναι, επίσης, η ανάλογη διαπίστωση του Ιωάννου Ζηζιούλα, πως στην συνείδηση της αρχαίας Εκκλησίας, το αίτημα της παροχής του επιούσιου άρτου, συνδέονταν με την μέλλουσα Βασιλεία των Ουρανών (πρβλ. Ματθαίος 4:4). Δύσκολο, ομολογουμένως, χωρίο. Ο Χρυσόστομος αναφέρεται, πρώτιστα, στον εφήμερο άρτο, καθώς ισχυρίζεται πως οι άνθρωποι έχουν βιωτικές μέριμνες να επιτελέσουν, σε αντιδιαστολή με τους ουράνιους αγγέλους. Το συνδέει με βιβλικό χωρίο στο οποίο υπάρχει προτροπή, να μην μεριμνούμε (υπέρ του δέοντος) για τον αυριανό άρτο. Προσωπικά πιστεύουμε, πως έχουμε να κάνουμε με αμφότερα, τόσο τον τυπικό, όσο και τον ευχαριστιακό άρτο (πρβλ. «ουκ επ άρτω μόνω ζήσεται », Ματθαίος 4:4 και πολλά σχετικά άλλα χωρία). Ενδεχομένως και ως υπαινιγμός της ανάγκης για τυπικό άρτο, προς προσκομιδή του ως ανθρώπινου έργου και τίμιου δώρου στην Θεία Λειτουργία. Εν τέλει μπορεί να πρόκειται για μια, ακόμα, περίπτωση διττή, όπως τόσες άλλες βιβλικές, που η τυπική, πλην βάσιμη, ερμηνεία, αποτελεί σκιά της αλήθειας της Καινής Διαθήκης. Θέση την οποία, ούτως ή άλλως και ο Χρυσόστομος αποδέχεται αλλού.
«…και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών·»: Δεν είναι αβάσιμο το γεγονός, πως εξίσου ισχυρό έρεισμα με το καθαγιαστικό στοιχείο, ως προς την παρουσία της Κυριακής Προσευχής στην Ευχαριστία προ της μεταλήψεως, είναι η άφεση των αμαρτιών. Σε αμφότερες τις περικοπές όπου απαντά η Κυριακή Προσευχή, το κείμενο συνδέεται με μια επανάγνωση της παλαιοδιαθηκικής νομικής αρχής της ίσης ανταπόδοσης. Ως μέτρο για την άφεση των παραπτωμάτων μας, ο Χριστός αποκάλυψε την αντίστοιχη συμπεριφορά μας απέναντι στον πλησίοντα (Ματθαίος 7:2). Κάτι που ευχαριστιακά εξελίχθηκε σε προϋπόθεση μεταλήψεως: η ομολογιακή αλλά και αδελφική ειρήνη, ο λειτουργικός ασπασμός των αδελφών. Δεν μπορούμε να ατενίσουμε πρόσωπο προς τον Πατέρα, να μεταλάβουμε των αχράντων Μυστηρίων, όταν δεν έχουμε ομολογιακή ειρήνη και συγχώρεση προς τον πλησίοντα. Φυσικά και σε αυτό το σημείο, εικονίζεται και πάλι μια μέλλουσα κατάσταση, σε σχέση με τον χρόνο της παράδοσης της εν λόγω προσευχής. Έως και την Ανάσταση του Κυρίου, η άφεση των αμαρτιών, δεν ήταν στις δυνατότητες που ένας λειτουργός μπορούσε να επιτελέσει (πρβλ. Ματθαίος 9:2-3).
«…και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού.»: Στο συνέδριο ειπώθηκε από τον Γ. Φίλια, πως ειδικά αυτό το κομμάτι δεν έχει παρόμοιό του, στην παλαιοδιαθηκική παράδοση. Ωστόσο, η περίπτωση του ακραίου πειρασμού προς τον δίκαιο Ιώβ, συνιστά, μάλλον, ένα παράλληλο. Μια σπάνια αποκάλυψη για τον αόρατο πόλεμο που λαμβάνει χώρα, προς σωτηρία ή απώλεια του ανθρώπου (Ιώβ 1:10-12). Το «ρύσαι» πάλι, υπάρχει, τουλάχιστον, στο 50ο ψαλμό («ρύσαι με εξ αιμάτων, ο Θεός της σωτηρίας μου»). Μια άλλη ενδιαφέρουσα περίπτωση, καινοδιαθηκική, όμως, αποτελεί η αποκάλυψη της προστασίας, την οποία ο Κύριος παρείχε προς την ψυχή του Πέτρου (Λουκάς 22:31). Αναλύοντας ιδιαίτερα το θέμα των πειρασμών ο Μέγας Βασίλειος, κατέληξε στην προτροπή του να έχουμε ως δόγμα στις ψυχές μας, πως κανένα κακό δεν δημιουργείται από το Αγαθόν. Το σχετικό έργο του Βασιλείου, μάλλον, έχοντας στο νου, αναφωνεί και ο Χρυσόστομος για τον «πονηρό»: «ως πάντων αυτόν αίτιον τον κακών όντα». Στο σημείο αυτό, είναι χρήσιμο να γίνουν δύο παρατηρήσεις. Η πρώτη έχει να κάνει με το γεγονός, ότι ένας πειρασμός μπορεί να προέλθει, χωρίς καν να έχει αμαρτήσει ο πειραζόμενος, ούτε καν οι γονείς του (Ιωάννου 9:3). Η δεύτερη γίνεται υπό ευχαριστιακή οπτική. Ενδέχεται να σχετίζεται με τον κίνδυνο σκανδαλισμού του προσερχομένου ενώπιον του φρικτού μυστηρίου, όπου καλείται να μεταλάβει τον ενσαρκωμένο, παθόντα, ταφέντα και αναστάντα Χριστό (Α΄ Κορινθίους 1:23).
«…ότι σου εστίν η Βασιλεία και η δύναμις και η Δόξα εις τους αιώνας. Αμήν»: Για τον επίλογο της προσευχής, ειπώθηκε από τον Γ. Φίλια, πως πρόκειται για προσθήκη στο αυθεντικό κείμενο, προερχόμενο από την ευχή την λεγομένη του εμβολισμού. Θα εκφράσω, όμως, την επιφύλαξη, αφού το χωρίο αυτό και μάλιστα ερμηνευόμενο, υπάρχει στο έργο του Ιωάννου Χρυσοστόμου «Υπόμνημα εις τον Άγιον Ματθαίον τον Ευαγγελιστήν». Με το δεδομένο πως ως Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως είχε άμεση πρόσβαση στα πλέον επίσημα βιβλικά χειρόγραφα και το γεγονός πως εκοιμήθη το 407, μια τέτοια άποψη είναι επισφαλής. Αυτό συμβαίνει, καθώς θα πρέπει να τεκμηριώσουμε, πως, ήδη, στην αρχική Θεία Λειτουργία του 4ου αιώνα, υπήρχε αυτός ο στίχος, επηρεάζοντας τον βιβλικό στους αντιγραφείς των χειρογράφων. Πράγμα που είναι δύσκολο να εξακριβωθεί, απουσία ικανού αριθμού χειρογράφων καινοδιαθηκικών και λειτουργικών κωδίκων τόσο πρώιμης εποχής.
Γράφει ο Κόττης Κωνσταντίνος