Ο μέγας Κωνσταντίνος Φλάβιος Βαλέριος είδε το πρώτο φως στη Ναϊσσό (σημ. σερβική Νις) της βαλκανικής Άνω Μοισίας (27 Φεβρουαρίου του 272;). Ήταν λατινόφωνος και δεν μιλούσε ιδιαίτερα καλά τα ελληνικά. Ο πατέρας του Κωνστάντιος ο επικαλούμενος και «χλωρός», από το 293 διατελούσε μέλος της αυτοκρατορικής τετραρχίας, όντας καίσαρας στη δυτική ρωμαϊκή αυτοκρατορία υπό τον Αύγουστο Μαξιμιανό. Ο Κωνσταντίνος ήταν παιδί του από τον πρώτο του Γάμο με την Μικρασιάτισσα Ελένη από την Δρεπάνη της Βιθυνίας, κόρη ξενοδόχου. Για να γίνει αποδεκτός, όφειλε να έχει ως σύζυγο γόνο ευγενούς οικογενείας. Έτσι χώρισαν για να παντρευτεί με την Φλαβία-Μαξιμιανή-Θεοδώρα, κόρη ή θετή κόρη του Μαξιμιανού, περιώνυμου σφαγέα των Χριστιανών (303-5 μ.Χ.). Ο Κωνσταντίνος από το 293 και κατά την παράδοση της τετραρχίας, θήτευε ως όμηρος ουσιαστικά, στην εν Νικομήδεια αυλή του συντετράρχη και επίσης άλλου μετέπειτα σφαγέα των Χριστιανών Διοκλητιανού (303-5 μ.Χ.).
Γρήγορα διακρίθηκε για το ήθος και τις στρατιωτικές ικανότητές του. Η ομηρία του συνεχίστηκε στην αυλή, πλέον του γαμβρού του Γαλερίου. Ίσως γιατί μόνο στην περιοχή ευθύνης του πατέρα του, δεν εφαρμόσθηκε ο ρωμαϊκός διωγμός. Ο Γαλέριος, μάλιστα, φαίνεται πως συμμετείχε στην απόπειρα δολοφονίας του Κωνσταντίνου, αφού τον έριξαν στη αρένα της Νικομηδείας. Το έθιμο ήθελε τον ηγεμόνα να τα βάζει με ένα θηρίο χωρίς δόντια και νύχια και να υποστεί λιθοβολισμό από ψεύτικες πέτρες. Όμως η μονομαχία έγινε με κανονικές συνθήκες και πάραυτα ο Κωνσταντίνος επέζησε. Στον Κωνσταντίνο εδόθη ευνοϊκός δελφικός χρησμός για το μέλλον του. Στις 25 Ιουλίου του 306 ο πατέρας του πεθαίνει στο Eboracum (σημ. York) της Βρετανίας. Εκεί ο Κωνσταντίνος ανακηρύσσεται υπό του στρατεύματος Αύγουστος. Παράτυπα, όμως, ως Αύγουστοι τοποθετήθηκαν οι αντικανονικοί Σεβήρος και Μαξιμίνος. Ως καίσαρας, είχε στην επικράτειά του την Βρετανία, την Γαλλία, την Γερμανία και την Ισπανία. Έλαβε ως σύζυγο την Μινερβίνη, θυγατέρα του Ηρκουλίου Μαξιμιανού. Σταθεροποίησε στρατιωτικά και οικονομικά την περιοχή, με πρωτεύουσες διαδοχικά το Arles της Γαλλίας, την Αυγούστα των Τρεβήρων (σημ. Γερμανική Trier), ενώ συνδέθηκε και με την Κολωνία της Γερμανίας.
Τον Οκτώβριο του 306, η εξουδετέρωση του Σεβήρου υπο των Ηρκούλιου Μαξιμίνου και Μαξέντιου, επέφερε συμφωνία με τον Κωνσταντίνο και Γάμο του με την κόρη του Μαξιμίνου Φαύστα, αφού είχε χωρίσει εν τω μεταξύ, με την πρώτη σύζυγό του Μινερβίνα. Το 310 ο Μαξιμίνος εκστράτευσε εναντίον του υιού και χάνοντας προσέφυγε στο γαμβρό του Κωνσταντίνο. Παρότι τον δέχθηκε, στην πρώτη ευκαιρία εκστράτευσε και εναντίον του Κωνσταντίνου. Έχασε και αυτοκτόνησε. Το 311 πεθαίνει φρικτά ο Γαλέριος, ενώ ο Μαξέντιος γκρεμίζει τα αγάλματα του Κωνσταντίνου. Ο Κωνσταντίνος εκστράτευσε εναντίον του Μαξιμίνου των 190.000 ανδρών, έχοντας μία δύναμη μόλις 25.000 έως 100.000 ανδρών. Παραμονές της τελικής σύγκρουσης με τον Μαξέντιο στη γέφυρα Milvia του ποταμού Τίβερη, βιώνει ένα όραμα, το περίφημο «In hoc vinces» ή «Εν τούτω νίκα». Το αποκάλυψε χρόνια αργότερα με όρκους στον βιογράφο του Ευσέβιο Καισαρείας: Έλαβε χώρα ημέρα και μάρτυς ήταν και το ίδιο το στράτευμα. Είδε το χριστόγραμμα ΧΡ, ενώ χρηματίστηκε κατ΄ όναρ, όπου και έλαβε οδηγίες για μαζική κατασκευή του συμβόλου και τοποθέτηση του στις ασπίδες. Πολλοί μίλησαν για σκοπιμότητες με αστήρικτη επιχειρηματολογία. Οι Δυτικοί αλλά ειδικά το στράτευμα ήταν σε μεγάλο βαθμό εθνικό, ειδικά στη λατρεία του Μίθρα. Διωκτικά διατάγματα προηγουμένων ετών, είχαν συμβάλει αποφασιστικά σε αυτό, ενώ νόμοι τιμωρούσαν με ποινή θανάτου, χριστιανούς στις τάξεις του στρατού. Μόνο μια καθαρή μωρία ή μια θεία κλήση, θα οδηγούσε έναν επιτιθέμενο, στο να οδηγήσει χριστιανικά τους εθνικούς άνδρες του.
Ο Μαξέντιος υπέστη μεγάλη ήττα, ο Κωνσταντίνος εισήλθε θριαμβευτής στη Ρώμη. Στις 28 Οκτωβρίου, ο Μαξέντιος σκοτώθηκε σε γέφυρα-παγίδα, την οποία είχε στήσει για τον Κωνσταντίνο. Ο τελευταίος έλαβε αρνητικούς εθνικούς οιωνούς, αλλά κέρδισε τη μάχη με θετικό χριστιανικό όραμα. Η νίκη στην Μίλβια γέφυρα ήταν πέρα από κάθε λογική πρόβλεψη. Ως γεγονός δεν θα μπορούσε να είναι κατασκεύασμα χριστιανού βιογράφου. Το χριστόγραμμα έχει εντοπιστεί, ήδη από το ίδιο έτος, σε μετάλλια κ.α., απεταξάμενος τους πριν προστάτες του Άρη και Απόλλωνα. Από το 313 απήλλαξε τους κληρικούς από την στράτευση και την φορολογία. Πλέον είχαν απομείνει 2 Αύγουστοι. Ο Λικίνιος με την επίκληση στον Χριστό των στρατιωτών του, νίκησε τον Μαξιμίνο Δαΐα στη μάχη της Περίνθου (Ηράκλειας) στις 30 Απριλίου του 313. Η ετεροθαλής αδελφή του Κωνσταντίνου Κωνσταντία, δόθηκε στον Λικίνιο ως σύζυγος. Μαζί προχώρησαν στο διάταγμα / έδικτο του 312 περί ανεξιθρησκείας των Μεδιολάνων (σημ. Μιλάνο). Επί της ουσίας καταργήθηκαν οι διώξεις και οι ρατσιστικές απαγορεύσεις προς τους Χριστιανούς και το καθεστώς της υποχρεωτικής λατρείας προς την τοπική θεότητα και τον αυτοκράτορα. Ο Κωνσταντίνος απέσυρε τα αγάλματά του από τους Εθνικούς ναούς.
Ωστόσο το 316, ο αγνώμων Λικίνιος παρά την τυπική ανεξιθρησκία, ξεκίνησε έναν περιορισμένο διωγμό προς τους Χριστιανούς. Αρχικά συγκρούστηκαν στις 8 Οκτωβρίου του 316 στο Cibalae με τον Κωνσταντίνο να νικά. Το Νοέμβριο του 317 το σκηνικό επαναλήφθηκε, όμως χωρίς νικητή. Κάτι που οδήγησε σε συμφωνία ειρήνης. Το 320 ο Κωνσταντίνος απαγόρευσε την τέλεση εθνικών ή μαγικών τελετών σε ιδιωτικούς χώρους. Δύο χρόνια μετά, το 322, ο Λικίνιος κήρυξε και πάλι διωγμό κατά τον Χριστιανών. Οδηγήθηκε, σε πόλεμο θρησκευτικό εναντίον των Χριστιανών. Στο πλευρό του είχε Γότθους, γνωστούς για το ανθελληνικό τους μένος. Ο Κωνσταντίνος έχοντας μια δύναμη 130.000 και απέναντί του ένα υπέρτερο στρατό 165.000, στη μάχη της Αδριανουπόλεως στις 3 Ιουλίου 324. Ύστερα από αυτή την έκβαση οχυρώθηκε στο Βυζάντιο (την μετέπειτα Κωνσταντινούπολη). Λόγω της υπεροπλίας του σε πλοία, ο Κωνσταντίνος δεν μπορούσε να αποκλείσει την Πόλη. Όμως τρικυμία κατέστρεψε 130 από τα πλοία του και έπνιξε 5000 ναύτες. Στην τελική, ίσως να ήταν και η κρίσιμη καμπή η οποία ώθησε τον Κωνσταντίνο να μεταφέρει την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας στο Βυζάντιο. Εν συνεχεία τον νίκησε στη Χρυσούπολη και εν τέλει τον ανάγκασε σε παράδοση στη Χαλκηδόνα. Τον επόμενο χρόνο, όμως, το 325 και παρότι σε κατ΄οίκον περιορισμό στη Θεσσαλονίκη επιχείρησε να οργανωθεί και πάλι εναντίον του. Η Σύγκλητος τον καταδίκασε σε θάνατο. Ο Λικίνιος, που λόγω της συζύγου του και αδελφής του Κωνσταντίνου γλύτωνε, εκτελέσθηκε μαζί με τον υιό του Λικινιανό και τον Σέξτο Μαρτινιανό. Ως μονάρχης, πλέον, εξέδωσε διατάξεις που αφορούσαν αποζημιώσεις προς τον πληττόμενους από τους διωγμούς Χριστιανούς. Ωστόσο ανανέωσε την απαγόρευση κατοίκησης των Εβραίων στα Ιεροσόλυμα. Μια νέα εποχή ανέτειλε.
konstantinosoa@yahoo.gr