Μου ‘λεγε μια γιαγιά μου: “Ο καλός άνθρωπος, στη στεναχώρια σου φαίνεται”. Μου φάνηκε λογικό, ευκολονόητο. Το αποδέχτηκα.
Κάποτε, το μετέφερα στην άλλη μου γιαγιά. Με κοίταξε καλά και μου είπε: “Λάθος. Ο καλός άνθρωπος στη χαρά σου φαίνεται”.
“Γιατί;” τη ρώτησα.
“Γιατί, αν χαίρεται με τη χαρά σου, σημαίνει πως δε σε ζηλεύει. Χαίρεται όταν είσαι ευτυχής”.
Μετά γέρασα. Οι δύο γιαγιάδες μου συγχωρέθηκαν, προ πολλού.
Έπρεπε να έρθουν γεγονότα, όπως τα τελευταία, του Κορωνοϊού, ή αυτά της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, για να καταλάβω ποιος είν’ κακός άνθρωπος.
Οι καλοσυνάτες γιαγιάδες μου με φύλαγαν απ’ τα άσχημα και δεν μου εξηγούσαν ποιος είν’ κακός. Είχαν βαλθεί να μου εξηγούν ποιος είν’ καλός.
Αργότερα, κατάλαβα πως κακός είναι όποιος δεν έχει ίχνος ενσυναίσθησης. Δεν λογαριάζει αν η αντικοινωνική του συμπεριφορά συμβάλλει να πεθαίνουν πάνω-κάτω 80 άτομα στην Ελλάδα την ημέρα. Για να μη ζοριστεί, ασπάζεται βολικές θεωρίες συνομωσίας, ή περί ανυπαρξίας του Κορωνοϊού, ή περί πολιτικής ευθύνης του αντίπαλου κόμματος από αυτό που ψηφίζει.
Ο κακός, κάνει πως δεν βλέπει τις σωρούς των νεκρών, αμάχων, Ουκρανών ανδρών, γυναικών και, κυρίως, παιδιών μέσα στις σακούλες σκουπιδιών, στα υπόγεια, στους δρόμους των ερειπωμένων ουκρανικών πόλεων. Μιλάει για το δίκιο του εισβολέα. Το άδικο των δυτικών. Το γινάτι του Ζελένσκι. Τα λάθη διαχείρισης του πολιτικού του αντιπάλου. Για παράδειγμα του Μητσοτάκη. Λες και επειδή κυβερνάει ο Μητσοτάκης, μπήκαν στην Ουκρανία τα Ρωσικά στρατεύματα. Και για να έρθουν στο τσεκίρ κέφι, εξαίρουν τσάρους, σουλτάνους, Τσετσένους, Βασιβουζούκους. Γενικά, όποιους προλαβαίνουν απ’ τους εχθρούς των εχθρών τους.
Άχ, καλές μου γιαγιάδες. Δε θέλατε να μου μιλάτε για τα άσχημα. Θέλατε να μου λέτε ποιος είν’ καλός. Έπρεπε να μου λέτε ποιος είν’ κακός. Θα το καταλάβαινα, κι ας ήμουν μικρός.
Πώς μου λέγατε: ” μην καπνίζεις. Το τσιγάρο κάνει κακό”; Δε μου λέγατε: “Αν δεν καπνίσεις, θα κάνεις στον εαυτό σου καλό”. Έπρεπε πιο ξεκάθαρα, κι ας ήταν άσχημα.