Με ένα λαμπρό εορταστικό τριήμερο γιορτάστηκε η μνήμη της Οσίας Παρασκευής της Επιβατινής στον Ιερό Ναό Αγίου Στεφάνου Πτολεμαΐδας από 13 έως 15 Οκτωβρίου 2023.
Ο εορτασμός ξεκίνησε με αγρυπνία την παραμονή της κοιμήσεως της Οσίας Παρασκευής, Παρασκευή 13 Οκτωβρίου 2023. Ο Αρχιμανδρίτης Πατέρας Τιμόθεος μίλησε για το βίο της Οσίας και μετέφερε τις αφηγήσεις των προσφύγων που έφεραν τη θαυματουργή της εικόνα και πως λειτουργήθηκε για τελευταία φορά στην πατρίδα της. Με θαυματουργικό τρόπο η Οσία εμπόδιζε το απόπλου των καραβιών. Έτσι οι κάτοικοι κατέβασαν τα ιερά σκεύη από το καράβι, τελέστηκε Θεία Λειτουργία προς τιμή της και μετά ταξίδεψαν για τη νέα πατρίδα φέρνοντας την εικόνα με τα ιερά εκκλησιαστικά κειμήλια. Η πολύτιμη εκκλησιαστική περιουσία από τις αλησμόνητες πατρίδες φυλάσσονται σε περίοπτη θέση του Ιερού Ναού Αγίου Στεφάνου Πτολεμαΐδας. Το Σάββατο, 14 Οκτωβρίου 2023 στις 19:00 τέλεστηκε ο Μέγας Πολύ-ιερατικός Εσπερινός χοροστατούντος του Δεσπότη Δαμασκηνού Γκαγκανιάρα και πλήθος Ιερέων. Ακολούθησε Αρτοκλασία, Λιτανεία με περιφορά της Ιεράς εικόνας της Οσίας Παρασκευής της Επιβατινής και των Ιερών Λειψάνων της ύστερα από τρία χρόνια λόγω περιοριστικών μέτρων της πανδημίας. Την Κυριακή 15 Οκτωβρίου τελέστηκε Πανηγυρική Θεία Λειτουργία και το απόγευμα το Μυστήριο του Ιερού Ευχελαίου. Ο Αρχιμανδρίτης Πατέρας Τιμόθεος πριν το σταύρωμα των πιστών προέτρεψε να μιμηθούν το βίο της Οσίας Παρασκευής ακολουθώντας τα βήματά της και να αποκτήσουν παράστημα πνευματικό.
Μετά την σταύρωμα των πιστών ακολούθησε το παραδοσιακό κέρασμα στο εκκλησίασμα με εδέσματα φτιαγμένα από τις κυρίες της Ενορίας του Αγίου Στεφάνου και Οσίας Παρασκευής της Επιβατινής. Πολλά τα έτη, τις Πρεσβείες της Οσίας να έχουμε!
Μάγκου Νατάσα
γυμνάστρια
Βιογραφία
ΒΙΟΣ
Ἡ Ὁσία γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ἐπιβάται τῆς Θράκης κατὰ τὸ 1023. Ἀπὸ μικρὴ ἀγαποῦσε τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν ἐλεημοσύνη, γιὰ αὐτὸ μοίραζε κρυφὰ ῥοῦχα καὶ τὸ φαγητό της ἀκόμη στὰ πτωχὰ παιδιὰ τοῦ δρόμου.
Σὲ ἡλικία 15 ἐτῶν ἐγκατέλειψε κρυφὰ τὸ πατρικό της σπίτι, ἦλθε στὴν Μικρὰ Ασία, καὶ ἀσκήτευσε ἐπὶ πέντε χρόνια μὲ σκληρὴ ἄσκησι σὲ μία ἐκκλησία τῆς Παναγίας, στὴν Ἡράκλεια τοῦ Πόντου. Κατόπιν ἐπῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα, προσκύνησε τὸν Πανάγιο Τάφο, καὶ ὅλα τὰ ἱερὰ Προσκυνήματα. Τελευταῖα ἐκοινοβίασε σὲ ἕνα γυναικεῖο μοναστήρι εὑρισκόμενο στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου, ὅπου καὶ παρέμεινε μέχρι τὰ 25 χρόνια της, κάνοντας τὴν πιὸ μεγάλη μοναχικὴ ἄσκησι.
Στὴν ἡλικία αὐτὴ λοιπόν, μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα της. Κατόπιν, μετὰ ἀπὸ πολλοὺς κινδύνους καὶ δυσκολίες, ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολι γιὰ νὰ προσκυνήσῃ καὶ ἐκεῖ ὅλους τοὺς Ἁγίους Τόπους. Κατόπιν ἐγκαταστάθηκε στὸν ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ποὺ εὑρισκόταν στὸ χωριὸ Καλλικράτεια πλησίον τῆς θαλάσσης. Ἐκεῖ ἀγωνίσθηκε ἀκόμη δύο χρόνια καὶ ἀφοῦ στόλισε τὴν ψυχή της μὲ κάθε εἴδους ἀρετές, προσκλήθηκε ἀπὸ τὸν Νυμφίο τῆς ψυχῆς της Χριστό, γιὰ τὶς αἰώνιες μονές. Οἱ χριστιανοὶ τοῦ χωριοῦ ἔθαψαν τὸ σκήνωμά της πλησίον τοῦ ναοῦ καὶ κοντὰ στὴν θάλασσα.
ΤΟ ΑΓΙΟ ΛΕΙΨΑΝΟ
Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια συνέβη τὸ ἑξῆς γεγονός: Τὰ κύματα τῆς θαλάσσης ἐξέβρασαν στὴν παραλία τὸ πτῶμα ἑνὸς ναυτικοῦ καὶ οἱ ἐντόπιοι τὸ ἔθαψαν δίπλα στὸν τάφο τῆς Ἁγίας. Ἐπειδὴ αὐτὸς ἦταν ἀκάθαρτος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ γεμάτος ἁμαρτίες, ἡ Ὁσία δὲν ἀνεχόταν τὸ σῶμά του πλησίον στὸ δικό της. Ἐμφανίσθηκε λοιπὸν σὲ ἕναν ἅγιο γέροντα τρεῖς φορὲς στὸ ὄνειρό του καὶ τοῦ εἶπε νὰ ξεθάψῃ τὸ ἁμαρτωλὸ αὐτὸ σῶμα καὶ νὰ τὸ τοποθετήσῃ σὲ ἄλλο μέρος. Τοῦ ἀπεκάλυψε ἀκόμα καὶ τὸ μέρος ποὺ εὑρισκόταν ὁ δικός της τάφος μὲ τὸ πανίερο καὶ ἄφθαρτο λείψανό της. Ἔκανε ὁ ὅσιος ἐκεῖνος ἀσκητής, ὅπως τοῦ ὑπέδειξε ἡ Ἁγία. Εὑρῆκε καὶ τὸ λείψανό της ἄφθαρτο καὶ εὐωδιάζον. Τότε ὁ λαὸς μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν ἱερὸ κλῆρο μετέφεραν τὸ λείψανο στὸν ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων μὲ μεγάλες τιμὲς καὶ ψαλμωδίες.
Ἀργότερα, κατὰ τὴν περίοδο ἐκχριστιανίσεως τῶν Βουλγάρων ἐπὶ βασιλέων αὐτῶν Πέτρου καὶ Ἰωάννου Ἀσάν (1290-1310), οἱ βυζαντινοὶ αὐτοκράτορες ἐδώρισαν σὲ αὐτοὺς τὸ ἱερό της λείψανο, ὡς ἕνα σημεῖο φιλίας καὶ ἑνότητος στὴν ὀρθόδοξο πίστι. Κατόπιν ἀπὸ τὸ Τύρνοβο, πρωτεύουσα τότε τῆς Βουγαρίας, τὸ ἱερὸ λείψανο δόθηκε στὸν σουλτάνο τῶν τούρκων Βαγιαζήτ, ἐνῶ αὐτὸς τὸ ἔδωσε στοὺς Σέρβους, κατὰ τὴν ἦττα τῶν Βουλγάρων τὸ 1393. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ, ὅταν ὁ Μουρὰτ ὁ Β´ κατέλαβε ὅλη τὴν χερσόνησο τοῦ Ἰλλυρικοῦ, τὸ ἔδωσε ἀντὶ πολλῶν χρημάτων στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Τὸ ἔτος 1640, ἐπειδὴ τὸ Πατριαρχεῖο εἶχε τεράστιο χρέος ἀπέναντι τῆς τουρκικῆς Ὑψηλῆς Πύλης, εὑρῆκε ὡς σωτηρία καὶ εὐεργέτη τὸν ἡγεμόνα τῆς Μολδαβίας Βασίλειο Λούπου. Αὐτὸς ὁ ἡγεμὼν ἐπλήρωσε στοὺς Τούρκους χάριν τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας 2.000.000 ἄσπρα γιὰ τὸ πρῶτο χρέος της καὶ 48.000 γιὰ τὸ δεύτερο. Ὁ Πατριάρχης Παρθένιος ὡς ἀντάλλαγμα, λόγῳ τῆς μεγάλης εὐγνωμοσύνης του πρὸς τὸν ἡγεμόνα καὶ ὡς εὐλογία τοῦ ἐχάρισε κατόπιν συνοδικῆς ἀποφάσεως τὸ λείψανο τῆς Ὁσίας Παρασκευῆς γιὰ τὴν Ἐκκλησία τῆς Μολδαβίας. Ὁ ἴδιος ὁ ἡγεμὼν ἐξώδευσε, γιὰ τὶς ἐκδηλώσεις τῆς μετακομιδῆς τοῦ Λειψάνου στὴν πατρίδα του, τὸ ποσὸν τῶν 468.000 ἄσπρων ἀπὸ τὸ θησαυροφυλάκιό του.
Τὸ ἱερὸ λείψανο τοποθετήθηκε στὴν ὡραία ἐκκλησία τοῦ μοναστηριοῦ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Ἰασίου, τὸ ὁποῖο ἐκτίσθηκε τότε μὲ σκαλιστὰ μάρμαρα καὶ πολλὰ ἔξοδα. Παρέμεινε ἐκεῖ ἡ Ὁσία 250 χρόνια, στὸ δεξιὸ μέρος τοῦ ναοῦ, ὅπου ἐγένοντο ἀναρίθμητα θαύματα. Στὶς 27 Δεκεμβρίου 1888 μεταφέρθηκε τὸ λείψανο στὴν νέα καθεδρικὴ μητροπολιτικὴ ἐκκλησία ποὺ τιμᾶται στὴν μνήμη της. Ἡ μετακομιδὴ αὐτὴ ἔγινε ὅταν μητροπολίτης ἦταν ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ Νανιέσκου, ὁ ὁποῖος καὶ ἀποτελείωσε τὴν κατασκευὴ αὐτοῦ τοῦ περικαλλοῦς ναοῦ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Ἔκτοτε παραμένει ἐκεῖ τὸ λείψανο τῆς Ἁγίας ἐντὸς ἀργυρᾶς θήκης, τὴν ὁποία ἐχάρισε ὁ Μητροπολίτης Ἰωσήφ.
Εἶναι ἡ λαοφιλέστερη Ἁγία τῆς Ῥουμανίας σήμερα καὶ ἔρχονται προσκυνηταὶ ἀπὸ ὅλη τὴν χώραν, ὡς καὶ ἀπὸ τὶς γειτονικές. Μοναχές, μητέρες, φοιτήτριες, μαθήτριεςς σὲ κάθε δυσκολία τους προστρέχουν στὸ ἱερό της λείψανο. Καὶ ἡ Ἁγία ἀνταποκρίνεται περισσά, στὶς δεήσεις τῶν προσερχομένων πιστῶν, ἐπιτελώντας συχνὰ θαύματα καὶ ἐνισχύοντας ἔτσι τὴν πίστι τοῦ εὐσεβοῦς ῥουμανικοῦ λαοῦ.
Εἶναι ἰδιαίτερα τιμητικὸ γιὰ τοὺς Ἕλληνας, διότι ἡ Ὁσία εἶναι ἑλληνίδα στὴν καταγωγή.
Πηγή: Δαμασκηνοῦ Μοναχοῦ Γρηγοριάτου: Ὁδοιπορικὸ τῆς Ὀρθοδόξου Ῥουμανικῆς Ἐκκλησίας, Ἄθως, 1986