Aρκετοί στη χώρα μας αναζητούν τον Έλληνα Μακρόν. Οι διαφορές, όμως, ανάμεσα στην προεδρική και την προεδρευομένη Δημοκρατία καθιστούν δύσκολες τις αναλογίες, γι΄αυτό θα ήταν πιο εύκολο να αναζητήσουμε τον αντίστοιχο Μακρόν σε μια χώρα με παρεμφερές σύστημα. Ο Αμερικανός Μακρόν για παράδειγμα είναι χωρίς αμφιβολία ο Ντόναλντ Τραμπ.
Θα σπεύσει κάποιος να αντιτείνει, ότι οι δύο πολιτικοί εκπροσωπούν δύο διαφορετικούς κόσμους, ότι ο Τραμπ είναι λαϊκιστής, ενώ ο Μακρόν μεταρρυθμιστής, ότι ο ένας είναι δεξιός και ο άλλος κεντρώος, ότι ο πρώτος είναι ρωσόφιλος, ενώ ο δεύτερος όχι. Το βασικό χαρακτηριστικό αμφοτέρων, όμως, είναι ότι κατήλθαν στην εκλογική μάχη ως εξωσυστημικοί και κατόρθωσαν να εκλεγούν.
Έχουμε να κάνουμε με δύο υποψηφίους που εξελέγησαν σε προεδρικές εκλογές, χωρίς να έχουν διεκδικήσει άλλο αιρετό αξίωμα στο παρελθόν και χωρίς να προέρχονται από τις Ένοπλες Δυνάμεις (όπως ο Αϊζενχάουερ ή ο Ντε Γκωλ), κάτι πρωτοφανές τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στην Γαλλία. Ξεκίνησαν ως outsiders για να κυριαρχήσουν στον χώρο τους. Ο μεν Τραμπ παίρνοντας το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, ο δε Μακρόν ξεπερνώντας τον Φιγιόν, ώστε να είναι ο μοναδικός φιλοευρωπαίος υποψήφιος στον β’ γύρο της προεδρικής εκλογής.
Αντιμετώπισαν και οι δύο γυναίκες υποψήφιες που έφεραν πολιτικό επίθετο, ενώ αμφότερες είχαν ξαναδιεκδικήσει το προεδρικό αξίωμα με μικρότερη επιτυχία. Επίσης, τόσο η Χίλαρι Κλίντον, όσο και η Μαρίν Λεπέν είχαν εξουδετερώσει προηγουμένως τους εξωσυστημικούς ανθυποψηφίους στον δικό τους χώρο, η πρώτη τον Μπέρνι Σάντερς και η δεύτερη τον Ζαν Λυκ Μελανσόν. Ένα κοινό χαρακτηριστικό ανάμεσα στον Πρόεδρο Τραμπ και στον Πρόεδρο Μακρόν είναι η αισιοδοξία που εξέπεμψαν σε σχέση τις αντιπάλους τους, ο πρώτος με την υπόσχεση του να κάνει την Αμερική και πάλι μεγάλη και ο δεύτερος να αλλάξει την Ευρώπη.
Όσοι, λοιπόν, αναζητούν τον Έλληνα Μακρόν, πρέπει να διευκρινίσουν αν αναζητούν αυτόν που ταυτίζεται μαζί τους σε προγραμματικές θέσεις, έστω και αν οι ανάγκες της χώρας του είναι διαφορετικές από της Ελλάδας ή αν αναζητούν κάποιον που πολιτεύτηκε επιτυχώς, αξιοποιώντας τη αντισυστημική του αφετηρία.
Οι Γάλλοι εκλογείς πάντως, σύμφωνα με τα ευρήματα των ερευνών δεν ψήφισαν τον Μακρόν για τις πολιτικές του θέσεις, ούτε για την προσωπικότητα του, αλλά γιατί πίστεψαν ότι μπορεί να εκφράσει την ανανέωση και γιατί μπορεί να κερδίσει τη Λεπέν. Ο Γάλλος Πρόεδρος ακολούθησε τον ιδανικό δρόμο για να προσεγγίσει ένα κοινό σαν αυτό που διεκδίκησαν οι Podemos και οι Ciudadanos στην Ισπανία ή τα 5 Αστέρια στην Ιταλία. Στο γαλλικό σύστημα, αυτό του ήταν αρκετό για να περάσει στο β’ γύρο. Αντίθετα, στο αμερικανικό ομοσπονδιακό σύστημα ο ιδανικός δρόμος για τον Τραμπ ήταν το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, καθώς χωρίς στήριξη είναι αδύνατο να εκλεγείς, ενώ οι Δημοκρατικοί έχουν να πετύχουν τρίτη συνεχή νίκη σε προεδρικές εκλογές από την εποχή του Ρούζβελτ.
Δεν ισχύει, λοιπόν, ότι τα κόμματα έχουν χάσει τη σημασία τους, ούτε στις ΗΠΑ, ούτε στη Γαλλία. Αν κάτι αποδείχθηκε στους πρώτους μήνες της Προεδρίας Τραμπ, είναι ότι μπόρεσε να υλοποιήσει μόνο τις δεσμεύσεις του εκείνες, που βρίσκονταν στην ατζέντα των Ρεπουμπλικάνων του Κογκρέσου. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού η δυνατότητα του Μακρόν να εφαρμόσει τις δεσμεύσεις του θα κριθεί από τις προσεχείς βουλευτικές εκλογές και την επίδοση του νεοσύστατου κόμματός του.
Όσο λοιπόν κάποιοι αναζητούν τον Έλληνα Μακρόν ή τον Έλληνα Τραμπ (και ας μην το λένε) ας θυμούνται ότι μπορεί σε αυτή τη συγκυρία να ευνοείται η “εξωσυστημικότητα”, αλλά κάθε χώρα έχει διαφορετικό σύστημα, άρα και διαφορετικούς συστημικούς και εξωσυστημικούς. Και σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται ένα ισχυρό πολιτικό κόμμα που να στηρίζει τις πολιτικές πρωτοβουλίες.