Ο θαυματουργός Άγιος Νεκτάριος που το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος, ανακηρύχθηκε επίσημα Άγιος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 1961, σαράντα χρόνια μετά το θάνατο του.
Από πολύ μικρό παιδί η ψυχή του επιθυμούσε να διδάξει το Λόγο του Θεού. Είχε γεννηθεί με το χάρισμα της αγιότητος. Η ζωή του ήταν πολύ σκληρή. Αλλά κάθε εμπόδιο αυτή η άγια ψυχή το αντιμετώπιζε με πραότητα και το άφηνε στο θέλημα του Υψίστου. Πείνασε, ταλαιπωρήθηκε, ταπεινώθηκε. Έφθασε στο αξίωμα του Μητροπολίτη και κατέληξε ένας φτωχός μοναχός στην Αίγινα, ένας άνθρωπος που δεν είχε χρήματα ποτέ και νοσηλεύτηκε σ’ ένα κρεβάτι του Αρεταίειου Νοσοκομείου ανάμεσα στους απόρους, όπου άφησε την τελευταία του πνοή το βράδυ της γιορτής των Αρχαγγέλων στις 8 του Νοέμβρη του 1920. Αυτός όμως ο ταλαιπωρημένος μοναχός υπήρξε και ήταν ένας Άγιος θαυματουργός. Ένας σύγχρονος Άγιος που έζησε τον 19ο και 20ο αιώνα και έγινε ελπίδα και στήριγμα σε πονεμένες ψυχές. Φόρεσε το φωτοστέφανο της αγιοσύνης. Λατρεύτηκε και λατρεύεται.
Όσο τον ταπείνωναν οι άνθρωποι, τόσο αύξανε η αγιοσύνη μέσα του. Τόσο περισσότερα θαύματα έκανε κα εξακολουθεί να κάνει ο Άγιος αυτός που το σκήνωμα του επί δώδεκα χρόνια έμεινε αναλλοίωτο και ευωδίαζε.
Υπάρχουν γι’ αυτό επίσημες ιατρικές μαρτυρίες, κατά την ανακομιδή του σκηνώματος του.
Ο Άγιος Νεκτάριος γεννήθηκε το 1846 στη Σηλυβρία της Θράκης από φτωχούς γονείς. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στην πατρίδα του, αλλά διψούσε να γίνει θεολόγος κήρυκας του Ευαγγελίου. Σε ηλικία 14 χρονών πήγε στη Κων/πολη, δούλεψε σ’ ένα καπνεργοστάσιο ενός συγγενούς του που δεν τον πλήρωνε. Κυκλοφορούσε νηστικός και κουρελιασμένος αλλά η ψυχή του έλαμπε από καλοσύνη και τα λόγια του Χριστού τον κρατούσαν συντροφιά τις νύχτες που διάβαζε με το λυχνάρι.
Με πολλές στερήσεις κατόρθωσε να φθάσει στους Αγίους Τόπους. Εκεί τον προσλάβανε σαν παιδονόμο στο μετόχι του Παναγίου Τάφου. Δίδασκε στις κατώτερες τάξεις, αλλά ο ίδιος διδασκόταν μαθήματα των ανώτερων τάξεων. Στα είκοσι χρόνια πήγε στη Χίο και διορίστηκε δάσκαλος στο χωριό Λιθί. Ο πόθος του για να καταστεί κάποτε κήρυκας του Ευαγγελίου τον οδήγησε στη Νέα Μονή Χίου όπου έγινε μοναχός. Ο Μητροπολίτης Χίου εξετίμησε κι αυτή τη διαγωγή του τον χειροτόνησε διάκονο το 1877 στο ναό του Αγίου Μηνά της Χίου. Τον ονόμασε Νεκτάριο. Αργότερα έγινε Μητροπολίτης.
Ο σημερινός σκοπός του δημοσιεύματος δεν είναι να αφοσιωθούμε εξ ολοκλήρου στον Άγιο Νεκτάριο, αλλά να διαπιστώσουμε την αγάπη του προς τη νέα γενιά. Στο τέλος του 19ου αιώνα ο Άγιος Νεκτάριος σαν ιεροκήρυκας στην περιοχή Φθιώτιδας εκφώνησε έναν υπέροχο λόγο στο Γυμνάσιο Λαμίας την 8η Νοεμβρίου 1893. Ο λόγος αυτός αργότερα ο Άγιος τον εξέδωσε απευθυνόμενος στους νέους της εποχής εκείνης έχει όμως εξαιρετικό ενδιαφέρον και για τη σημερινή νεότητα. Το θέμα της ομιλίας ήταν «Η κλήση των εφήβων από την κοινωνία».
Στον πρόλογο του χρησιμοποιεί τέσσερα πολύ χαρακτηριστικά και ουσιώδη ρήματα. Λέγει στους μαθητές ότι θα σας υπομνήσω όσα καλώς διδαχθήκατε, σας προτρέπω να τηρήσετε τα καλώς διδαχθέντα, σας ενθαρρύνω προς τους πνευματικούς αγώνες και σας ενισχύω το φρόνημα γα τη άσκηση της αρετής. Στη συνέχεια δικαιολογεί γατί κάμνει αυτή την ομιλία. Θεώρησα καθήκον μου και επείγον όσα επείγοντα και σπουδαία τελεί η εφηβική ηλικία.
Χαρακτηρίζει την εφηβική ηλικία, σαν την πιο σπουδαία απ’ όλες τις ηλικίες, «διότι οίος τις; κατ’ αυτήν αναδειχθεί, τοιούτος και τον βίον διανύει». Επομένως συνέχισε ο ομιλητής χρειάζεται ένας αγώνας επιμέλειας και φροντίδας στην ηλικία αυτή, με σκοπό να αποκτήσει την αρετή, να γεμίσει με θεάρεστα έργα.
Δεν περιφρονεί καθόλου το νεαρό της ηλικίας, αλλά τουναντίον τους δημιουργεί το αίσθημα ευθύνης για το μέλλον της Πατρίδας.
Τονίζει χαρακτηριστικά. Ιδού εσείς μετ’ ολίγον άνδρες τέλειοι, στα χέρια σας το Έθνος θα παραδώσει πάντα τα κειμήλια, τις δυνάμεις, το στόλο, το στρατό, τα αξιώματα, την παιδεία, τις επιστήμες, τις τέχνες, τον πλούτο τη δόξα την ευημερία του Έθνους και το μεγαλείο του. Ιδού μετ ολίγον η διοίκηση του Κράτους, εξουσία, η Βουλή, τα δικαστήρια η εκκλησία, οι ιεροί άμβωνες και όλες οι λειτουργίες της πολιτείας θα παραδοθούν στα χέρια σας.
Την προτροπή του αυτή για την απόκτηση αρετών δεν την αφήνει μετέωρη. Θέλει να βοηθήσει ειλικρινά τους εφήβους στο δύσκολο αυτό αγώνα. Λέγει επίσης στους εφήβους να βαδίζουν ακλινώς την οδό της αρετής και να την αγαπήσουν.
Και όπως όλοι οι Μεγάλοι Πατέρες της εκκλησίας έτσι και ο Άγιος Νεκτάριος αρχίζει από την αυτογνωσία. Είναι το πρώτο χρέος, ανάγκη να γνωρίζουμε εαυτούς. Μόνο με θεμέλιο την αυτογνωσία μπορεί κανείς και την ψυχική υγεία να βρει, αλλά και να αποκτήσει τις αρετές, να φθάσει στη Θεογνωσία και την ετερογνωσία. Θεωρεί τη γνώση του εαυτού του, σαν τον αληθινό οδηγό προς την αρετή.
Και επεξηγεί: όταν ο άνθρωπος γνωρίσει τον εαυτό του θα γνωρίσει ότι είναι ον λογικό, νοερό, αυτεξούσιο, επομένως είναι ον θρησκευτικό, κοινωνικό, ηθικό, ελεύθερο, Θείου νου και πνευματικά αθάνατο.
Όταν πράττει και ενεργεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις του πνεύματος, τότε το θρησκευτικό διδάσκει «φοβείσθε τον Θεό», το κοινωνικό υποστηρίζει τις κοινωνίες, το ηθικό να τηρεί τους Θείους και ανθρώπινους νόμους, το ελεύθερο κρατεί αυτόν αδούλωτο.
Στη συνέχεια ο ομιλητής μπαίνει στο κέντρο της ομιλίας του παίρνει και εξετάζει ένα, ένα τα καθήκοντα προς το Θεό, προς τον πλησίον προς τον εαυτό του. Με πολύ βαθύτητα και μεθοδικότητα αναπτύσσει τη Θεοσέβεια που την κατατάσσει στην πρώτη γραμμή για να οικοδομηθεί ο ενάρετος βίος. Ακολούθως ομιλεί για την δικαιοσύνη, βάση για τα καθήκοντα προς τον πλησίον και τη μεγάλη αξία της αλήθειας την οποία θεωρεί «τελειοποιό της αρετής». Αναφέρει τον ορισμό του Μ. Βασιλείου, ότι αληθινή σοφία είναι η επιστήμη των Θείων και ανθρωπίνων πραγμάτων και τις αιτίες αυτών.
Έτσι προτρέπει τους νέους να αποκτήσουν την επιστήμη αυτή λέγοντας «τούτην την επιστήμη οφείλουμε να αποκτήσουμε, καθ’ ότι αυτή επιστρέφει τους αγώνες και ανυψώνει τον άνθρωπο.
Κατ’ αυτό τον τρόπο εύγλωττα προσφέρει τη γραμμή πλεύσης που με ωραία φράση τη χαρακτηρίζει «στάθμιση του Βίου».
Στο υπόλοιπο της ομιλίας του αφιερώνεται σε μια εμπέδωση της ανάγκης να γνωρίσει ο άνθρωπος τον εαυτό του να έλθει σε επίγνωση του οντολογικού του έργου της ανθρώπινης ύπαρξης. Αντιπαραβάλλει τη γνώση με την άγνοια τη οποία «μύρια συνεπάγεται αμαρτήματα» για να καταλήξει ο σοφός και έμπειρος ανθρωπογνώστης ιεράρχης στο συμπέρασμα «όθεν αναγκαίο το παράγγελμα Γνώθι σ’ αυτόν».
Έτσι ο διανοούμενος ιεροκήρυκας βεβαιώνει απόλυτα στην τελευταία παράγραφο της ομιλίας του, ότι οι επιστήμες χωρίς καλή αγωγή, άνευ του γνώθι σ αυτόν μάλλον έβλαψαν παρά ωφέλησαν. Και διαπιστώνει: πόσοι επιστήμονες και σήμερα για την άγνοια των Θείων και ανθρωπίνων πραγμάτων, διδάσκουν ψυχοφθόρους διδασκαλίες, γεμάτες πλάνες. Πράγματι ο Άγιος Νεκτάριος με την πλατειά γνώση και κατοχή της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας και της Πατερικής γραμματείας με την βαθιά και ακλόνητη πίστη στο Χριστό και την εμβάθυνση της Θεία διδασκαλία καταθέτει μερικές πολύ επιγραμματικές μαρτυρίες της αλήθειας. Σ’ αυτό τον βοηθά η γλαφυρότητα του λόγου του η πείρα του και η εκλεπτυσμένη πνευματικότητα του.
Μεγάλες αλήθειες, από ένα μεγάλο άνδρα. Πολύτιμες συμβουλές από ένα σοφό Ιεράρχη. Τέτοιοι λόγοι αποτελούν πνευματικά κεφάλαια που κληρονόμησαν οι νεοέλληνες. Και σε τέτοια μνημειακά κείμενα θα άξιζε και πάλι να αναβαπτισθεί η νεότητα.
Η σημερινή νεότητα που νιώθει την υποβάθμιση, στον πολιτισμό μας και που την θωπεύει και την τρέφει η καταναλωτική κοινωνία.
Τότε μπορεί να αφυπνισθεί η ναρκωμένη συνείδηση και να φωτισθεί για να οικοδομήσει μια νέα ζωή. Μια ζωή γνήσια και αληθινή όπως την περιμένει πάντοτε ο Άγιος Νεκτάριος.
ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ