Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης αποτελεί τον πρώτο Έλληνα επαγγελματία συγγραφέα. Ο Σκιαθίτης λογοτέχνης και μεταφραστής περίπου σαράντα μυθιστορημάτων βιοπορίζεται αποκλειστικά από τη συγγραφή και τη μετάφραση. Μεταφράζει μυθιστορήματα που δημοσιεύονται σε εφημερίδες και περιοδικά, παράλληλα γράφει δικά του διηγήματα. Θεωρείται πως είναι ο μεγαλύτερος νεοέλληνας διηγηματογράφος.
Γεννιέται στη Σκιάθο το 1851 όπου τελειώνει το δημοτικό σχολείο. Αρκετά χρόνια αργότερα, το1874, ολοκληρώνει το γυμνάσιο στον Πειραιά σε ηλικία 23 ετών. Το 1872 ταξιδεύει στο Άγιο Όρος μαζί με το φίλο του μοναχό Νήφωνα, απ’ όπου επιστρέφει στα εγκόσμια μετά από μερικούς μήνες. Από το 1873 και για τα επόμενα δέκα χρόνια διαμένει στην Αθήνα, όπου ένα χρόνο αργότερα εγγράφεται στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών χωρίς να ολοκληρώσει ποτέ τις ακαδημαϊκές σπουδές του.
Ως το 1885 δημοσιεύει έργα του στην εφημερίδα «Ακρόπολις» και στο περιοδικό «Εστία». Μετά από δυο χρόνια δημοσιεύει το διήγημα «Το Χριστόψωμο» στην «Εφημερίδα». Η συνεργασία του με την «Εφημερίδα» συνεχίζεται για δέκα χρόνια όπου και δημοσιεύει πολλά διηγήματα και λογοτεχνικές μεταφράσεις. Αν και είναι ευρέως γνωστός για το λογοτεχνικό του έργο πρέπει να σημειώσουμε πως είναι εξίσου σημαντική η προσφορά του στη μετάφραση. Είναι λάθος να προβάλλεται αυτό το κομμάτι του έργου του μόνο ως λειτουργική και βιοποριστική ασχολία. Ο Παπαδιαμάντης, προφανώς από προσωπικό ενδιαφέρον, μελέτησε και έμαθε μόνος του αγγλικά και γαλλικά. Το αναφέρει ξεκάθαρα ο ίδιος: «…Εις την Φιλοσοφική Σχολήν, όπου ήκουα κατ’ εκλογήν ολίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ’ ιδίαν δε ασχολούμην εις τας ξένας γλώσσας…». Πρώτος ο Παπαδιαμάντης μετέφρασε στα ελληνικά το μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκυ «Έγκλημα και Τιμωρία».
Από το 1902 εως το 1904 έμεινε στην Σκιάθο όπου αφοσιώθηκε στη μετάφραση των έργων: «History of the Greek Revolution» του Thomas Gordon και «History of the Greek Revolution» του George Finlay. Το διάστημα που διαμένει εκεί συνεχίζει την συνεργασία του με τα αθηναϊκά φύλλα.
Το έργο του περιλαμβάνει τα μυθιστορήματα: «Η μετανάστις» (1879 – 80), «Οι έμποροι των Εθνών» (1882 – 83) και «Η γυφτοπούλα» (1884). Η νουβέλα του «Χρήστος Μηλιόνης», εμπνευσμένη από το δημοτικό τραγούδι, αποτελεί το σημείο μετάβασης του συγγραφέα από το ιστορικό μυθιστόρημα στο ηθογραφικό διήγημα.
Ονομάζεται εργάτης του ηθογραφικού διηγήματος το οποίο και υπηρέτησε για εικοσιπέντε χρόνια. Τα διηγήματα του είναι πάνω από διακόσια, ωστόσο δεν θεωρούνται ισάξια μεταξύ τους. Τα σπουδαιότερα από αυτά αφηγούνται περιστατικά και σκιαγραφούν ανθρώπινους χαρακτήρες της Σκιάθου, την οποία νοσταλγεί διαρκώς όταν βρίσκεται μακριά της. Κάποια ενδεικτικά διηγήματα που ξεχωρίζουν από το σύνολο του έργου του είναι τα εξής: «Η νοσταλγός», «Ολόγυρα στη λίμνη», «Βαρδιάνος στα σπόρκα», «Έρωτας στα χιόνια», «Όνειρο στο κύμα», «Ρεμβασμός του Δεκαπενταύγουστου», «Ρόδινα ακρογιάλια» και « Η Φόνισσα». Το τελευταίο από τα παραπάνω αποτελεί το αρτιότερο και πιο πετυχημένο απ’ όλα τα διηγήματα του, ο ίδιος ο συγγραφέας το χαρακτηρίζει «κοινωνικόν μυθιστόρημα».
Ο Παπαδιαμάντης μεγαλώνει μέσα σε ένα θρησκευόμενο περιβάλλον το οποίο καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την ιδιοσυστασία του. Είναι στενή η σχέση του με την εκκλησία και τη βυζαντινή μουσική. Ο ίδιος είναι δεξιός ψάλτης στην εκκλησία του Προφήτη Ελισσαίου στο Μοναστηράκι έχοντας ως αριστερό ψάλτη τον ξάδερφο του Αλέξανδρο Μωραϊτίδη. Όσο ζει δεν ευτυχεί να δει τα έργα του να εκδίδονται. Το 1908 επιστρέφει στη Σκιάθο όπου ζει μέχρι το τέλος της ζωής του. Μια μέρα πριν το θάνατό του μαθαίνει πως έχει τιμηθεί με το παράσημο του Αργυρού Σταυρού του Σωτήρος. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης πεθαίνει από πνευμονία στις 3 Ιανουαρίου 1911.