Τέσσερις είναι οι παράγοντες που στη συνέχεια οφείλουν να λάβουν υπ’ όψιν τους οι Αρχιτέκτονες της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, σε ιδρύματα του μεγέθους του ΠΔΜ, και με τα χαρακτηριστικά του ΠΔΜ.
Πρώτα και κύρια, η άνοδος του επιπέδου σπουδών που πρέπει να είναι προσδοκία όλων, ισόρροπα και με τρόπο ομοιογενή, ώστε να υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στα τμήματα, και ώστε να μη λειτουργεί η “ποσότητα” φοιτητών εις βάρος της “ποιότητας” σπουδών.
Δεύτερον, πρέπει κανείς να δει την πληθώρα θέσεων εισακτέων ανά τμήμα. Είναι γεγονός, πως κατά κανόνα τα τμήματα που προέρχονται από τα πρώην ΤΕΙ, είχαν μεγάλους αριθμούς εισακτέων. Εισακτέους που δεν μπορούσε να σηκώσει το εκάστοτε Ίδρυμα, και που δεν μπορούσε να σηκώσει η αγορά εργασίας ως πτυχιούχους. Εισακτέους που όμως βόλευαν, γιατί ανέβαζαν τα ποσά χρηματοδότησης στα Ιδρύματα, και με τα χρόνια δημιούργησαν θηριώδη ιδρύματα τεχνολογικής εκπαίδευσης, που για να βγαίνει η εξίσωση έριξαν στο ναδίρ την βάση εισαγωγής.
Τρίτο, είναι το ότι υπάρχει ένα ζήτημα κεντρικού σχεδιασμού του ακαδημαϊκού χάρτη, σχετικά με τον αριθμό των Τμημάτων, η αύξηση του οποίου, επίσης μειώνει τη βάση εισαγωγής σε καθένα από τα υφιστάμενα τμήματα. Ο εν λόγω σχεδιασμός κρίθηκε στο παρελθόν ως αποτυχημένος. Δυστυχώς όμως η προχειρότητα και η περίεργη βιασύνη με την οποία έγιναν οι συγχωνεύσεις πανεπιστημίων και ΤΕΙ τους προηγούμενους μήνες ανά την Ελλάδα, δεν επέτρεψαν τον ορθολογικό επανασχεδιασμό του χάρτη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα όσα τραγελαφικά συνέβησαν με τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών.
Τέταρτο ζήτημα, με προαπαιτούμενο να έχουν πάρει το δρόμο τους τα προηγούμενα, είναι να κάνουμε τα περιφερειακά πανεπιστήμια ελκυστικά. Να φτιάξουμε την εικόνα του νέου Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, αναδεικνύοντας τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα και καθιστώντας το ανταγωνιστικό απέναντι στα μεγαθήρια των μεγάλων πανεπιστημιουπόλεων. Μην ξεχνάμε πως εν έτει 2020, το μάρκετινγκ παίζει ένα πολύ σημαντικό ρόλο, πολλώ δεν μάλλον όταν η κουβέντα αυτή κουμπώνει με το μάρκετινγκ της Δυτικής Μακεδονίας εν γένει. Μην ξεχνάμε επίσης, πως εκατοντάδες ξένα Πανεπιστήμια δαπανούν εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια κάθε χρόνο σε διαφημίσεις, ημερίδες και άλλες προωθητικές ενέργειες, για να προσελκύσουν νέους φοιτητές. Μέχρι σήμερα, εμείς απλώς περιμέναμε αυτούς που θα μείνουν, από όσους έρθουν, και δεν πάρουν μεταγραφή.
Δεν θα μπορούσε να μη γίνει αναφορά, στα Τμήματα της Σχολής Επιστημών Υγείας που εδρεύουν στην Πτολεμαΐδα. Τα Τμήματα Εργοθεραπείας και Μαιευτικής, αν και προέρχονται από το πρώην ΤΕΙ, έχουν ιδιαίτερα υψηλή βάση εισαγωγής. Αυτό συμβαίνει για τελείως “κανονικούς” λόγους, που συνδέονται με την αγορά εργασίας, και την επαγγελματική αποκατάσταση, πέραν του δεδομένου ιδιαίτερα ενδιαφέροντος επιστημονικού αντικειμένου. Αυτά τα τμήματα πρέπει να γίνουν κανόνας και όχι να παραμείνουν εξαιρέσεις.
Στο e-sos.gr διαβάζουμε πως, εάν η εφαρμογή της βάσης του 10 εφαρμόζονταν στις φετινές Πανελλαδικές Εξετάσεις από τις 78.335 προβλεπόμενες θέσεις περισσότερες από 20.000 θέσεις θα έμεναν κενές. Κάτι το οποίο θα έφερνε βίαιες αλλαγές στα περιφερειακά ιδρύματα. Βρισκόμαστε εν όψει αλλαγών στο σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Πρέπει το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας να προετοιμαστεί για το πως θα αντιμετωπίσει την εφαρμογή της βάσης του 10, και επακόλουθα τη μείωση των εισακτέων του. Επίσης, πρέπει με ωριμότητα να τοποθετηθεί για τον αριθμό των εισακτέων των Τμημάτων της, αφού όπως έχει εξαγγείλει η Υπουργός Νίκη Κεραμέως, στο νέο σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων οι διοικήσεις των πανεπιστημίων θα έχουν ενεργό ρόλο στη ρύθμιση των βάσεων εισαγωγής.
Είναι βέβαιο πως η νέες Πρυτανικές Αρχές και το Υπουργείο Παιδείας έχουν πολλή δουλειά μπροστά τους, και μεγάλες προκλήσεις να αντιμετωπίσουν. Για κάποιους μπορεί η βάση εισαγωγής να είναι απλά ένας αριθμός, και να μην αντικατοπτρίζει τη δουλειά που γίνεται. Για κάποιους άλλους όμως, είναι ο δείκτης αναγνώρισης από πλευράς της ελληνικής κοινωνίας, του υψηλού επιπέδου διδασκαλίας και έρευνας που γίνεται στη Δυτική Μακεδονία.